ΕΠΙ ΤΗ 71η ΕΠΕΤΕΙΩ ΑΠΟ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΕΡΑΡΧΟΥ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (+ 14 ΜΑΪΟΥ 1950)
Η εβδομηκοστή πρώτη επέτειος από της οσίας κοιμήσεως του αοιδίμου πνευματικού πατρός ημών και Αρχιεπισκόπου της Ακαινοτομήτου Εκκλησίας των Γ.Ο.Χ. κυρού Ματθαίου, μας καλεί να τιμήσωμεν μίαν πατερικήν και παραδοσιακήν μορφήν, και να εμβαθύνωμεν εις τους υπέρ της Ορθοδοξίας αγώνας του εις την μεγάλην προσφοράν του προς την Εκκλησίαν εις τους συγχρόνους χαλεπούς καιρούς.
Μελετώντες τον βίον και την εκκλησιαστικήν δράσιν αυτού, δυνάμεθα να διακρίνωμεν τρία κυρίως σπουδαία χαρακτηριστικά γνωρίσματα, δια των οποίων ηδυνήθη να φέρη εις αίσιον πέρας το πολύμοχθον της Ακαινοτομήτου Αγίας του Χριστού Εκκλησίας.
Τα τρία ταύτα γνωρίσματα είναι:
α. Ο θείος ζήλος και η θερμή αγάπη του προς τον Θεόν
β. Η συνειδητή βίωσις των αληθειών της ορθοδόξου Πίστεως και
γ. Η δύναμις της διδασκαλίας του.
Πρώτον χαρακτηριστικόν γνώρισμα του αειμνήστου Πατρός υπήρξεν ο θείος ζήλος του και η αγάπη του προς τον Θεόν.
Ο θείος ζήλος και η προς τον Θεόν αγάπη του αειμνήστου Αρχιεπισκόπου κυρού Ματθαίου, διαφαίνεται εξ αυτής της νεαράς του ηλικίας.
Εγεννήθη την 1ην Μαρτίου του έτους 1861 εις το χωρίον Πανέθυμον της Κρήτης. Ήτο γόνος ευσεβούς οικογενείας, και το δέκατον τέκνον του ευλαβούς Ιερέως Χαραλάμπους και της Πρεσβυτέρας Κυριακής.
Εις την Ιεράν Κολυμβήθραν έλαβεν το όνομα Γεώργιος. Ο Γεώργιος ανετράφη κατά τον Απ. Παύλον <<εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου>>, εις το χριστιανικόν ιερατικόν περιβάλλον της οικογενείας του. Προσέτι η θέλησις και η αγαθή του πραίρεσις συνέτειναν, ώστε εις την καρδίαν του να γεννηθή ενωρίς και αυξηθή ο θείος έρως και ο διακαής πόθος του προς τον Θεόν, διό και εις ηλικίαν μόλις 12 ετών εισέρχεται εις την Ιεράν Μονήν της Θεοτόκου της Χρυσοπηγής, όπου και προχειρίζεται αναγνώστης. Εις την Ιεράν Μονήν ο Γεώργιος δια της μελέτης των Θείων Γραφών και εκκλησιαστικών βιβλίων καλλιεργείται ηθικώς και πνευματικώς δια να καταστή αργότερον πιστός εργάτης του Ιερού Ευαγγελίου.
Τέσσαρα έτη αργότερον αναχωρεί εκ της Μονής κατ' εντολήν του Γέροντός του και μεταβαίνει εις Αλεξάνδρειαν προς συμπλήρωσιν των γυμνασιακών του σπουδών, τας οποίας επεράτωσεν κατά το έτος 1880 αριστεύσας.
Δείγμα ευλαβείας και αγάπης προς τον Θεόν του νεαρού Γεωργίου υπήρξεν η επιθυμία την οποίαν έτρεφεν ενδομύχως να μεταβή εις τα Ιεροσόλυμα και να προσκυνήση τους Αγίους Τόπους.
Μετά την αποπεράτωσιν των γυμνασιακών του σπουδών εις Αλεξάνδρειαν μεταβαίνει εις Ιεροσόλυμα, όπου γνωρίζεται μετά του τότε Πατριάρχου Ιεροθέου, όστις διαβλέπων τον Θεοσεβή χαρακτήρα του και τους ευγενείς πόθους της καρδίας του, τον εισάγει εις την Θεολογικήν Σχολήν του Τιμίου Σταυρού. Είχεν συμφοιτητάς, τους μετέπειτα πρωτεργάτας του ημερολογιακού σχίσματος, τον Μελέτιον Μεταξάκην και Χρυσόστομον Παπαδόπουλον.
Το 1855 αποφοιτά και χειροτονείται διάκονος υπό του Πατριάρχου Νικοδήμου εις τον Ιερόν Ναόν της Αναστάσεως του Σωτήρος, όπου και διακονεί επί έν έτος. Η φιλέρημος όμως καρδιά του διακόνου Γεωργίου φλέγεται υπό του ζήλου της ανωτέρας πνευματικής ζωής.
Θιασώτης της ερημικής ζωής καθώς ήτο, παρ' όλον ότι ο Πατριάρχης Νικόδημος τον προώριζε δια τας ανωτέρας τάξεις των κληρικών του Πατριαρχείου, λαμβάνει την άδειάν του δια να μεταβή εις το Άγιον Όρος.
Εις την Σκήτην της Αγίας Άννης υποτάσσεται εις το ασκητικώτατον και αυστηρότατον Γέροντα Νεκτάριον, από τον οποίον χειροτονείται μεγαλόσχημος μοναχός και λαμβάνει το όνομα Ματθαίος.
Υπό την σοφήν καθοδήγησιν και διακυβέρνησιν του Γέροντος Νεκταρίου ο Μεγαλόσχημος διάκονος Ματθαίος αρχίζει την ασκητικήν του παλαίστραν, ρίπτεται μετά ζήλου εις την κάμινον της υποταγής προς εκκοπήν του θελήματος, εκ της οποίας θα εξέλθη αργότερον με πεπυρακτωμένας τας πνευματικάς του δυνάμεις με ολονέν αυξανόμενον τον ζήλον της πνευματικής τελειώσεως.
Αργότερον ο λύχνος τίθεται επί την λυχνίαν.
Μετά πάροδον επτά ετών υποταγής και υπακοής, ο διάκονος Ματθαίος λαμβάνει το αξίωμα της Ιερωσύνης. Χειροτονείται Ιερομόναχος και καθίσταται ένας από τους πλέον διακεκριμένους πνευματικούς του Αγίου Όρους.
Επ' αρκετά χρόνια διατελεί πνευματικός εις το Άγιον Όρος και συγκεκριμένως εις τας Μονάς Μεγίστης Λαύρας, Σίμωνος Πέτρας, Σκήτης Καυσοκαλυβίων, Διονυσίου, Κωσταμονίτου και άλλας. Ως πνευματικός Πατήρ ο Ιερομόναχος Ματθαίος διεκρίνετο εν Αγίω Όρει δια την βαθείαν εμπειρίαν του και μεγίστην διάκρισιν. Ως τοιούτος είχεν καταστή εις των πλέον ονομαστών πνευματικών, εις το Άγιον Όρος. <<Ο Μέγας πνευματικός>> έλεγον οι σύγχρονοί του Αγιορείται, όχι μόνον δια τας πνευματικάς του εμπειρίας, αλλά και διότι εγνώριζε να συνδυάζη την αυστηρότητα μετά της διακρίσεως. Ως Ιερομόναχος πλέον ο ζηλωτής Ματθαίος δια της επιμόνου προσευχής, της εγκρατείας, της νηστείας και γενικώς της αυστηράς εφαρμογής πάντων εκείνων των πνευματικών μέσων, δια των οποίων πραγματοποιείται η κάθαρσις και ο φωτισμός του νοός, η λέπτυνσις και η διαύγεια των ψυχικών και πνευματικών αισθήσεων, καθώς και η ανύψωσις του φρονήματος εκ των γηΐνων εις τα θεία και ουράνια, καθίσταται πλέον υπόδειγμα αρετής και αυταπαρνήσεως.
Εις τοιούτον δε σημείον τον ανεβίβασεν η ζέουσα πίστις του, ο ένθεος έρως του και η ολοκληρωτική αυταπάρνησίς του, ώστε να επιζητή και να παρακαλή τον Θεόν να τον αξιώση να λάβη μαρτυρικόν θάνατον δια την αγάπην Του.
Ιδού τί έγραφεν εις μίαν πρόχειρον σημείωσιν επί του εξωφύλλου ενός βιβλίου, το οποίον έφερεν εξ Ιεροσολύμων, ότε δια δευτέραν φοράν μετέβη εις προσκύνησιν.
<<Αξίωσέ με Αγία Αικατερίνη, να μαρτυρήσω, και για την αγάπη του Χριστού το αίμα μου να χύσω. Το αίμα και το σώμα μου, όπως παραναλώσω>>.
Χαρακτηριστικόν όμως εν προκειμένω είναι και το περιεχόμενον της απαντητικής επιστολής του Επισκόπου Πενταπόλεως Αγίου Νεκταρίου προς τον Ιερομόναχον Ματθαίον το 1910. Ως καταφαίνεται εκ της επιστολής ταύτης, οι δύο Πατέρες είχον στενήν πνευματικήν επαφήν και εις σχετικήν ερώτησιν του Ιερομονάχου π. Ματθαίου ο Άγιος Νεκτάριος του απάντησεν ως εξής:
<<Πανοσιολογιώτατε Πάτερ Ματθαίε! Καθήκον μου θεωρώ να δώσω υμίν την εξής συμβουλήν ως προς το διαφλέγον την καρδίαν σου ζήτημα του μαρτυρίου. Σας συμβουλεύω, πρίν λάβετε συμβουλάς εναρέτων Πατέρων, να μή μεταβήτε προς αναζήτησιν μαρτυρίου. Εύχομαι όπως ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, υπέρ ου την ψυχήν σου τίθεις, να σε διαφυλάττη, να σε καθοδηγή και διαφωτίζη>>.
Ο ζήλος και η αγάπη προς τον Θεόν του Ιερομονάχου Ματθαίου δεν έπαυσαν εις ολόκληρον την ζωήν του. Ολόκληρος η εκκλησιαστική του δράσις, οι κόποι της ασκητικής του ζωής και οι αγώνες του υπέρ της Ορθοδοξίας, ως θα ίδωμεν, δεν είναι άλλο παρά μία έκφρασις της αυταπαρνήσεως και του ζήλου του. Αυτό το πνεύμα της αυταπαρνήσεως και του θείου ζήλου ευρίσκεται διάχυτον εις τα περισσότερα των εγγράφων επιστολών και εγκυκλίων του.
Διαφαίνεται εις την ασκητικήν του ζωήν, την μελέτην της καθημερινής του πάλης κατά του διαβόλου και της αμαρτίας, εις τας συνεχείς προσευχάς και αγρυπνίας, εις την προσήλωσίν του εις τα Ουράνια εις την αγάπην του προς τον Θεόν, δια των οποίων εκάθαρεν εαυτόν και απέκτησε πνευματικάς εμπειρίας, ώστε να καταστή άριστος πνευματικός αγωνιστής εις τον αγώνα τον πνευματικόν, τον αγώνα της τελειώσεως.
Ούτω, αφού εκάθαρε πρώτον εαυτόν και ηγωνίσθη δια τας αγίας Ευαγγελικάς αρετάς, ηδυνήθη κατόπιν και ως πνευματικός πατήρ, να καθοδηγή τας ψυχάς των πνευματικών του τέκνων.
Χαρακτηριστική ήτο η προς τους εξομολογουμένους αυστηρότης, η αυστηρότης του όμως αύτη ορμωμένη εκ της ιδίας πρότερον αυστηράς πνευματικής ζωής του, ενεφορείτο υπό πνεύματος διακρίσεως και διδασκαλίας (παιδαγωγούσα αυστηρότης), εις τρόπον ώστε να μην απωθή τον εξομολογούμενον, αλλά τουναντίον να εξυπνά αυτόν από τον λήθαργον της αμελείας και της συνηθείας και να τον παροτρύνη εις ειλικρινή μετάνοιαν.
Εις τούτο δε ακριβώς έγκειται και η έλξις και επιρροή την οποίαν ήσκει εις όσους ήρχοντο εις επαφήν μετ' αυτού δια πνευματικάς ή και ετέρας ατομικάς υποθέσεις.
Με τοιαύτα προτερήματα, ο Ιερομόναχος και πνευματικός Πατήρ Ματθαίος, ηξιώθη ως προηγουμένως εξεθέσαμεν να καλήται από τους Αγιορείτας πατέρας <<ο μέγας πνευματικός>>.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου