Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2017

ΣΧΟΛΙΟ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΧΡΗΖΕΙ ΑΜΕΣΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕΩΣ


Ένα από τα ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΣΚΑΝΔΑΛΑ της ''συνόδου'' του φερομένου ως ''αρχιεπ/που'' κ. Στεφάνου είναι και το παρακάτω. Επ' αυτού Ορθόδοξοι από την Λάρισα αναμένουν μίαν ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΗ απάντηση!!!

Και τα 60 εκατομμύρια δρχ.που έδωσε για την ανέγερση της εκκλησίας στην Λάρισα ο π.Θωμάς Καραγκούνης,τι τα κάνανε;μπορεί να μας πει κάποιος από την ομάδα-σύνοδο του Στεφάνου;Ακόμα περιμένουμε εδώ στην Λάρισα.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΣΕΒ/ΤΟΥ κ. ΚΗΡΥΚΟΥ


ΠΕΡΙ ΑΦΟΡΙΣΜΟΥ, ΑΦΙΕΡΟΥΤΑΙ ΕΙΣ ΤΟΝ ΦΕΡΟΜΕΝΟΝ ΩΣ "ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΝ" ΚΑΙ ΩΣ "ἩΓΟΥΜΕΝΟΝ" ΣΤΕΦΑΝΟΝ ΤΣΑΚΙΡΟΓΛΟΥ

 

Προλογικόν Σημείωμα πρωτον:

  Ὅποιος καθαιρεθῇ διὰ φθόνον ἢ ἄλλην ἄδικον αἰτίαν, αὐτὸς εἰς μὲν τὸν ἑαυτόν του προξενεῖ μισθόν, μεγαλύτερον ἀπὸ τὸν τῆς ἱερωσύνης, ὅθεν καὶ πρέπει νὰ χαίρῃ καὶ ὄχι νὰ λυπῆται, εἰς δὲ τοὺς ἀδίκως αὐτὸν καθήραντας προξενεῖ κόλασιν» (Πηδάλιον, ΚΗ΄ Κανὼν τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων, σελ. 30). Λέγει ὁ ἱ. Χρυσόστομος (λόγος γ΄περὶ ἱερωσύνης) ὅτι ὅποιος «ἀδίκως ἀφορισθεῖ διὰ τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ἤτοι, ἢ διὰ τὴν πίστιν, ἢ διὰ τὰς παραδόσεις τῆς Ἐκκλησίας, ἢ καὶ διὰ τὴν ἐντολὴν τοῦ Χριστοῦ, οὗτοι πρέπει νὰ χαίρουν, ἐπειδὴ καὶ εἶναι μακαρισμοῦ ἄξιοι, κατὰ τὸν λόγον τοῦ Κυρίου, ὅστις εἶπε• "Μακάριοί ἐστε, ὅταν μισήσωσιν ὑμᾶς οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὅταν ἀφορίσωσιν ὑμᾶς, καὶ ὀνειδίσωσι καὶ ἐκβάλωσι τὸ ὄνομα ὑμῶν ὡς πονηρόν, ἕνεκα τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου"» (Πηδάλιον, σελ. 35).

Προλογικόν Σημείωμα δεύτερον:

  Εις τό ερωτημα τινων, διατί τό περί αφορισμού αρθρον μας τούτο, αφιερώνεται εις τόν φερόμενον ὠς "Αρχιεπίσκοπον" καί "Ηγούμενον" Στέφανον Τσακίρογλου, ἡ ἀπάντησις ειναι πολύ ἁπλή: Ὅτι ὁ ηγούμενος Στέφανος διά νά γίνη Ἑπίσκοπος"καί "Ἀρχιεπίσκοπος" κατεπάτησε την συνείδησίν του καί εστηρίχθη ενώ εγνώριζε, επί μιᾶς αδίκου καί παρανόμου καί ουσιαστικώς ανυπάρκτου ου μήν αλλά καί αχαρακτηρίστου καί σατανικῆς ενεργείας (ψευδοκαιθαιρέσεως μου καί ψευδοαφορισμοῦ μου) διά νά επικαθηση επί τού θρόνου των Αθηνων, κατά παρόμοιον καί χειρότερον τρόπον ἀπ' ο,τι εκάθισεν προηγουμένως ο πρώην Πειραιως Νικόλαος. Καί τό χειρότερον ειναι οτι ενώ μού απέστειλαν ἀνυπογράφους τάς διαβολικάς αυτάς αποφάσεις των καί ενώ πολλάκις καί διά δικαστικοῦ επιμελητοῦ τάς εζητησα ενυπογράφους αν τάς εχουν υπογράψει, , καί ποτέ δέν τίς εδωσαν, ομως τάς χρησιμοποιούν (τάς πράξεις αυτάς) εις τά εναντίον μου δικαστηρια, μέχρι καί τά τελευταία, από τά οποία εις ενα καί μόνον αποσκοπούν, νά πάρουν ὅλους τούς Ναούς της Γνησίας Ορθοδοξίας υπό τήν απόλυτον εξουσίαν των καί η νά τούς πωλήσουν καί νά εξαφανίσουν τά χρήματα, (οπερ ιεροσυλία μεγίστη) , οπως εκαμεν μέ τόν Αγιο Νικόλαο Σαλαμίνος, η νά τούς γκρεμίσουν, οπως επεχείρησαν μέ τόν Ιερόν Ναόν Ευαγγελιστρίας Πεύκης, η νά τούς καταλάβουν οπως εκαμαν μέ τά Πνευματικά Κεντρα Περιστερίου (Αγίου Γεωργίου) καί Κάτω Ηλιουπόλεως (Αγίας Τριάδος - Στέγη Φιλοξενίας Κληρικων), η νά παραδώσουν τά πάντα εις τόν Οικουμενισμόν (Παλαιοημερολογιτικόν καί Νεοημερολογιτικόν) οπως εκαμαν μέ τίς δύο μεγάλες Ιερές Μονές πού τίς παρέδωσαν στόν Νεοημερολογίτην "Μεσογαίας" Νικόλαο, καί αλλα περί ων ουκ εστιν αριθμός, ....

 Η συνέχεια εδώ: ( ''http://synodicalcentregoc.blogspot.gr/2017/02/blog-post_98.html?spref=fb'')

ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝΤΑΣ ΤΗ ''συνοδο'' ΤΟΥ ''αρχιεπ/που'' κ. ΣΤΕΦΑΝΟΥ. ΠΡΟΣ ΕΚΕΙΝΟΥΣ ΠΟΥ ΑΝΤΙΔΡΟΥΝ ΜΕ ΤΑ ΓΡΑΦΟΜΕΝΑ ΜΟΥ.



 Καθήκον του πραγματικά Ορθοδόξου Χριστιανού είναι και να ασχολείται με τα σοβαρά εκκλησιολογικά θέματα, αλλά και να ελέγχει τους παρανόμους και τις παρανομίες, όταν αυτές υπάρχουν. Αυτό προστάζει η Εκκλησία, αυτό πράττω κι εγώ μέσα από το blog. Προς εκείνους οι οποίοι δυσανασχετούν με την κίνησή μου αυτή, θα ήθελα μόνο να τους θυμίσω πως ο πιστός λαός ήταν εκείνος που δεν έκανε δεκτές τις αποφάσεις της Συνόδου Φερράρας Φλωρεντίας όπως και πολλές άλλες. Από αυτό και μόνο το γεγονός, φαίνεται ξεκάθαρα πως ως μέλος της Γνησίας Ορθοδόξου Εκκλησίας, έχω κάθε δικαίωμα να ομιλώ και να διαφωνώ με τις παρανομίες που συμβαίνουν εις τον χώρο του Πατρώου Ημερολογίου, αρχής γενομένης από την τάξη των Φλωριναίων μέχρι και το τελευταίο σχίσμα της ''συνόδου'' του ''αρχιεπ/που'' κ. Στεφάνου. Επειδή όμως άτομα της προαναφερθείσας ''συνόδου'' έχουν σχολιάσει πολλές φορές το ποιος είμαι εγώ που παρεμβαίνω εις αυτά τα θέματα, θα ήθελα με τη σειρά μου εις τα άτομα αυτά να κάνω κι εγώ μία ερώτηση:

 Αγαπητοί ακόλουθοι της ''συνόδου'' του φερομένου ως  ''αρχιεπ/που'' κ. Στεφάνου, μήπως θυμάστε ποιος ήταν εκείνος ο οποίος δημοσίευσε εις το διαδίκτυο την απόφαση της ''συνόδου'' σας περί ''εκλογής'' των ''μητροπολιτών'' Φθιώτιδος και Τριμυθούντος; Ήταν ο ΝΕΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΗΣ ''αρχιμ/της'' Σεραφείμ Δημητρίου; Ναι ή Όχι; Η ανάρτησή του υπάρχει ακόμα και μπορείτε να την δείτε εδώ: (''http://www.lamiatimes.gr/2015/10/blog-post_721.html'')  .Αν λοιπόν εγώ δεν έχω δικαίωμα να ασχολούμαι με τα θέματα Πίστεως, γράφοντας μόνο και μόνο επειδή το κινδυνευόμενον από τις πράξεις της παραπάνω ''συνόδου'' είναι αυτό το ίδιο το Πιστεύω μου, τότε με ποιό δικαίωμα ο Νεοημερ/της ''αρχιμ/της'' ανακατεύτηκε στις  παραπάνω ''αποφάσεις'' της ''συνόδου'' σας και γράφοντας σχετική δημοσίευση στο διαδίκτυο, ενήργησε ως ''αρχιγραμματέας'' αυτής; Είχε αυτό το δικαίωμα; Ή μήπως η ''σύνοδός'' σας στερήθηκε ποτέ ''ικανού αρχιγραμματέως;''. Το δικαίωμα όμως που εγώ έχω να σχολιάζω τα κακώς κείμενα, σύμφωνα πάντοτε με τις γνώμες των αγίων, είναι όχι μόνο επιτρεπτό αλλά και επιβεβλημένο από την Εκκλησία. Τόσο ώστε ως γνώστης όλων των θεμάτων και σε περίπτωση που τυχόν σιωπήσω, ένεκα διαφόρων απειλών που μου παραουσιάζουν άτομα του χώρου σας, θα ζητηθεί λόγος από εμένα εν ημέρα Κρίσεως. Και φυσικά δια την ψυχήν μου δεν θα λογοδοτήσετε εσείς, ώστε να θέλετε να μην γράφω. Τουναντίον, ο Νεοημ/της ''αρχιμ/της'' ήταν εκείνος που δεν νομιμοποιούταν με κανέναν τρόπο, ούτε ηθικά, ούτε όμως και πνευματικά να πράξει αυτό που έπραξε. Επομένως καλύτερο θα ήταν να κοιτάζετε πρώτα τα του οίκου σας, καθώς τα ίδια τα άτομα που οδηγούν τη ''σύνοδό'' σας έχουν φροντίσει να μην υπάρχει καμία δικαιολογία για όλες τις μέχρι σήμερα παρανομίες σας, και κατόπιν να σας μένει χρόνος να κρίνετε κι εμένα!!!




ΕΥΧΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

 Κύριε, Κύριε, ο ρυσάμενος ημάς από παντός βέλους πετομένου ημέρας, ρύσαι ημάς και από παντός πράγματος εν σκότει διαπορευομένου. Πρόσδεξαι θυσίαν εσπερινήν, τας των χειρών ημών επάρσεις. Καταξίωσον δε ημάς και το νυκτερινόν στάδιον αμέμπτως διελθείν, απειράστους κακών. Και λύτρωσαι ημάς από πάσης ταραχής και δειλίας, της εκ του διαβόλου ημίν προσγινομένης. Χάρισαι ταις ψυχαίς ημών κατάνυξιν, και τοις λογισμοίς ημών μέριμναν της εν τη φοβερά και δικαία σου κρίσει εξετάσεως. Καθήλωσον εκ του φόβου σου τας σάρκας ημών, και νέκρωσον τα μέλη ημών τα επί της γης, ίνα και εν τη καθ' ύπνον ησυχία εμφαιδρυνώμεθα τη θεωρία των κριμάτων σου. Απόστησον δε αφ΄ημών πάσαν φαντασίαν απρεπή, και επιθυμίαν βλαβεράν. Διανάστησον δε ημάς εν τω καιρώ της προσευχής εστηριγμένους εν τη πίστει, και προκόπτοντας εν τοις παραγγέλμασί σου, ευδοκία και αγαθότητι του μονογενούςσου Υιού, μεθ' ου ευλογητός ει, συν τω παναγίω, και αγαθώ, και ζωοποιώ σου Πνεύματι, νυν, και αεί, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΑΝΑΣΗ, ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΤΗΣ ΙΟΥΔΑΙΑΣ

 Κύριε παντοκράτορ, ο Θεός των Πατέρων ημών, του Αβραάμ, και Ισαάκ, και Ιακώβ, και του σπέρματος αυτών του δικαίου. Ο ποιήσας τον ουρανόν και την γην συν παντί τω κόσμω αυτών. ο πεδήσας την θάλασσαν τω λόγω του προστάγματός σου. Ο κλείσας την άβυσσον, και σφραγισάμενος αυτήν τω φοβερώ και ενδόξω ονόματί σου. Ον πάντα φρίσσει και τρέμει από προσώπου της δυνάμεώς σου. Ότι άστεκτος η μεγαλοπρέπεια της δόξης σου, και ανυπόστατος η οργή της επί αμαρτωλοίς απειλής σου, αμέτρητόν τε και ανεξιχνίαστον το έλεος της επαγγελίας σου. Συ γαρ ει Κύριος ύψιστος, εύσπλαγχνος, μακρόθυμος, και πολυέλεος. Και μετανοών επί κακίας ανθρώπων. Συ, Κύριε, κατά το πλήθος της χρηστότητός σου επηγγείλω μετάνοιαν, και άφεσιν τοις ημαρτηκόσι σοι, και τω πλήθει των οικτιρμών σου ώρισας μετάνοιαν αμαρτωλοίς εις σωτηρίαν. Συ ουν, Κύριε, ο Θεός των δυνάμεων, ουκ έθου μετάνοιαν δικαίοις, τω Αβραάμ, και Ισαάκ, και Ιακώβ, τοις ουχ ημαρτηκόσι σοι, αλλ' έθου μετάνοιαν επ' εμοί τω αμαρτωλώ, διότι ήμαρτον υπέρ αριθμόν ψάμμου θαλάσσης. Επλήθυναν αι ανομίαι μου, Κύριε. Επλήθυναν αι ανομίαι μου, και ουκ ειμι άξιος ατενίσαι, και ιδείν το ύψος του ουρανού, από του πλήθους των αδικιών μου, κατακαμπτόμενος πολλώ δεσμώ σιδηρώ, εις το μή ανανεύσαι την κεφαλήν μου, και ούκ έστι μοι άνεσις, διότι παρώργισα τον θυμόν σου, και το πονηρόν ενώπιόν σου εποίησα, μη ποιήσας το θέλημά σου, και μή φυλάξας τα προστάγματά σου. Και νυν, κλίνω γόνυ καρδίας, δεόμενος της παρά σου χρηστότητος. Ημάρτηκα, Κύριε, ημάρτηκα, και τας ανομίας μου εγώ γινώσκω. Αλλ' αιτούμαι δεόμενος. Άνες μοι, Κύριε, άνες μοι, και μή συναπολέσης με ταις ανομίαις μου, μηδέ καταδικάσης με εν τοις κατωτάτοις της γης. Διότι συ ει Θεός, Θεός ων μετανοούντων, και εν εμοί δείξεις πάσαντην αγαθωσύνην σου. Ότι ανάξιον όντα, σώσεις με κατά το πολύ έλεός σου, και αινέσω σε δια παντός εν ταις ημέραις της ζωής μου. Ότι σε υμνεί πάσα η δύναμις των ουρανών, και σου εστίν η δόξα εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. 

ΕΥΧΕΣ ΤΟΥ Μ. ΑΠΟΔΕΙΠΝΟΥ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ
ΕΜΠΕΡΙΕΧΟΝΤΑΙ ΕΙΣ ΤΟ ΤΡΙΩΔΙΟΝ

 Τοις μισούσι και αδικούσιν ημάς, συγχώρησον Κύριε. Τοις αγαθοποιούσιν αγαθοποίησον. Τοις αδελφοίς πάσι και οικείοις ημών χάρισαι πάντα τα προς σωτηρίαν αιτήματα, και ζωήν την αιώνιον. Τους εν ασθενεία επίσκεψαι, και ίασιν δώρησαι. Τους εν θαλάσση κυβέρνησον. Μνήσθητι, Κύριε, πάντων των προκεκοιμημένων πατέρων, και αδελφών ημών, και ανάπαυσον αυτούς, ένθα επισκοπεί το φως του προσώπου σου. Μνήσθητι, Κύριε, των αδελφών ημών των αιχμαλώτων, και λύτρωσαι αυτούς από πάσης περιστάσεως. Τοις εντειλαμένοις ημίν τοις αναξίοις εύχεσθαι υπέρ αυτών, συγχώρησον και ελέησον. Τοις διακονούσι, και ελεούσιν ημάς, χάρισαι πάντα τα προς σωτηρίαν αιτήματα, και ζωήν την αιώνιον. Μνήσθητι, Κύριε, και της ημών ελεεινότητος, και αθλιότητος, και φώτισον ημών τον νούν εν τω φωτί της γνώσεως του αγίου σου Ευαγγελίου, και οδήγησον ημάς εν τη τρίβω των εντολών σου, πρεσβείαις της παναχράντου σου Μητρός, και πάντων σου των Αγίων. Αμήν.

 Παναγία Δέσποινα Θεοτόκε, αποδίωξον τους πονηρούς και ακαθάρτους λογισμούς από της αθλίας και ταλαιπώρου μου ψυχής, και καρδίας, και κατάσβεσόν μου την φλόγα των παθών, και ελέησόν με, ότι ασθενής και ταλαίπωρος είμι εγώ. Και ρύσαι με από των επερχομένων μοι πονηρών ενθυμήσεων και προλήψεων. Ότι υπερευλογημένη υπάρχεις, και το Όνομά σου το άγιον δεδοξασμένον εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

 Ένδοξε Αειπάρθενε Θεοτόκε, Μήτηρ Χριστού του Θεού ημών, προσάγαγε την ημετέραν προσευχήν τω Υιώ σου και Θεώ ημών, ίνα σώση δια σου τας ψυχάς ημών.

 Η ελπίς μου ο Θεός, καταφυγή μου ο Χριστός, σκέπη μου το Πνεύμα το Άγιον. Τριάς αγία σώσον με. 

ΚΑΘΑΡΑ ΔΕΥΤΕΡΑ


 
ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΤΡΙΩΔΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΘΕΣΙΝΟ ΕΣΠΕΡΙΝΟ

 Πάσαν αμαρτίαν διεπραξάμην, πάντας υπερέβην τη ασωτία. Εάν θελήσω μετανοήσαι, ουκ έχω δακρύων οχετούς. Εάν ραθύμως και νυν βιώσω, κολάσει υποδικός ειμι. Αλλά δος μοι διόρθωσιν μόνε αγαθέ, ο Θεός, αι ελέησόν με.

 Όμβρους μοι παράσχου Χριστέ δακρύων, εν τη της Νηστείας τερπνή ημέρα. Όπως πενθήσω και αποπλύνω, τον ρύπον τον εκ των ηδονών, και εποφθώ σοι κεκαθαρμένος, ηνίκα Κριτής εξ ουρανού, μέλλης έρχεσθαι Κύριε, κρίναι τους βροτούς, ως κριτής, και δίκαιος μόνος.

 Δεύτε προθύμως, το στερεόν όπλον της Νηστείας, έχοντες ς θυρεόν, πάσαν μεθοδείαν πλάνης του εχθρού, αποστρέψωμεν πιστοί. Μη θελχθώμεν ταις ηδοναίς των παθών, μη το πυρ των πειρασμών δειλιάσωμεν. Δι ων Χριστός ο φιλάνθρωπος, βραβείοιςτης υπομονής στεφανώσει ημάς. Όθεν παρρησία προσευχόμενοι, προσπίπτομεν κραυγάζοντες, αιτούμενοι ειρήνην, και ταις ψυχαίς ημών το μέγα έλεος.

 Νηστεύσωμεν νηστείαν δεκτήν, ευάρεστον τω Κυρίω. Αληθής νηστεία, η των κακών αλλοτρίωσις, εγκράτεια γλώσσης, θυμού αποχή, επιθυμιών χωρισμός, καταλαλιάς, ψεύδους, και επιορκίας. Η τούτων ένδεια, νηστεία εστίν, αληθής και ευπρόσδεκτος.

 Παναγία Τριάς, το ομοούσιον κράτος, η αδιαίρετος βασιλεία, η πάντων των αγαθών αιτία, ευδόκησον δη και επ' εμεοί τω αμαρτωλώ. Στήριξον, συνέτισον την καρδίαν μου, και πάσαν περίελέ μου την βεβηλότητα. Φώτισόν μου την διάνοιαν, ίνα διαπαντός δοξάζω, υμνώ, προσκυνώ, και λέγω. Εις Άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός. Αμήν.  

Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2017

ΤΟ ΜΕΓΑ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟ



  Σε όλη την πορεία της ζωής του ο Χριστιανός έχει στραμμένη την προσοχή του στον Θεό και καταγίνεται σε μία κοινωνία μαζί Του μέσω της προσευχής. Η προσευχή είναι το αισθητό εκείνο μέσο όπου ο άνθρωπος αισθάνεται στην καρδιά του τις ενέργειες του Απείρου Θεού να τον επισκέπτονται. Όλη αυτή η προσευχητική κατάσταση του ανθρώπου κορυφώνεται κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Σε αυτό το γεγονός βοηθάει η Εκκλησία με τις συχνές λατρευτικές Ακολουθίες της. Το πρωΐ ψάλλουμε μία πολύ μεγάλη ακολουθία που περιλαμβάνει το Μεσονυκτικό, τον Όρθρο, τις Ώρες καθώς και τον Εσπερινό της επομένης ημέρας.
 Ακόμη το Μέγα Απόδειπνο, την Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων και τον Μέγα Κανόνα. Κάθε Κυριακή πρωΐ τελείται η Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, ενώ το απόγευμα ο Κατανυκτικός Εσπερινός. Τέλος, κάθε Παρασκευή ψάλλουμε τους Χαιρετισμούς στην Υπεραγίας Θεοτόκο. Και βέβαια δεν είναι δυνατόν να αναλύσουμε όλες τις λατρευτικές Ακολουθίες σε ένα μόνο κήρυγμα. Γι' αυτό θα περιοριστούμε μόνο στον σχολιασμό του Μεγάλου Αποδείπνου. Η διάρκεια της νύκτας αποτελούσε πάντοτε μία ευκαιρία σχέσεως και επικοινωνίας του ανθρώπου με τον Θεό.
  Και αυτό γιατί ο άνθρωπος εκείνη τη στιγμή περιέρχεται σε μία δυνατότητα απομάκρυνσης από την γη, ώστε να αναπτύξη την πορεία του στον ουρανό. Και ο ίδιος ο Κύριος πολλές φορές προσευχόταν το βράδυ ''και ην διανυκτερεύων εν τη προσευχή του Θεού". Έτσι η Εκκλησία αντιλαμβανομένη αυτήν την ανάγκη του ανθρώπου τοποθέτησε δίπλα στην προσωπική προσευχή μία κοινή προσευχή, που ονομάζεται Απόδειπνο.
  Ονομάστηκε Απόδειπνο, γιατί καθορίστηκε να τελείται μετά το βραδινό δείπνο. Μετά τον ΙΔ' αιώνα φάνηκε επιτακτική η ανάγκη συντόμευσης του Αποδείπνου, που με την πάροδο των χρόνων και με την συνεχή προσθήκη ευχών απέκτησε πλέον μεγάλη διάρκεια. Τελικά επικράτησε η Ακολουθία του Μικρού Αποδείπνου, το οποίο διαβάζεται κατά το μεγαλύτερο διάστημα του έτους. Η παλαιότερη και εκτενέστερη Ακολουθία επικράτησε να διαβάζεται κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και ονομάζεται Μέγα Απόδειπνο.
  Και επειδή η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι κατανυκτικότερη, η Ακολουθία αυτή "συνιστά δέηση για την άφεση των αμαρτιών της ημέρας και την ασκανδάλιστη διέλευση της νύχτας". Το Μέγα Απόδειπνο τελείται το βράδυ της Δευτέρας, Τρίτης, Πέμπτης, στην διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Το απόγευμα της Τετάρτης τελείται η Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων, ενώ την Παρασκευή το απόγευμα, όπως είπαμε και παραπάνω, ψάλλονται οι Χαιρετισμοί στην Υπεραγία Θεοτόκο. Το βράδυ του Σαββάτου τελείται το Μικρό Απόδειπνο.
 Στα Μοναστήρια το Μικρό Απόδειπνο διαβάζεται στον νάρθηκα του Καθολικού. Το Μεγάλο Απόδειπνο σε όλη τη διάρκεια διαβάζεται στον κυρίως Ναό. Ο πιστός με την βοήθεια των Ψαλμών και των ευχών του Μεγάλου Αποδείπνου κάνει κάποιον απολογισμό των γεγονότων της ημέρας που πέρασε. Αυτή η αυτοκριτική θα τον βοηθήση να συντριβή και να μετανοήση για τις πνευματικές του αστοχίες: «Λούσω καθ' ἑκάστην νύκτα τὴν κλίνην μου, ἐν δάκρυσί μου τὴν στρωμνήν μου βρέξω».
 Στη διάρκεια του Μεγάλου Αποδείπνου ψάλλουμε δύο αρχαίους ύμνους της Εκκλησίας μας: «Μεθ' ἠμῶν ὁ Θεὸς γνῶτε ἔθνη καὶ ἠττάσθε ὅτι μεθ' ἠμῶν ὁ Θεός», προέρχεται από την ωδή του Ησαΐα, που βρίσκεται στο 9ο κεφάλαιο της Παλαιάς Διαθήκης. Ακόμη ψάλλουμε το παρακάτω ποίημα: «Ἡ ἀσώματος φύσις τὰ Χερουβείμ, ἀσιγήτοις σὲ ὕμνοις δοξολογεῖ». Πρόκειται για μία δοξολογία προς τον Θεό Πατέρα, η οποία αποτελεί έκφραση της ψυχικής ανάτασης του ανθρώπου στον Θεό. Ο άνθρωπος με αυτό το δοξολογικό ποίημα αισθάνεται πλέον εγκαταλελειμμένος στη χάρη και το έλεος του Θεού.
  Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι η άφατος φιλανθρωπία του Θεού επεκτείνεται ακόμη και όταν ο άνθρωπος κοιμάται. Αυτήν την πραγματικότητα τονίζει και η παρακάτω ευχή: «Κύριε, Κύριε, ο ρυσάμενος ημάς από παντός βέλους πετομένου ημέρας....καταξίωσον ημάς και το νυκτερινόν στάδιον αμέμπτως διελθείν». Γιατί μόνο ο Θεός μπορεί να εξασφαλίση την πραγματική αρωγή στο πλάσμα του σε όλα τα στάδια και ειδικά όταν δοκιμάζεται. Γιατί ο άνθρωπος δοκιμάζεται και θλίβεται ημέρα και νύκτα, ώστε να προσφωνή: «Κύριε τῶν δυνάμεων μεθ' ἠμῶν γενοῦ, ἄλλον γὰρ ἐκτός Σου βοηθὸν ἐν θλίψεσιν οὐκ ἔχομεν, Κύριε τῶν δυνάμεων ἐλέησον ἠμάς»

( Από τον Ιστότοπο ''Άγια Μετέωρα'')

ΠΟΘΟΣ ΔΙΑΚΑΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥΝ ΧΡΙΣΤΟΝ



 Εξετάζων την ψυχήν μου ενώπιον Σου ω Θεέ μου, βλέπω εν αυτή δύο τινά, μίαν υπερτάτην αδυναμίαν και μίαν αληθή και ειλικρινή επιθυμίαν να διακειμαι αλώς προς Σε.
 Ναι, Θεέ μου, θέλω να σε μελετήσω και να σε γνωρίσω και όλη η ζωή και η μακροτέρα μάλιστα δεν θα ήτο πολύ μακρά δια μίαν τόσον ευγενή άσκησιν. Το πτωχόν σου τέκνον θέλει τουλάχιστον να αφιερώση εις Σε στιγμάς τινας κατά πάσαν ημέραν και να μεταχειρισθή αυτάς εις το να μελετήση τα μυστήριά Σου, τα παραδείγματά Σου, τας διδασκαλίας Σου, ίνα εξαγάγη εξ αυτών εν πρακτικόν μάθημα δια την ιδίαν του ζωήν, θ' αντλήση εκείθεντην αγάπην, την σοφίαν, την ταπεινότητα, την γλυκύτητα, την πίστιν, διότι εν Σοι ω Ιησού, ευρίσκονται πάντα τα αγαθά.
 Επιθυμώ διακαώς να σωθώ, τούτο δε είναι και το σχέδιον του Θεού περί εμού. Δεν με εδημιούργησεν ειμή δια να τον αγαπώ, να τον υπηρετώ και να φθάσω εις την αιώνιον ζωήν. Αλλά δια να φθάσω εις το ένδοξον τούτο τέλος, το μόνον μέσον είναι το να μιμώμαι Εκείνον όστις ήλθεν επί της γης δια να αποκαταστήση τον άνθρωπον εις την πρώτην του αξίαν. Η μίμησις του Χριστού, ήτοι του Θεανθρώπου, είναι η Θεοποίησις του ανθρώπου. Και ο ουράνιος Πατήρ, εις την τελευταίαν κρίσιν δεν θα αναγνωρίση δια τέκνα του εκείνους εις τους οποίους δεν θα ίδη την ομοιότητα του Θείου Υιού Του. Βλέπω την ομοιότητα ταύτην εις πάντας τους Αγίους μάρτυρες φ΄΄ερουσι την σφραγιδα των θλίψεών Του, οι Απόστολοι του ζήλου Του, οι ομολογηταί της ευσπλαγχνίας και της αγιότητός Του, αι παρθένοι της παρθενικής καθαρώτητός Του, αι Άγιαι γυναίκες της θερμής αγάπης Του προς τους πτωχούς και τους δυστυχείς. Και εγώ εις τί θα τον μιμηθώ;
 Ω Ιησού μου!Μελετώντας τας θαυμασίας αρετάς Σου, θέλω να προσηλωθώ προ πάντων εις το να σκέπτωμαι την γλυκήτητά Σου, την ταπεινότητά Σου την υπομονήν Σου, την ευσπλαγχνίαν Σου.
 Εντύπωσον εν τη καρδία μου την εικόνα σου με τα περιπαθή εκείνα χαρακτηριστικά, ως ενετύπωσας επί του πέπλου της Βερονίκης την θαυμασίαν και αιμόρφυτον όψιν Σου και ευδόκησον να ευλογήσης το σχέδιον το οποίον απεφάσισα, ίνα μελετώ καθ' εκάστην την αγίαν σου ζωήν και τον Άγιον νόμον Σου να εξαγάγω εξ αυτών καρπούς δια την αιωνίαν ζωήν.
 Ω Παρθένε, ήτις ζης εν τω Χριστώ, κάμε ίνα ο Χριστός ζη εν εμοί.

( Από το Περιοδικόν του Αγίου Πατρός Ματθαίου <<ΠΟΛΥΤΙΜΟΣ ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ>>)

ΜΗΝΥΜΑ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΩΣ




 Η ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΟΥ ''ΟΜΟΛΟΓΗΤΗ ΙΕΡΑΡΧΗ ΜΑΤΘΑΙΟΥ'' ΕΥΧΕΤΑΙ ΕΙΣ ΤΟ ΑΓΑΠΗΤΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΟ ΚΟΙΝΟ, ΚΑΛΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ ΚΑΙ ΚΑΛΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ. ΗΘΕ ΟΛΟΙ ΜΑΣ ΝΑ ΑΞΙΩΘΟΥΜΕ ΝΑ ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΟΥΜΕ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΕΥΠΡΕΠΩΣ ΤΑ ΑΧΡΑΝΤΑ ΠΑΘΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΓΙΑΝ ΤΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΗ!!!

Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2017

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ




ΕΠΙΛΟΓΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑΝΥΚΤΙΚΟΥΣ ΥΜΝΟΥΣ ΤΟΥ ΤΡΙΩΔΙΟΥ ΠΟΥ ΑΚΟΥΣΤΗΚΑΝ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ!!!

Τῼ ΣΑΒΒΑΤῼ ΕΣΠΕΡΑΣ

 Στολὴν θεοΰφαντον, ἀπεξεδύθην ὁ τάλας, σοῦ τὸ θεῖον πρόσταγμα, παρακούσας Κύριε, συμβουλίᾳ ἐχθροῦ· καὶ συκῆς φύλλα δέ, καί τοὺς δερματίνους, νῦν χιτῶνας περιβέβλημαι· ἱδρῶτι κέκριμαι· ἄρτον μοχθηρὸν κατεσθίειν γάρ, ἀκάνθας καὶ τριβόλους δέ, φέρειν μοι ἡ γῆ κεκατήραται. Ἀλλ' ὁ ἐν ὑστέροις, τοῖς χρόνοις ἐκ Παρθένου σαρκωθείς, ἀνακαλέσας εἰσάγαγε, πάλιν εἰς Παράδεισον. 

  Παράδεισε πάντιμε, τὸ ὡραιότατον κάλλος, θεόκτιστον σκήνωμα, εὐφροσύνη ἄληκτε, καὶ ἀπόλαυσις, δόξα τῶν Δικαίων, Προφητῶν τερπνότης, καὶ Ἁγίων οἰκητήριον, ἤχῳ τῶν φύλλων σου, Πλάστην τὸν τῶν ὅλων ἱκέτευε, τὰς πύλας ὑπανοῖξαί μοι, ἃς τῇ παραβάσει ἀπέκλεισα· καὶ ἀξιωθῆναι, τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς μεταλαβεῖν, καὶ τῆς χαρᾶς, ἧς τὸ πρότερον, ἐν σοὶ κατετρύφησα

 Ἀδὰμ ἐξωστράκισται, παρακοῇ Παραδείσου, καὶ τρυφῆς ἐκβέβληται, γυναικὸς τοῖς ῥήμασιν ἀπατώμενος, καὶ γυμνὸς κάθηται, τοῦ χωρίου οἴμοι! ἐναντίον ὀδυρόμενος. Διὸ σπουδάσωμεν, πάντες τὸν καιρὸν ὑποδέξασθαι, νηστείας ὑπακούοντες, εὐαγγελικῶν παραδόσεων, ἵνα διὰ τούτων, εὐάρεστοι γενόμενοι Χριστῷ, τοῦ Παραδείσου τὴν οἴκησιν, πάλιν ἀπολάβωμεν. 

 Ἐκάθισεν Ἀδάμ, ἀπέναντι τοῦ Παραδείσου, καὶ τὴν ἰδίαν γύμνωσιν θρηνῶν ὠδύρετο. Οἴμοι, τὸν ἀπάτῃ πονηρᾷ πεισθέντα καὶ κλαπέντα, καὶ δόξης μακρυνθέντα! οἴμοι, τὸν ἁπλότητι γυμνόν, νῦν δὲ ἠπορημένον! Ἀλλ' ὦ Παράδεισε, τρυφῆς ἀπολαύσω, οὐκέτι ὄψομαι οὐκέτι σου τῆς τὸν Κύριον καὶ Θεόν μου καὶ Πλάστην· εἰς γῆν γάρ ἀπελεύσομαι, ἐξ ἧς καὶ προσελήφθην. Ἐλεῆμον Οἰκτίρμον βοῶ σοι· Ἐλέησόν με τὸν παραπεσόντα. 

 Ἥλιος ἀκτῖνας ἔκρυψεν, ἡ σελήνη σὺν τοῖς ἄστροις εἰς αἷμα μετετράπη· ὄρη ἔφριξαν, βουνοὶ ἐτρόμαξαν, ὅτε Παράδεισος ἐκλείσθη. Ἐκβαίνων ὁ Ἀδάμ, χερσὶ τύπτων τὰς ὄψεις, ἔλεγεν· Ἐλεῆμον, ἐλέησόν με τὸν παραπεσόντα.  

 Ἐξεβλήθη Ἀδὰμ τοῦ Παραδείσου, διὰ τῆς βρώσεως· διὸ καὶ καθεζόμενος ἀπέναντι τούτου, ὠδύρετο, ὁλολύζων, ἐλεεινῇ τῇ φωνῇ, καὶ ἔλεγεν· Οἴμοι, τί πέπονθα ὁ τάλας ἐγώ! μίαν ἐντολὴν παρέβην τὴν τοῦ Δεσπότου, καὶ τῶν ἀγαθῶν παντοίων ἐστέρημαι. Παράδεισε ἁγιώτατε, ὁ δι' ἐμὲ πεφυτευμένος, καὶ διὰ τὴν Εὔαν κεκλεισμένος, ἱκέτευε τῷ σὲ ποιήσαντι, κᾀμὲ πλάσαντι, ὅπως τῶν σῶν ἀνθέων πλησθήσωμαι. Διὸ καὶ πρὸς αὐτὸν ὁ Σωτήρ· Τὸ ἐμὸν πλάσμα οὐ θέλω ἀπολέσθαι, ἀλλὰ βούλομαι τοῦτο σῴζεσθαι, καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν, ὅτι τὸν ἐρχόμενον πρός με, οὐ μὴ ἐκβάλλω ἔξω.  

ΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΩΙ ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ
 
  Τῆς μετανοίας ἄνοιξόν μοι πύλας Ζωοδότα· ὀρθρίζει γὰρ τὸ πνεῦμά μου πρὸς ναὸν τὸν ἅγιόν σου, ναὸν φέρον τοῦ σώματος ὅλον ἐσπιλωμένον· ἀλλ' ὡς Οἰκτίρμων κάθαρον, εὐσπλάγχνῳ σου ἐλέει. 

 Τῆς σωτηρίας εὔθυνόν μοι τρίβους Θεοτόκε· αἰσχραῖς γὰρ κατερρύπωσα, τὴν ψυχὴν ἁμαρτίαις, ὡς ῥαθύμως τὸν βίον μου, ὅλον ἐκδαπανήσας, ταῖς σαῖς πρεσβείαις ῥῦσαί με, πάσης ἀκαθαρσίας.  

 Τὰ πλήθη τῶν πεπραγμένων μοι δεινῶν, ἐννοῶν ὁ τάλας, τρέμω τὴν φοβερὰν ἡμέραν τῆς κρίσεως· ἀλλὰ θαρρῶν εἰς τὸ ἔλεος τῆς εὐσπλαγχνίας σου, ὡς ὁ Δαυῒδ βοῶ σοι· Ἐλέησόν με ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα σου ἔλεος. 

 Δεῦρο ψυχή μου ἀθλία, κλαῦσον τὰ σοί, πεπραγμένα σήμερον, μνημονεύουσα τῆς πρίν, ἐν Ἐδὲμ γυμνώσεως, δι΄ ἧς, ἐξεβλήθης τῆς τρυφῆς, καὶ τῆς ἀλήκτου χαρᾶς. 

 Οἴμοι ψυχή μου ἀθλία! τῶν ἐν Ἐδέμ, ἀπολαύειν εἴληφας, ἐξουσίαν ἐκ Θεοῦ, μὴ φαγεῖν δὲ γνώσεως καρπόν, προσετάγης, ἵνα τί, παρέβης νόμον Θεοῦ;

 Ὄφις ὁ δόλιος ποτέ, τὴν τιμήν μου φθονήσας, ἐψιθύρισε δόλον, τῆς Εὔας ἐν τοῖς ὠσίν, ἐξ ἧς ἐγώ, πλανηθεὶς ἐξωρίσθην, οἴμοι! τοῦ χοροῦ τῆς ζωῆς. 

  Οἴμοι ἀθλία μου ψυχή! πῶς οὐκ ἔγνως τὸν δόλον; πῶς οὐκ ᾔσθου τῆς πλάνης, καὶ τοῦ φθόνου τοῦ ἐχθροῦ; ἀλλ' ἐσκοτίσθης, τὸν νοῦν, καὶ παρέβης, ἐντολὴν τοῦ Κτίστου σου;

 Ἐξεβλήθη ὁ Ἀδάμ, τοῦ Παραδείσου τῆς τρυφῆς, διὰ βρώσεως πικρᾶς, ἐν ἀκρασίᾳ ἐντολήν, μὴ φυλάξας τὴν τοῦ Δεσπότου, καὶ κατεκρίθη, ἐργάζεσθαι τὴν γῆν, ἐξ ἧς ἐλήφθη αὐτός, ἱδρῶτι δὲ πολλῷ, ἐσθίειν ἄρτον αὐτοῦ. Διὸ ἡμεῖς ποθήσωμεν ἐγκράτειαν, ἵνα μὴ ἔξω θρηνήσωμεν, τοῦ Παραδείσου, ὥσπερ ἐκεῖνος, ἀλλ' εἰς αὐτόν ἐλευσώμεθα. 

 Νῦν ὁ καιρὸς τῶν ἀρετῶν ἐπεφάνη, καὶ ἐπὶ θύραις ὁ Κριτής, μὴ στυγνάσωμεν, ἀλλὰ δεῦτε νηστεύοντες προσάξωμεν, δάκρυα κατάνυξιν καὶ ἐλεημοσύνην, κράζοντες· Ἡμάρτομεν, ὑπὲρ ψάμμον θαλάσσης. Ἀλλ' ἄνες πᾶσι πάντων Λυτρωτά, ἵνα καὶ σχῶμεν τὸν ἄφθαρτον στέφανον. 

 Τιμῆς ἠξίωμαι, ἐγὼ ὁ ἄθλιος, παρὰ σοῦ τοῦ Δεσπότου ἐν τῇ Ἐδέμ, οἴμοι πῶς πεπλάνημαι, καὶ διαβόλῳ, φθονηθείς, ἀπερρίφην τοῦ προσώπου σου!

  Ἐμὲ θρηνήσατε, Ἀγγέλων τάγματα, Παραδείσου τὰ κάλλη καὶ τῶν φυτῶν, τῶν ἐκεῖ εὐπρέπεια, τὸν πλανηθέντα δυστυχῶς καὶ Θεοῦ ἀποσκιρτήσαντα

  Οὐκέτι βλέπω σε, οὐκ ἀπολαύω σου, τῆς ἡδίστης καὶ θείας μαρμαρυγῆς, πάντιμε Παράδεισε· γυμνὸς γὰρ ἔρριμαι εἰς γῆν, παροργίσας τὸν Ποιήσαντα

 Φθονήσας πάλαι μοι ὁ ἐχθρός, τῆς ἐν Παραδείσῳ εὐτυχοῦς, ἀναστροφῆς ὁ μισάνθρωπος, ὄφεως ἐν εἴδει με ὑπεσκέλισε, καὶ δόξης ἀϊδίου ξένον με ἔδειξε. 

 Θρηνῶ καὶ κόπτομαι τὴν ψυχήν, καὶ τοῖς ὀφθαλμοῖς ἐπιζητῶ, πλήθη δακρύων προστίθεσθαι, ὅταν ἀποβλέψω, καὶ καταμάθω μου, τὴν γύμνωσιν ἣν ἔσχον, ἐκ παραβάσεως.

  Ψυχὴ παναθλία μου, ἐμακρύνθης ἐκ Θεοῦ, διὰ ἀπροσεξίας σου, Παραδείσου ἐστέρησαι τῆς τρυφῆς, Ἀγγέλων κεχώρισαι, εἰς φθορὰν κατηνέχθης, ὢ τοῦ πτώματος!

  Ἐλέησον οἴκτειρον, Παντοκράτορ ὁ Θεός, τῶν σῶν χειρῶν τὸ ποίημα, μὴ παρίδῃς με δέομαι Ἀγαθέ, τὸν ἀποχωρίσαντα, ἐμαυτὸν τῆς χορείας τῶν Ἀγγέλων σου

 Τῆς σοφίας ὁδηγέ, φρονήσεως χορηγέ, τῶν ἀφρόνων παιδευτά, καὶ πτωχῶν ὑπερασπιστά, στήριξον, συνέτισον τὴν καρδίαν μου Δέσποτα. Σὺ δίδου μοι λόγον, ὁ τοῦ Πατρός Λόγος· ἰδοὺ γὰρ τὰ χείλη μου, οὐ μὴ κωλύσω ἐν τῷ κράζειν σοι· Ἐλεῆμον, ἐλέησόν με τὸν παραπεσόντα.  
 
 Παράδεισε πανάρετε, πανάγιε, πανόλβιε, ὁ δι' Ἀδὰμ πεφυτευμένος, καὶ διὰ τὴν Εὔαν κεκλεισμένος, ἱκέτευσον Θεὸν διὰ τὸν παραπεσόντα. Ἐλεῆμον, ἐλέησόν με τὸν παραπεσόντα. 

 Ἐτραυμάτισεν ὁ ὄφις ὁ παμπόνηρος, ὅλην μου τὴν ψυχὴν φθονερῶς, Παραδείσου δὲ τῆς τρυφῆς, ἐξόριστον ποιεῖ, ἀλλ' ὦ εὐσυμπάθητε Σωτήρ, μὴ ὑπερίδῃς ὡς Θεός, ἀλλ' ἀνακάλεσαί με.

  Ἑρπετῶν καὶ θηρίων δεσπότης γέγονας, ἑρπετῷ ψυχοφθόρῳ, πῶς προσωμίλησας, σύμβουλον λαβών, ὡς εὐθῆ τὸν ἀλάστορα; ὢ τῆς σῆς ἀπάτης, ψυχή μου παναθλία!

  Θεὲ τῶν ὅλων, ἐλέους Κύριε, εἰς τὴν ἐμὴν ταπείνωσιν, εὐσπλάγχνως ἐπίβλεψον, καὶ μὴ πόρρω πέμψῃς με τῆς θείας Ἐδέμ, ὅπως βλέπων τὰ κάλλη· ὅθεν ἐκπέπτωκα, σπεύσω πάλιν θρήνοις, προσλαβεῖν ἅπερ ἀπώλεσα

  Θρηνῶ, στενάζω, καὶ ἀποδύρομαι, τὰ Χερουβὶμ φλογίνῃ τῇ ῥομφαίᾳ θεώμενος, τῆς εἴσοδον φυλάττειν ταχθέν, πᾶσι τοῖς Ἐδὲμ τὴν παραβάταις, οἴμοι! ἀπρόσιτον, εἰμὴ σὺ ἀκώλυτον Σωτήρ, ταύτην ποιήσεις μοι

  Θαρρῶ τῷ πλήθει, τῷ τοῦ ἐλέους σου, Χριστὲ Σωτήρ, καὶ θείας ἐκ πλευρᾶς σου τῷ Αἵματι, δι' οὗ καθηγίασας τὴν φύσιν βροτῶν, ἤνοιξας δὲ τὰς πύλας, τοῖς σοὶ λατρεύουσι, τὰς τοῦ Παραδείσου Ἀγαθέ, τὰς πρὶν κλεισθείσας Ἀδάμ

 Τῆς ἐντολῆς σου Κύριε, παρήκουσα ὁ ἄθλιος, καὶ γυμνωθεὶς τῆς σῆς δόξης, αἰσχύνης πέπλησμαι, οἴμοι! καὶ τῆς τρυφῆς ἐκβέβλημαι, τοῦ Παραδείσου εὔσπλαγχνε. Ἐλεῆμον ἐλέησον, τὸν στερηθέντα δικαίως, τῆς ἀγαθότητος τῆς σῆς. 

 Ἀποικισθέντες Κύριε, Παραδείσου τὸ πρῶτον, διὰ τῆς ξύλου βρώσεως, ἀντεισήγαγες πάλιν, διὰ Σταυροῦ καὶ τοῦ Πάθους, σοῦ Σωτὴρ καὶ Θεέ μου, δι' οὗ ἡμᾶς ὀχύρωσον, τὴν Νηστείαν πληρῶσαι, ἁγνοπρεπῶς, καὶ τὴν θείαν Ἔγερσιν προσκυνῆσαι, τὸ Πάσχα τὸ σωτήριον, σὲ Τεκούσης πρεσβείαις.  

 Οἴμοι! ὁ Ἀδάμ, ἐν θρήνῳ κέκραγεν, ὅτι ὄφις καὶ γυνή, θεϊκῆς παρρησίας με ἔξωσαν, καὶ Παραδείσου τῆς τρυφῆς ξύλου βρῶσις ἡλλοτρίωσεν. Οἴμοι! οὐ φέρω λοιπόν τὸ ὄνειδος, ὁ ποτὲ βασιλεὺς τῶν ἐπιγείων πάντων κτισμάτων Θεοῦ, νῦν αἰχμάλωτος ὤφθην, ὑπὸ μιᾶς ἀθέσμου συμβουλῆς, καὶ ὁ ποτὲ δόξαν ἀθανασίας ἠμφιεσμένος, τῆς νεκρώσεως τὴν δοράν, ὡς θνητὸς ἐλεεινῶς περιφέρω. Οἴμοι! τίνα τῶν θρήνων συνεργάτην ποιήσομαι; Ἀλλὰ σὺ Φιλάνθρωπε, ὁ ἐκ γῆς δημιουργήσας με, εὐσπλαγχνίαν φορέσας, τῆς δουλείας τοῦ ἐχθροῦ, ἀνακάλεσαι καὶ σῶσόν με. 

 Τὸ στάδιον τῶν ἀρετῶν ἠνέῳκται, οἱ βουλόμενοι ἀθλῆσαι εἰσέλθετε, ἀναζωσάμενοι τὸν καλὸν τῆς Νηστείας ἀγῶνα· οἱ γὰρ νομίμως ἀθλοῦντες, δικαίως στεφανοῦνται, καὶ ἀναλαβόντες τὴν πανοπλίαν τοῦ Σταυροῦ, τῷ ἐχθρῷ ἀντιμαχησώμεθα, ὡς τεῖχος ἄρρηκτον κατέχοντες τὴν Πίστιν, καὶ ὡς θώρακα τὴν προσευχήν, καὶ περικεφαλαίαν τὴν ἐλεημοσύνην, ἀντὶ μαχαίρας τὴν νηστείαν, ἥτις ἐκτέμνει ἀπὸ καρδίας πᾶσαν κακίαν. Ὁ ποιῶν ταῦτα, τὸν ἀληθινὸν κομίζεται στέφανον, παρὰ τοῦ Παμβασιλέως Χριστοῦ, ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς Κρίσεως.  

 Ἀδὰμ τοῦ Παραδείσου διώκεται, τροφῆς μεταλαβὼν ὡς παρήκοος, Μωσῆς θεόπτης ἐχρημάτισε, νηστείᾳ τὰ ὄμματα, τῆς ψυχῆς καθηράμενος. Διὸ τοῦ Παραδείσου οἰκήτορες γενέσθαι ἐπιποθοῦντες, ἀπαλλαγῶμεν τῆς ἀλυσιτελοῦς τροφῆς, καὶ Θεὸν καθορᾷν ἐφιέμενοι, Μωσαϊκῶς τὴν τετράδα, τῆς δεκάδος νηστεύσωμεν, προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει, εἰλικρινῶς προσκαρτεροῦντες, κατευνάσωμεν τῆς ψυχῆς τὰ παθήματα, ἀποσοβήσωμεν τῆς σαρκὸς τὰ οἰδήματα, κοῦφοι πρὸς τὴν ἄνω πορείαν μετίωμεν, ὅπου αἱ τῶν Ἀγγέλων χορεῖαι, ἀσιγήτοις φωναῖς, τὴν ἀδιαίρετον ἀνυμνοῦσι Τριάδα, καθορᾷν τὸ ἀμήχανον κάλλος, καὶ δεσποτικόν. Ἐκεῖ ἀξίωσον ἡμᾶς, Υἱὲ Θεοῦ ζωοδότα, τούς ἐπὶ σοὶ πεποιθότας, συγχορεῦσαι ταῖς τῶν Ἀγγέλων στρατιαῖς, ταῖς τῆς τεκούσης σε Μητρὸς Χριστὲ πρεσβείαις, καὶ Ἀποστόλων, καὶ τῶν Μαρτύρων, καὶ πάντων τῶν Ἁγίων.   

 Ἔφθασε καιρός, ἡ τῶν πνευματικῶν ἀγώνων ἀρχή, ἡ κατὰ τῶν δαιμόνων νίκη, ἡ πάνοπλος ἐγκράτεια, ἡ τῶν Ἀγγέλων εὐπρέπεια, ἡ πρὸς Θεὸν παρρησία· δι' αὐτῆς γὰρ Μωϋσῆς, γέγονε τῷ Κτίστῃ συνόμιλος, καὶ φωνὴν ἀοράτως, ἐν ταῖς ἀκοαῖς ὑπεδέξατο· Κύριε, δι' αὐτῆς ἀξίωσον καὶ ἡμᾶς, προσκυνῆσαί σου τὰ Πάθη καὶ τὴν ἁγίαν Ἀνάστασιν, ὡς φιλάνθρωπος.  










 



 

 

ΕΥΧΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΑΝΟΙΚΤΙΡΜΟΝΑ ΘΕΟΝ




 ΘΕΕ ΜΟΥ Πανοικτίρμον, όταν τούτο το παχυλόν σώμα ρίψη το πάχος και ενδυθή την αφθαρσίαν, και αναλάβη τα όμματα της τελείας γνώσεως εκείνων των πραγμάτων, τα οποία νυν βλέπει ως εν εσόπτρω και αινίγματι, ποία η απολογία μου; όταν, παριστάμενος ενώπιον του φοβερού σου Βήματος, ίδω σε πρόσωπον προς πρόσωπον, και γνωρίσω ουκ εκ μέρους καθώς την ώραν ταύτην, αλλά τόσον εντελώς, όσον και Αυτός εμέ εγνώρισας. Όταν γνωρίσω ότι Συ έπλασάς με και έθηκας μοι οστά και σάρκα και πνοήν και ζωήν; Όταν λέγω εντελώς γνωρίσω, ότι διά την σωτηρίαν μου έδωκας νόμους, απέστειλας Προφήτας, εκήρυξας μετάνοιαν. Όταν γνωρίσω εντελώς ότι τοσούτον ηγάπησάς με, ώστε, ίνα ελευθερώσης με αποτής δουλείας του διαβόλου του εχθρού μου και από της κατάρας του νόμου, και καταστήσης με Υιόν Σου, εξαπέστειλας εις τον κόσμον τον Μονογενή σου Υιόν, <<γενόμενον εκ γυναικός, γενόμενον υπό νόμον>>, ποία τότε η απολογία μου; Ποία η απολογία μου, όταν ίδω και γνωρίσω εντελώς τον Σωτληρα μου τον Ιησούν, τον Θεόν μου τον σεσαρκωμένον, και ίδω τον Σταυρόν και τους ήλους και τον ακάνθινον στέφανον και το όξος και την χολήν και την λόγχην και την πορφύραν, και διακρίνω εντελώς των χειρών και των ποδών αυτού τους μώλωπας και της κεφαλής αυτού τα τραύματα, και το κέντημα της πλευράς, εξ ης εξήλθε το ύδωρ, ίνα αγιάση με, και το αίμα, ίνα σώση με;

 Ποία τότε η απολογία μου, όταν βλέπω ότι ου μόνον ουδέποτε δια καλών έργων μου, εδόξασα αυτόν διά τας ευεργεσίας αυτού, ου μόνον διά καν λόγου προσέφερον αυτώ την πρέπουσαν ευχαριστίν, αλλά και ανταπέδωκα αυτώ πονηρά αντί αγαθών; Τον πλούτον εδαπάνησα εις τας τρυφάς, την υγείαν, εις τας ασελγείας, την αξίαν εις τας καταδυναστείας, την πτωχείαν εις τους γογγυσμούς, την ασθένειαν εις την αγανάκτησιν και την αποδυσπέτησιν; Όταν βλέπω ότι τα όργανα της σωτηρίας εποίησα όργανα της απωλείας μου, και ότι διά την αμαρτίαν της αχαριστίας μου, ουδέποτε εδάκρυσα, ουδέποτε μετανόησα, ουδέποτε εξωμολογήθην; Τι ποιήσω τότε, ή τι απολογήσωμαι; Ω ,ποίος φόβος τότε! Ποία αισχύνη! Ποία βάσανος της συνειδήσεως! Ποίος απελπισμός! Πολυεύσπλαγχνε, δος μετάνοιαν και επιστροφήν εως ου καιρός εστί. Παντοδύναμε, φύτευσον εις τας καρδίας ημών την μεγάλην αρετήν της ευγνωμοσύνης, Κύριε του ελέους, ελέησον το πλάσμα σου. Αμήν.

 Κύριε, χάρισον μοι δάκρυα κατανύξεως, ο μόνος αγαθός και ελεήμων, όπως εν αυτοίς κλαύσω εμαυτόν, και ικετεύσω την ευσπλαγχνίαν˙ καθάρισόν μου τον ρύπον της αμαρτίας˙ οίμοι, πως υποίσω την γέενναν του πυρός και το σκότος το εξώτερον, ένθα ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων; Οίμοι, πως υποίσω την φοβεράν απειλήν των Αγγέλων των εν ταις κολάσεσιν εφεστώτων, ότι φρικτοί και ανελεήμονες εισίν; Τις δώη της κεφαλής μου ύδωρ και τοις οφθαλμοίς μου πηγάς δακρύων και καθίσας κλαύσομαι νυκτός και ημέρας, ίνα Θεόν δυσωπήσω, ον παρώργισα; Ήμαρτες ψυχή μου, ήμαρτες; μετανόει˙ ιδού γαρ αι ημέραι ημών παράγουσιν ως σκιαί˙ έτι μικρόν και απελεύσει εντεύθεν φοβερούς τόπους μέλλεις να διέλθης˙ ου δυνατόν ψυχή μου δι’ εκείνων οδεύσεί σε, ου πατήρ, ου μήτηρ, ουχί αδελφός, ου φίλος, ουχί άλλος τις των ομοίων, αλλά μόνη μετά των έργων σου μέλλεις τους άρχοντας του σκότους να διέλθης˙ εκείνοι ου βασιλέα φοβούνται, ου δυνάστην τιμώσιν, ου μικρόν, ου μέγαν αιδούνται, ειμή μόνον τον εν θεοσεβεία ζήσαντα και διά των αγαθών αυτού πράξεων την του Θεού σκέπην ενδεδυμένον, εκπροσώπου τούτου υποχωρούσι φοβούμενοι, και δίοδον αυτώ μετ’ αδείας παρέχουσι, προπορεύεται γαρ αυτών η δικαιοσύνη προ προσώπου αυτών, και η του Θεού δόξα περιστέλλει αυτούς. Κύριε, την ώραν εκείνην λαβών κατά νούν, πίπτω τη ση αγαθότητι, μη παραδοθείην τοις αδικούσιν με, μη καυχήσωνται οι εχθροί σου κατά του δούλου σου, αγαθέ Κύριε, τρίζοντες τους οδόντας αυτών και φοβούντες την αμαρτωλόν μου ψυχήν, μη είπωσιν, εις χείρας ημών ελήλυθας ταύτη τη ημέρα, ην προσδοκώμεν˙ μη Κύριε, μη επιλάθου των σων οικτιρμών˙ Κύριε, μη θελήσης αποδούναι μοι κατά τας ανομίας μου, μη δε αποστρέψης το πρόσωπόν σου από του δούλου σου. Συ Κύριε, παίδευσόν με, πλήν εν οικτιρμοίς ότι ασθενής ειμί, και μη επιχαρείη μοι ο εχθρός, αλλά σβέσον αυτού την απειλήν και την δυναστείαν κατάργησον, και δος διελθείν την προς σε οδόν ανύβριστον και ανεπηρέαστον, παρακλήθητι αγαθέ Κύριε ου διά τας δικαιοσύνας μου, αλλά διά τους οικτιρμούς και την αμέτρητον ευσπλαγχνίαν σου, και σώσον ψυχήν εκ θανάτου, την το Σον επικαλουμένην άγιον όνομα, μνήσθητι Πολυέλεε Κύριε, ότι και αμαρτήσας και παραπλησίου θανάτου πληγείς, ου προσέφυγα προς άλλον ιατρόν, ουδέ εξέτεινα χείρας μου προς Θεόν αλλότριον, αλλά προς την Σην αγαθότητα. Συ γαρ ει Κύριε ο των όλων Δεσπότης, ο έχων εξουσίαν πάσης πνοής˙ Καθάρισόν με Κύριε πρό του τέλους, από πάσης αμαρτίας και μη απώση την δέησίν μου, αγαθέ Κύριε στόμα ακάθαρτον βοά προς Σε, και καρδία ρυπαρά και ψυχή εν αμαρτίαις εσπιλωμένη. Επάλκουσον Κύριε της εμής αναξιότητος δια την πολλήν σου και άφατον αγαθότητα και δός μοι μετάνοιαν καθαράν και αληθινήν˙ αύτη γαρ διεφθαρμένη εστίν, ότι ώραν μετανοώ και δύο παροργίζω˙ στήριξον την καρδίαν μου εν τω φόβω σου αγαθέ Κύριε, στήριξον τους πόδας μου επί πέτραν μετανοίας ειλικρινούς, νικησάτω το φως της χάριτός σου το εν εμοί σκότος. Κύριε, ο των τυφλών τους οφθαλμούς διανοίξας, διάνοιξον τους εσκοτισμένους οφθαλμούς της καρδίας μου, ο λόγω τους λεπρούς καθαρίσας, και της εμής ψυχής τους σπίλους καθάρισον˙ γενέσθω η χάρις σου εν εμοί Κύριε ως πυρ φλογίζον τας αμαρτίας μου. Συ γαρ ει μόνος των ψυχών ιατρός, το φως, το υπέρ παν φως, η χαρά, η ανάπαυσις, η τρυφή, η ζωή η αληθινή, η σωτηρία η εις αιώνας αιώνων διαμένουσα, και σοι πρέπει δόξα, τιμή και προσκύνησις, νυν και εις τους αιώνας, Αμήν.

ΟΙ Α΄,Β΄,Γ΄ ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ ΕΝ ΣΑΡΔΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΥ ΔΙΑ ΤΟΥΣ ΕΠΙΖΗΤΟΥΝΤΑΣ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΑΝ ΕΞΟΥΣΙΑΝ ΚΑΙ ΔΟΞΑΝ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ



"ΟΙ ΤΟΥΤΟ ΤΟΛΜΗΣΑΝΤΕΣ ΠΟΙΗΣΑΙ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΝΑ ΧΩΡΙΖΩΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΜΗΓΥΡΙΝ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ (ΗΤΟΙ ΝΑ ΑΦΟΡΙΖΩΝΤΑΙ) ΚΑΙ ΟΥΤΕ ΩΣ ΛΑΙΚΟΙ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΤΗΝ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΝ"



Ὁ Α΄ Κανών τῆς ἐν Σαρδικῆ Συνόδου.

 Ὁ Α΄ Κανών τῆς ἐν Σαρδικῇ Συνόδου διαγορεύει: "Οὐ τοσοῦτον ἡ φαύλη συνήθεια, ὅσον ἡ βλαβερωτάτη τῶν πραγμάτων διαφθορά ἐξ  αὐτῶν τῶν θεμελίων ἐστίν ἐκριζωτέα, ἵνα μηδενί τῶν ᾿Επισκόπων ἐξῇ ἀπό πόλεως μικρᾶς εἰς ἑτέραν πόλιν μεθίστασθαι. ῾Η γάρ τῆς αἰτίας ταύτης πρόφασις φανερά, δι᾿ ἥν τά τοιαῦτα ἐπιχειρεῖται. Οὐδείς γάρ πώποτε εὑρεθῆναι ᾿Επισκόπων δεδύνηται, ὄς ἀπό μείζονος πόλεως εἰς ἐλαχιστοτέραν πόλιν ἐσπούδασε μεταστῆναι. ῞Οθεν συνέστηκε διαπύρῳ πλεονεξίας τρόπῳ ὑπεκκαίεσθαι τούς τοιούτους, καί μᾶλλον τῇ ἀλαζονείᾳ δουλεύειν, ὅπως ἐξουσίαν δοκεῖεν μείζονα κεκτῆσθαι. Πᾶσι τοίνυν τοῦτο ἀρέσκει, ὥστε τήν τοιαύτην σκαιότητα αὐστηρότερον ἐκδικηθῆναι· ἡγούμεθα γάρ μηδέ λαϊκῶν ἔχειν τούς τοιούτους χρῆναι κοινωνίαν".

 ῾Η ἐρμηνεία τοῦ Κανόνος: "Προοιμιάζωντας ὁ παρών Κανών λέγει, ὄτι καί κάθε μέν κακή συνήθεια πρέπει νά ἀνατρέπεται·  ὅταν δέ αὐτή καί τά τῆς ᾿Εκκλησίας πράγματα, καί τήν εὐταξίαν διαφθείρη τότε πρέπει καί ἀπό αὐτά τά θεμέλια νά ἐκριζώνεται, καί παντελῶς νά ἀφανίζεται. ᾿Ακολούθως δέ διορίζει, ὄτι δέν εἶναι ἄδεια εἰς κανέναν ᾿Επίσκοπο νά ἀφίνη τήν μικράν ἐπαρχίαν του καί νά παίρνη ἄλλην μεγαλυτέραν, ἐπειδή ἡ αἰτία, διά τήν ὁποίαν τοῦτο κάμνει, εἶναι ἠ πλεονεξία καί ἡ ὑπερηφανία, καθώς εἶναι εἰς ὅλους φανερόν. Πλεονεξία μέν, ἵνα ἐκ τῆς μεγαλυτέρας ἐπαρχίας ἔχη καί μεγαλύτερον καί περισσότερον κέρδος· ὑπερηφανία δέ, ἵνα ἔχων τήν μεγαλυτέραν ἐπαρχίαν, ἐπομένως ἔχη καί δόξαν, καί ἐξουσίαν μεγαλυτέραν. Διά τοῦτο πρέπει τό τοιοῦτο κακόν αὐστηρότερα ἀπό τά ἄλλα νά παιδευθῇ, καί οἱ τοῦτο τολμήσαντες ποιῆσαι ᾿Αρχιερεῖς νά χωρίζωνται ἀπό τήν ὁμήγυριν τῶν χριστιανῶν, καί οὔτε ὡς λαϊκοί νά ἔχουν τήν μετά τῶν πιστῶν ἐν τῇ ᾿Εκκλησίᾳ κοινωνίαν. ᾿Ανάγνωθι καί τόν ΙΔ ᾿Αποστολικόν.

Ὁ β΄ Κανών τῆς ἐν Σαρδικῆ Συνόδου

 Ὁ Β΄ Κανών τῆς ἰδίας Συνόδου λέγει: "Εἰ δε τις τοιοῦτος εὑρίσκεται μανιώδης ἤ τολμηρός, ὡς περί τῶν τοιούτων δόξαι τινά φέρειν παραίτησιν, διαβεβαιούμενον ἀπό τοῦ πλήθους πρός ἑαυτόν κεκομίσθαι γράμματα, δῆλόν ἐστιν ὀλίγους τινάς δεδυνῆσθαι μισθῶ καί τιμήματι διαφθαρέντας, ἐν τῇ ᾿Εκκλησίᾳ στασιάζειν, ὠς δῆθεν τόν αὐτόν ἔχειν ἀξιοῦντας. Καθάπαξ οὖν τάς ραδιουργίας τάς τοιαύτας καί τέχνας κολαστέας εἶναι νομίζομεν, ὥστε μηδέν τοιοῦτον μηδέ ἐν τῷ τέλει λαικῆς γοῦν ἀξιοῦσθαι κοινωνίας.

 ῾Η ἑρμηνεία τοῦ Κανόνος: «᾿Ακόλουθος εἶναι ὁ παρών Κανών μέ τόν ἀνωτέρω· λέγει γάρ, ὅτι ἀνίσως τινάς ᾿Αρχιερεύς εἶναι τόσον πολλά αὐθάδης καί τολμηρός, ὥστε ὁποῦ καί ὕστερον ἀπό τόν ἀνωτέρω Κανόνα τολμήσει νά μετατεθῇ ἀπό μίαν ἐπαρχίαν εἰς ἄλλην, καί διά νά φανῇ πῶς δέν εἶναι τάχα ὑπεύθυνος εἰς τό ἐπιτίμιον τοῦ Κανόνος, ἀνθίσταται καί λέγει, ὄτι ἔλαβε γράμματα ἀπό τόν λαόν τῆς ἐπαρχίας ἐκείνης προσκαλεστικά διά νά γένη εἰς αὐτούς ᾿Αρχιερεύς·  ἄν τοῦτο, λέγω, γένη, φανερόν εἶναι, ὄτι αὐτός ἐμεταχειρίσθη τέχνην καί πανουργίαν, καί μέ ἀργύρια διαφθείρας ὀλίγους τινάς ἀπό τήν ἐπαρχίαν ἐκείνην, τούς ἔπεισε νά κάμνουν ταραχάς καί νά τόν ζητοῦν ᾿Επίσκοπον. Διά τοῦτο αἱ τοιαῦται δολιότητες καί τέχναι πρέπει τόσον πολλά νά παιδεύωνται, ὥστε οἱ ταύτας ποιοῦντες νά μήν ἀξιώνωνται οὔτε εἰς τόν θάνατόν τους νά κοινωνοῦσι καί νά μεταλαμβάνουν, ὄχι ὡσάν ᾿Επίσκοποι, ἀλλ᾿ οὔτε ὡσάν ἁπλῶς λαίκοί».

Ὁ Γ΄ Κανών τῆς ἐν Σαρδικῆ Συνόδου

 Καί ὁ Γ΄ Κανών τῆς ἰδίας Συνόδου διαγορεύει: "Καί τοῦτο προστεθῆναι ἀναγκαῖον, ἵνα μηδείς ᾿Επισκόπων ἀπό τῆς ἑαυτοῦ ἐπαρχίας εἰς ἑτέραν ἐπαρχίαν, ἐν ἧ τυγχάνουσιν ὄντες ᾿Επίσκοποι, διαβαίνη, εἰ μή τις παρά τῶν ἀδελφῶν τῶν ἐν αὐτῇ κληθείῃ, διά τό μή δοκεῖν ἡμᾶς τό τῆς ἀγάπης ἀποκλείειν πύλας". 
  
῾Η ἑρμηνεία τοῦ Κανόνος: «῎Οχι μόνον ἐμποδίζωνται οἱ ᾿Επίσκοποι ἀπό τό νά ἀφίνωσι τήν μικροτέραν ἐπαρχίαν καί νά παίρνωσι τήν μεγαλητέραν, ἀλλά ἀκόμη δέν συγχωροῦνται οὔτε νά πηγαίνουν ὀλότελα ἀπό τήν ἐπαρχίαν αὐτῶν εἰς ἄλλην ἐπαρχίαν ᾿Επισκόπων, διά νά ἐνεργήσουν τι ᾿Αρχιερατικόν, χωρίς νά προσκαλεσθοῦν ἀπό αὐτούς, κατά τόν παρόντα Κανόνα. Πλήν καί τοῦτο τό νά πηγαίνουν προσκαλεσμένοι συγχωρεῖ ὀ Κανών, διά νά μή ἀποκλείεται ἡ ἀγάπη καί ἠ πρός ἀλλήλους φιλαδελφία τῶν ᾿Επισκόπων".

Ἴδετε χριστιανοί τί διαλαμβάνουν οἱ ῾Ιεροί Κανόνες διά τούς ᾿Επισκόπους πού ἐπιδιώκουν νά ἀναρριχηθοῦν εἰς πλουσιωτέρους καί πολπληθεστέρους θρόνους καί βάζουν τούς χριστιανούς νά κάμνουν ταραχές διά νά ἀναγκάσουν τό ποίμνιο νά τούς ἀναγνωρίση "σώνει καί καλά", ὅπως ἔκαμε ὁ ἀπό Πειραιῶς ψευδαρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Νικόλαος. Αὐτοί, λέγουν οἱ Κανόνες, ὄχι μόνον χωρίζονται ἀπό τήν ὁμήγυριν τῶν χριστιανῶν, δηλαδή καθαιροῦνται καί ἀφορίζονται, ἀλλά καί δἐν ἔχουν δικαίωμα νά μεταλαμβάνουν οὔτε στό τέλος τῆς ζωῆς τους, ὄχι μόνον σάν ᾿Επίσκοποι, ἀλλά οὔτε καί σάν λαϊκοἰ. Καί εἶναι εὐθύνη τῆς ῾Ιερᾶς Συνόδου τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας,  (οἱ Ἐπίσκοποι δηλαδή πού θά μείνουν μέ τήν ἀλήθεια) νά ἐνεργήση αὐτό πού προβλέπουν οἱ Κανόνες, ἄλλως ἡ ἐνοχή θά εἶναι καί δική τους, καί θά εἶναι ὑπόλογοι ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων. 

ΣΧΟΛΙΟΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΟΥ:

 Δυστυχώς οι παραπάνω Ιεροί Κανόνες ήταν ψιλά γράμματα για τον πρ. Πειραιώς κ. Νικόλαο  και για όλους εκείνους που εργάστηκαν υπέρ της παρανόμου αναρειχίσεώς του εις τον θρόνο των Αθηνών!!!

Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2017

ΕΙΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ ΑΙΩΝΙΟΝ...


ΤΟ ΤΑΜΑ ΤΟΥ π. ΘΩΜΑ 

(ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ)


 Εἰς τό περί εἰρήνης λόγον του ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἀναφέρει ὅτι «Ἀνήκουν στόν Θεό καί βρίσκονται κοντά στά θεῖα, ὅσοι ἀποδέχονται καί ἐκτιμοῦν τό λαμπρό ἀγαθό τῆς εἰρήνης καί ἀπεχθάνονται καί στενοχωροῦνται γιά τό ἀντίθετο, δηλαδή τήν διχόνοια». Καί στήν συνέχεια λέγει: «Στήν ἀντίθετη ὅμως παράταξι (τοῦ πονηροῦ) ἀνήκουν ὅσοι εἶναι ἐπιθετικοί στούς τρόπους καί προσπαθοῦν νά κατακτήσουν τήν ἐπιτυχία μέ παραδοξότητες καί καμαρώνουν γιά τήν καταισχύνη τους». Ἐπί τοῦ ἰδίου ὅμως θέματος ὁ ἅγιος διδάσκει: «Κρείσσων ἐπαινετός πόλεμος εἰρήνης χωριζούσης Θεοῦ», δηλαδή πραγματική εἰρήνη εἶναι αὐτή πού ἑνώνει μέ τόν Θεό, εἶναι ἡ ΣΥΝΦΩΝΙΑ εἰς τό ΚΑΛΟ, διότι ἡ συμφωνία εἰς τό ΚΑΚΟ εἶναι διχοστασία.'Αλλά καί ὁ ἅγιος Ἱωάννης ὁ Δαμασκηνός, ἐπαινῶν το ἀγαθόν τῆς εἰρήνης λέγει: «Τῆς ἐκκλησιαστικῆς εἰρήνης οὐδέν ὑψηλότερον»!, ... «γι’ αὐτήν ὁ νόμος καί οἱ προφῆτες, γι’ αὐτήν ὁ Θεός ἄνθρωπος ἔγινε, αὐτό (εἶναι) τό μέγα καί ἀνεξιχνίαστο πράγματι μυστήριο». «Αὐτήν (τήν εἰρήνην) ἦλθε ὁ Χριστός νά εὐαγγελισθῆ. Αὐτήν ὁ Χριστός στούς μαθητές του πρό τοῦ πάθους Του καί μετά τήν Ἀνάστασίν Του ἐδώρησε. Αὐτήν καί ὅταν ἀνέβηκε στούς οὐρανούς μέ τή σάρκα του, ἀπ’ ὅπου κατέβει ἄσαρκος, κληρονομιά στούς ἀποστόλους καί δι’ αὐτῶν στήν Ἐκκλησία του κατέλιπε», ἀλλά κάμνει μίαν σοβαράν διευκρίνισιν: «Εἰρήνη εἶναι ἡ συμφωνία στό ἀγαθό. Γιατί τό νά συμφωνεῖ κανείς στό κακό, μᾶλλον διχοστασία παρά εἰρήνη ὀνομάζεται».Δι αὐτήν τήν εἰρήνην δἐονται οἱ λειτουργοί τοῦ Ὑψίστου, δι' αὐτήν κοπιοῦν καί ἀγωνίζονται οἱ διάκονοι τοῦ Χριστοῦ, δι αὐτήν τήν εἰρήνην ἠγωνίζετο τά τελευταῖα ἔτη καί ὁ μακαριστός Ἱερομόναχος Θεόδωρος (κατά κόσμον Πρωθιερεύς Θωμᾶς Κοντογιάννης), καί δι' αὐτήν τήν εἰρήνην τήν ἀληθινήν εἰρήνην, τήν κατά Χριστόν εἰρήνην ὑπέστη καί διωγμούς καί ἐξορίας, δι' αὐτήν τήν εἰρήνην τῆς 'Εκκλησίας εἶχε τάξει νά κτίσει εἰς τήν Λευκάδα, τόπον τῆς καταγωγῆς του, παρεκκλήσιον εἰς τιμήν τῆς μνήμης τῆς ἁγίας Εἰρήνης τῆς Χρυσοβαλάντου, ὅπου ὅπως ειχε πεῖ νά τιμῶνται καί ἡ ἁγία Μεγαλομάρτυς Εἰρήνη ἡ Βασίλισσα καί ἡ ἁγία νεομάρτυς Εἰρήνη ἡ νεοφανής, καί εἶχε τότε ξεκινήσει τήν ἀνέγερσιν, πλήν ὅμως δέν ἠδυνήθη νά προχωρήση τήν κατασκευήν, ἀφοῦ ὑφίστατο τούς διωγμούς ἀπό ψευδαδέλφους.Ὅμως οὐδέποτε ἔπαυσε νά μᾶς ὑπενθυμίζη αὐτό τό τάμα του καί μᾶς εζήτησε μάλιστα ἐν ὅσω ἔζη, ὅπως ἔστω καί μετά τήν κοίμησίν του ἐκπληρώσωμεν τό τάμα του. ... Ἤδη χθές ὕστερα ἀπό κάποιες τυπικές πρακτικές διαδικασίες ἤρχισαν αἱ ἐργασίαι τῆς ἀνοικοδομήσεως πρός ἐκπλήρωσιν τοῦ τάματος. Ἡ Ἁγία Εἰρήνη ἀς πρεσβεύη νά ὁλοκληρωθῆ τό ἔργον τῆς ἀνοικοδομήσεως τοῦ ναοῦ της, ὥστε μόλις ὁλοκληρωθῆ καί γίνουν σύν Θεῶ τά 'Εγκαίνια, νά τελεῖται ἡ θεία Λειτουργία καί νά ἀναπέμπωνται πρός Θεόν αἱ ἱκετήριαι δεήσεις ὑπέρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου, ὑπέρ εὐσταθείας τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ 'Εκκλησιῶν, ὑπέρ τῆς τῶν πάντων ἐν ἀληθεία καί ἐν Ὀρθοδοξία ἑνώσεως καί ὑπέρ σωτηρίας τῶν ψυχῶν. ΑΜΗΝ

 

ΤΑ ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΑ



Ποιὰ εἶναι, πότε καὶ γιατί τελοῦνται

 Μέσα στὴν ἰδιαίτερη μέριμνά της γιὰ τοὺς κεκοιμημένους, ἡ ἁγία Ὀρθόδoξη Ἐκκλησία μας ἔχει καθορίσει ξεχωριστὴ ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος γι᾿ αὐτούς. Κάθε Σάββατο δηλαδή.

 Ὅπως ἡ Κυριακὴ εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, ἔτσι καὶ τὸ Σάββατο εἶναι ἡ ἡμέρα τῶν κεκοιμημένων, γιὰ νὰ τοὺς μνημονεύουμε καὶ νὰ ἔχουμε (ἐπι)κοινωνία μαζί τους. Σὲ κάθε προσευχὴ καὶ ἰδιαίτερα στὶς προσευχὲς τοῦ Σαββάτου ὁ πιστὸς μνημονεύει τοὺς οἰκείους, συγγενεῖς καὶ προσφιλεῖς, ἀλλὰ ζητᾶ καὶ τὶς προσευχὲς τῆς Ἐκκλησίας γι᾿ αὐτούς.

 Στὸ δίπτυχο (χαρτάκι), ποὺ φέρνουμε μαζὶ μὲ τὸ πρόσφορο γιὰ τὴ θεία Λειτουργία, ἀναγράφονται τὰ ὀνόματα τῶν ζώντων καὶ τῶν κεκοιμημένων, τὰ ὁποῖα μνημονεύονται.

 Σὲ ἐτήσια βάση ἡ Ἐκκλησία ἔχει καθορίσει δύο Σάββατα, τὰ ὁποῖα ἀφιερώνει στοὺς κεκοιμημένους της. Εἶναι τὰ Ψυχοσάββατα. Τὸ ἕνα πρὶν ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω καὶ τὸ ἄλλο πρὶν ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τῆς Πεντηκοστῆς.

 Τὸ Ψυχοσάββατο πρὶν ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω ἔχει τὸ ἑξῆς νόημα: Ἡ ἑπομένη ἡμέρα εἶναι ἀφιερωμένη στὴ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου. Ἐκείνη τὴ φοβερὴ ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία ὅλοι θὰ σταθοῦμε μπροστὰ στὸ θρόνο τοῦ μεγάλου Κριτοῦ. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ μὲ τὸ μνημόσυνο τῶν κεκοιμημένων ζητοῦμε ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ γίνει ἵλεως καὶ νὰ δείξει τὴν συμπάθεια καὶ τὴν μακροθυμία του, ὄχι μόνο σὲ μᾶς ἀλλὰ καὶ στοὺς προαπελθόντας ἀδελφούς, καὶ ὅλους μαζὶ νὰ μᾶς κατατάξει στὴν Ἐπουράνια Βασιλεία Του.

 Μὲ τὸ δεύτερο Ψυχοσάββατο διατρανώνεται ἡ πίστη μας γιὰ τὴν καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ὁποίας τὴν ἵδρυση καὶ τὰ γενέθλια (ἐπὶ γῆς) γιορτάζουμε κατὰ τὴν Πεντηκοστή. Μέσα στὴ μία Ἐκκλησία περιλαμβάνεται ἡ στρατευομένη ἐδῶ στὴ γῆ καὶ ἡ θριαμβεύουσα στοὺς οὐρανούς.

 Ὁ λόγος ποὺ τὰ καθιέρωσε ἡ Ἐκκλησία μας, παρ᾿ ὅτι κάθε Σάββατο εἶναι ἀφιερωμένο στοὺς κεκοιμημένους, εἶναι ὁ ἑξῆς: Ἐπειδὴ πολλοὶ κατὰ καιροὺς ἀπέθαναν μικροὶ σὲ ἡλικία ἢ στην ξενιτιὰ ἢ στὴν θάλασσα ἢ στὰ ὄρη καὶ τοὺς κρημνοὺς ἢ καὶ μερικοί, λόγῳ πτωχείας, δὲν ἀξιώθηκαν τῶν διατεταγμένων μνημοσύνων, «οἱ θεῖοι Πατέρες φιλανθρώπως κινούμενοι ἐθέσπισαν τὸ μνημόσυνον αὐτὸ ὑπὲρ πάντων τῶν ἀπ᾿ αἰῶνος εὐσεβῶς τελευτησάντων Χριστιανῶν». Συγχρόνως δέ, ἐνθυμούμενοι καὶ ἐμεῖς τὸν θάνατο, «διεγειρόμεθα πρὸς μετάνοιαν».

 Γιὰ τὴν ἱστορία καὶ μόνο ἂς γνωρίζουμε ὅτι: «Ἡ καθιέρωσις τοῦ Σαββάτου πρὸ τῶν Ἀπόκρεω ὡς Ψυχοσαββάτου ἐγένετο μᾶλλον κατ᾿ ἀπομίμησιν τοῦ Σαββάτου πρὸ τῆς Πεντηκοστῆς, ὡς μόνου προϋπάρχοντος».

Ἡ ὠφέλεια ἀπὸ τὰ μνημόσυνα

 Σύμφωνα μὲ ὁμόφωνη ἁγιοπατερικὴ μαρτυρία τὴν ὁποία ἐπιβεβαιώνει ἡ ἀδιάκοπη ἐκκλησιαστικὴ παράδοση αἰώνων, οἱ εὐχὲς γιὰ τοὺς νεκροὺς θεσπίστηκαν ἀπὸ τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους. Ἡ θέσπιση αὐτὴ ἔχει δύο βασικὰ θεμέλια: α) τὴν ἔννοια τῆς Ἐκκλησίας ὡς κοινωνίας ἁγίων, ποὺ ἀποτελεῖται ὄχι μόνο ἀπὸ τοὺς ζωντανούς, ἀλλὰ καὶ τοὺς «κεκοιμημένους» χριστιανοὺς καὶ β) τὴν πίστη στὴν μεταθανάτια ζωή, τὴν ἀνάσταση καὶ τὴν τελικὴ κρίση.
 Ἤδη στὶς Ἀποστολικὲς Διδαχὲς βρίσκεται ἡ διάκριση τῶν μνημοσύνων σὲ «τρίτα», «ἔνατα», «τεσσαρακοστὰ» καὶ ἐνιαύσια» (ἐτήσια), ἀνάλογα μὲ τὸ χρόνο τελέσεώς τους ἀπὸ τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου.
 Πολλοὶ συμβολισμοὶ τῶν ἐπιμέρους μνημοσύνων ἀναφέρονται ἀπὸ τοὺς πατέρες. Οἱ κυριότεροι εἶναι οἱ ἑξῆς: Τὰ «τριήμερα» συμβολίζουν τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μετὰ τὴν τριήμερη παραμονή Του στὸν τάφο καὶ τελοῦνται μὲ τὴν εὐχὴ ν᾿ ἀναστηθεῖ καὶ ὁ νεκρὸς στὴν οὐράνια βασιλεία. Τὰ «ἐννιάμερα» τελοῦνται γιὰ τὰ ἐννέα τάγματα τῶν αΰλων ἀγγέλων, μὲ τὴν εὐχὴ νὰ βρεθεῖ κοντά τους ἡ ἄϋλη ψυχὴ τοῦ νεκροῦ. Τὰ «τεσσαρακονθήμερα» τελοῦνται γιὰ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου, ποὺ ἔγινε σαράντα μέρες μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του, μὲ τὴν εὐχὴ νὰ «ἀναληφθεῖ» καὶ ὁ νεκρός, νὰ συναντήσει τὸ Χριστὸ στοὺς οὐρανοὺς καὶ νὰ ζήσει γιὰ πάντα μαζί Του. Τὰ «ἐτήσια», τέλος, τελοῦνται τὴν ἐπέτειο ἡμέρα τοῦ θανάτου, σὲ ἀνάμνηση τῶν γενεθλίων τοῦ νεκροῦ, καθώς, γιὰ τοὺς πιστοὺς χριστιανούς, ἡμέρα τῆς ἀληθινῆς γεννήσεως εἶναι ἡ ἡμέρα τοῦ σωματικοῦ θανάτου καὶ τῆς μεταστάσεως στὴν αἰώνια ζωή. Μνημόσυνα, ἀντίστοιχα μὲ τὰ παραπάνω, τελοῦνται τὸν τρίτο, ἕκτο καὶ ἔνατο μήνα ἀπὸ τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου («τρίμηνα», «ἑξάμηνα», «ἐννεάμηνα»).
 Τὴν μεγαλύτερη ὠφέλεια στοὺς νεκροὺς τὴν προξενεῖ ἡ τέλεση τῆς θείας εὐχαριστίας στὴ μνήμη τους, διότι τότε, μὲ τὶς μερίδες τους στὸ ἅγιο δισκάριο, «ἑνώνονται ἀόρατα μὲ τὸ Θεὸ καὶ ἐπικοινωνοῦν μαζί Του καὶ παρηγοροῦνται καὶ σώζονται καὶ εὐφραίνονται ἐν Χριστῷ» (ἅγιος Συμεὼν Θεσσαλονίκης).
 Ἐκτὸς ἀπὸ τὰ εἰδικὰ γιὰ κάθε κεκοιμημένο μνημόσυνα, ἡ Ἐκκλησία ἔχει στὶς καθημερινὲς ἀκολουθίες της, γενικὲς δεήσεις γιὰ τοὺς κεκοιμημένους, ὅπως εἶναι λ.χ. τὸ νεκρώσιμο μέρος τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Μεσονυκτικοῦ καὶ οἱ σχετικὲς ἀναφορὲς στὶς «ἐκτενεῖς δεήσεις» τοῦ Ἑσπερινοῦ, τοῦ Ὄρθρου καὶ τῆς θείας Λειτουργίας.
 Πρέπει νὰ σημειωθεῖ, ἂν καὶ αὐτονόητο, ὅτι ἡ Ἐκκλησία τελεῖ μνημόσυνα μόνο γιὰ τοὺς ὀρθοδόξους χριστιανοὺς ποὺ κοιμήθηκαν μέσα στοὺς κόλπους της.

Ἐξηγήσεις παρερμηνειῶν

 Θὰ πρέπει, τέλος, νὰ ἐξηγήσουμε ὅτι πολλὰ λάθη ἀπὸ τὴν ἄγνοια τοῦ παρελθόντος ἔχουν φτάσει ὡς τὶς μέρες μας, καὶ θὰ πρέπει ἄμεσα νὰ διορθωθοῦν.
 α) Τὰ μνημόσυνα θὰ πρέπει νὰ γίνονται ἀκριβῶς τὴν ἡμέρα ποὺ πρέπει καὶ ὄχι νωρίτερα ἢ ἀργότερα.
 β) Τὸ σπάσιμο γυάλινων ἀντικειμένων ἢ ἄλλων τοιούτων, εἶναι ἄκρως εἰδωλολατρικὴ συνήθεια καὶ ἁμαρτάνουν ὅσοι τὸ πράττουν.
 γ) Στὰ μνημόσυνα παραθέτουμε καὶ εὐλογοῦνται μόνο καλῶς βρασμένα κόλλυβα (σιτάρι) ὡς ἐνδεικτικὰ τῆς Ἀναστάσεως καὶ ὄχι ἀλλα ὑποκατάστατα (κουλουράκια-ψωμάκια-γλυκά κλπ.)
 δ) Τὸ πρῶτο Σάββατο τῆς Τεσσαρακοστῆς δὲν εἶναι «Ψυχοσάββατο», ἀλλὰ ἑορτάζουμε τὸ «διὰ κολλύβων» θαῦμα τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος.
 ε) Στὰ Ψυχοσάββατα μποροῦμε νὰ παραθέτουμε κόλλυβα εἴτε στὸν Ἑσπερινὸ τῆς Παρασκευῆς, εἴτε στὴν Θεία Λειτουργία τοῦ Σαββάτου, εἴτε καὶ στὰ δύο. Πρόκειται περὶ τῆς ἰδίας ἀξίας, ἀφοῦ ἡ ἴδια ἀκολουθία διαβάζεται.
 στ) Τὰ εὐλογηθέντα κόλλυβα δὲν τὰ σκορπίζουμε στὸν τάφο, οὔτε τὰ ἀπορρίπτουμε στὰ σκουπίδια, πράξεις ἐκκλησιαστικὰ ἀπαράδεκτες.
 Σὲ κάθε περίπτωση, ὑπεύθυνος γιὰ τὴν λύση τυχὸν ἀποριῶν σας, εἶναι μόνον ὁ ἐφημέριος ἱερεὺς τοῦ Ναοῦ.

Προέλευσις κειμένου: http://agstefanos.blogpsot.com

Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2017

Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΣ ΘΥΜΙΖΕΙ ΟΣΑ ΞΕΧΑΣΑΜΕ:



«Και βγήκαν τώρα κάτι δικοί μας κυβερνήτες, Έλληνες, σπορά της εβραιουργιάς, που είπαν να σβήσουν την Αγία Πίστη, την ορθοδοξία, διότι η Φραγκιά δεν μας θέλει με τέτοιο ντύμα Ορθόδοξον. Και εκάθησα και έκλαιγα δια τα νέα παθήματα. Και επήγα πάλιν εις τους φίλους μου τους Αγίους. Άναψα τα καντήλια και ελιβάνισα λιβάνιν καλόν αγιορείτικον. Και σκουπίζοντας τα δάκρυα μου τους είπα: «Δεν βλέπετε που θέλουν να κάνουν την Ελλάδα παλιόψαθα; Βοηθείστε, διότι μας παίρνουν, αυτοί οι μισοέλληνες και άθρησκοι, ότι πολύτιμον τζιβαϊρικόν έχομεν. Φραγκεμένους μας θέλουν τα τσογλάνια του τρισκατάρατου του Πάπα. Μην αφήσετε, Άγιοι μου αυτά τα γκιντί πουλημένα κριγιάτα της τυραγνίας να μασκαρέψουν και να αφανίσουν τους Έλληνες, κάνοντας περισσότερο κακό από αυτά που καταδέχθηκεν ο Τούρκος ως τίμιος εχθρός μας».