ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΑΡΝΟΥΜΕΝΩΝ ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ
ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΣ
<<Αμήν αμήν λέγω υμίν, εάν μή φάγητε την
σάρκα του υιού του ανθρώπου, και πίητε αυτού
το αίμα, ούκ έχετε ζωήν εν αυτοίς>> (Ιω.κ.ς).
Ήτο τις βασιλεύς ευσεβής και πολλά ενάρετος, όστις είχε συνήθειαν να ακούη καθ' ημέραν την Ιεράν Λειτουργείαν, και να κοινωνά τα θεία Μυστήρια με πολλήν ταπείνωσιν, και ευλάβειαν. Δια την καθαράν ουν αυτού πολιτείαν, του έδειξεν ο ελεήμων Θεός μίαν οπτασίαν θαυμάσιον περί της Θείας Μυσταγωγίας, ην ηυλαβείτο τοσούτον ο αξιέπαινος, και ακούσατε να λάβετε πολλήν ευφροσύνην και αγαλλίασιν. Ούτος ο βασιλεύς είχεν πληρωμένους τρεις ιερείς , να λειτουργούσι κατά διαδοχήν εις τον Ναόν, όπου είχεν κτισμένον πλησίον του παλατίου αυτού, και μίαν ημέραν απήλθεν ο εις ιερεύς, και ητοιμάσθη να λειτουργήση κατά το σύνηθες, νομίζωντας ότι θέλει έλθει και ο βασιλεύς καθώς έχει συνήθειαν πάντοτε.Αλλά ο Θεός του έδειξεν μίαν οπτασίαν θαυμάσιον δι' εκστάσεως.Όθεν δεν επήγεν σωματικώς εις την Εκκλησίαν. Έβλεπεν ουν εις το όραμά του, ότι εστέκετο εις την Λειτουργίαν και αφού έκαμαν την μεγάλην Είσοδον, βλέπει και ήτον μία κολώνα όρθια από την αγίαν Τράπεζαν έως άνωθεν των ουρανών φωτεινή και υπέρλαμπρος. Πλησίον δε αυτής εστέκετο ένα βρέφος μικρόν εις την ηλικίαν, τοσούτον έκλαμπρον και όπου υπερέβαινεν εις την λάμψιν τον Ήλιον. Τον δε ιερέα έβλεπε μεταμορφούμενον εις είδος κρυστάλλου. Έπειτα αφού ήλθεν εις το Κοινωνικόν, εποίησαν ασπασμόν αλλήλοις, ήγουν εφίλησε το βρέφος τον ιερέα, και αυτός εκείνον. Έπειτα του εφάνη πως έτρωγε το Θείον βρέφος τον ιερέα, και πάλιν, έμεινε σώος ο ιερεύς και ακέραιος. Θαμβούμενος εις ταύτα ο βασιλεύς, εβόησεν προς αυτόν, και είπε. Τί στέκεσαι, και δεν μεταλαμβάνεις το άγιον Σώμα του Χριστού; Ο δε ιερεύς απεκρίνατο. Πρώτον πρέπει να με λάβη αυτό το Θείον βρέφος, να με μετατρέψη εν Αυτώ, καθώς βλέπεις, και τότε να κοινωνήσω και εγώ το τίμιον αυτού και άγιον Σώμα. Λέγει του ο βασιλεύς. Ποίο είναι αυτό το βρέφος; Ο δε είπεν. Ούτος εστίν ο βασιλεύς των βασιλευόντων, και Δεσπότης των αχράντων Δυνάμεων, και απάσης της κτίσεως. Ταύτα ακούσας ο βασιλεύς, έπεσεν εις την γην δεόμενος μετά δακρύων, ο επίγειος του Ουρανίου βασιλέως να τον ευλογήση και να συγχωρήση τας αμαρτίας του. Τον Θείον βρέφος εκύτταξε τον βασιλέα με ιλαρόν πρόσωπον, και ηυλόγησεν αυτόν με την ιεράν αυτού δεξιάν, και είπεν. Ευλογημένος να είσαι παρά του Πατρός, παρ' εμού, και του αγίου Πνεύματος. Ταύτα ειπών ο Δεσπότης, ηγέρθη ο βασιλεύς, και είδεν αυτόν και ανήλθεν εις τους ουρανούς με τον ιερέα, και όσους εμνημόνευσε την ημέραν του ευσπλάγχνου Πατρός. Ταύτα ιδών ο βασιλεύς εξύπνησε, και έλαβε πολλήν ευφροσύνην, πως τον ηξίωσεν ο Πανάγαθος να ιδή τοσούτον μυστήριον, το οποίον δεν το εφανέρωσε τινος, έως την ώραν του θανάτου του, οπού το είπεν εις ημετέραν νουθεσίαν και αγαλλίασιν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου