Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρασκευή 3 Μαΐου 2019

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ

Από την δημόσια ομάδα του Facebook ''Κύριε δίδαξέ με να σε αγαπήσω''.


Ο ΣΕΒΑΣΜΙΟΣ ΟΙΚΟΣ ΤΗΣ ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ ΣΤΗΝ ΚΩΝ/ΠΟΛΗ
ΚΑΙ ΜΕΡΙΚΑ ΑΠΟ ΤΑ 63 ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΣ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ ΕΚΕΙ
ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΚΑΛΛΙΣΤΟΥ ΤΟΥ ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΥ ( ΕΤΟΣ 1812 )
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟΝ


Έπαινος της Κωνσταντινουπόλεως.

Ποίος δεν ηξεύρει το κομμάτι της οικουμένης, δηλαδή την Κωνσταντινούπολιν, η οποία είναι ομφαλός της γης, ή να είπω καλύτερα η καρδία ταύτης ? Ο δε ποιητής ήθελε την ειπή ευπορίαν της γης και κοινόν σύνδεσμον της Ανατολής και της Δύσεως , η οποία συνερίζεται με την ευμορφίαν της , και εις την μεγαλειότητά της, εις την οποίαν συρρέουσιν όλα τα καλά των άλλων μερών της γής . Αυτή δε πάλιν , ως από κέντρου , ή από καρδίας , ωσάν μήτηρ φιλόστοργος αποδίδει απανταχού εις τα τέκνα της τα αγαθά της . Και έχει τοιαύτην αρμόνιον θέσιν , και ευφυέστατην γην, οπού καθώς την ιδή τινάς θέλει ειπή ότι πρέπει βέβαια να είναι καθέδρα Βασιλικής εξουσίας , και να έχη το κράτος και την υπεροχήν κατά πάσης της οικουμένης .
Διότι είναι τετραμμένη , και βλέπει προς ανατολάς, ωσάν να προσαπαντά τον ανατέλοντα ήλιον, και προχωρεί από την γήν ως πορθμός σμιγομένη με το πέλαγος της θαλάσσης, θέλουσα τρόπον τινα μέ τούτο να φανερώση την φιλανθρωπίαν της, ορέγουσα χείρα βοηθείας εις τους πλέοντας οπού θέλουν να αράξουν εις αυτήν , και να θεωρήσουν τα φυσικά της κάλλη και προτερήματα , και τους λιμένας οπού έχει κύκλωθέν της , και την άφθονον θάλασσαν , ώστε εν ταυτώ να φαίνεται και νήσος και ήπειρος. Πλησίον της δε έχει και τας αντίπερα νήσους , ώσπερ δούλας προς υπηρεσίαν της, διά να προσφέρουν τα όσα ευρίσκονται είς αυτάς θαλάσσια εδώδιμα. Εν τοσούτω γή τε, και θάλασσα διερχομένη διά του στενού, αμιλλώνται οποία των δύω να την οικειοποιήθη, και να την δωρηφορήση με τα εδικάτης καλά, ως Βασίλισσαν.
Διό απολαμβάνουσα αυτή η πόλις τα τε από γής και θαλάσσης αγαθά και προϊόντα , αποφεύγει τα λυπηρά και τας απορίας. Τοιούτον δε εύκρατον έχει αέρα με την καλήν θέσιν της, και με τόσην συμμετρίαν αυτός πνέει επάνωθέν της , οπού είναι άριστα συγκερασμένος, και οι κάτοικοί της τον εμπνέουσιν ήδιστα, και τοσούτον υπερβαίνει τους λοιπούς αέρας της γής, όσον αυτή διαφέρει κατά τα φυσικά της χαρίσματα. Ποίος ημπορεί να επαριθμήση τας νοστιμάδας της διά τας ράχας οπού έχει και τους κάμπους ? τα τρεξίματα των αερίων ποταμών , και τα άφθονα ρεύματα των υδάτων, αρμόδια προς γονιμότητα παντοίων φυτών και πωρικών ?
και μήτε ορεινή είναι, μήτε υπτία και πεδεινή, σχηματιζόμενη εις κάθε φύσιν και είδος της ωραίοτητος. Αλλά τι σιωπώ τα μεγαλήτερα? Αύτη είναι εις τους ανατολικούς πατρίς των μαθημάτων, και διδάσκαλος της αρίστης σοφίας , και πάσης τέχνης και παιδεύσεως. Διότι καθ’ ένας απ’ εδώ την σοφίαν και γνώσιν των όντων πορίζεται, και από αυτήν την πόλιν διεδίδετο η ευσέβεια εις όλα τα έξω μέρη, και σχεδόν ήτον παρεκτίκη παντός αγαθού . Αποδεικνύεται δε τοιαύτη και διά τους θείους ναούς και τας χάριτας οπού έχει, και διά τα άλλα περικαλλή οικοδομήματα , τα οποία με την λαμπρότητά των αποδίδουσιν ουκ ολίγην την έκπληξιν εις τους θεατάς.

Έπαινος της Αγίας Σοφίας.

Προς τούτοις δε και ο μέγας και θείος ναός, ός τις από την σοφίαν οπού είχεν η πόλις έλαβε και την ονομασίαν, επιφέρει εις την πόλιν αυτήν τον πλέον αρμόδιον στολισμόν και πρέποντα εις την αυτής βασιλικήν εξουσίαν, διότι είναι και μεγαλήτερος, και κάλλιστος των απανταχού ναών της γής. Είναι δε ανώτερος πάντων και διά την μεγαλειότητα, και διά την τερπνότητα και εφαρμογήν οπού έχει , ώστε να συγκρίνεται και να παρομοιάζεται με τον κατάστερον ουρανόν , και να λογίζεται ότι είναι έργον θείας δυνάμεως . Και μιμείται την φύσιν της σοφίας, της οποίας επιφέρει το όνομα, και πάντοτε εφέλκει τον θεατήν , ως μετά βίας τινός προς την θεωρίαν του , με το να μην ημπορή να ιδή είς αυτόν πράγμα το ένα από το άλλο καλήτερον. Και τόσον είναι το μεγαλείον αυτού του ναού, οπού ο μη ιδών αυτόν να τον υποθέτει φάντασμα.
Ο δε ιδών, να νομίζη ουκ ανθρώπινον το έργον , αλλά θείον , και οικείοτατον αφιέρωμα, δηλωτικόν ουκ άλλης πόλεως, αλλά της τοιαύτης. Και αν οι παλαίοι ποιηταί, ελάμβανον ύλην της ποιήσεώς των το τοιούτον έργον, άφηναν τα άλλα μυθολογήματα , και ενησχολούντο είς ταύτην την ποίησιν, ως έργον βέβαια και φιλοτέχνημα των κρειττόνων. Εγώ όμως δικαίως ήθελα τον ονομάσει φιλοτέχνημα της υπερουσίου Τριάδος, διά να είναι και εις την γήν εξαίσιον τι σκήνωμα του Κυρίου, και θείος τις οίκος ουρανίων τε και επιγείων, επιφέρων του άνω στερεώματος την ευπρέπειαν περισσότερον από κάθε άλλον ναόν.
Αλλά και εις τους έξωθεν διαπλέοντας, πόρρωθεν προδεικνύει την πόλιν, φαινόμενος οία πυρσός μακρόθεν και βουνός, και εξ αυτού να συμπεραίνουσιν οι άνθρωποι και τα λοιπά καλλωπίσματα της πόλεως. Ημπορεί δε τινας να διαιρέση αυτόν εις τρία μέρη, εις το κατάγειον, εις το μέσον, και εις το ανώτερον και υψηλότερον, και οίον ειπείν αιθέριον. Τα δε διαβάματα και τα κυκλώματα οπού έχει, οι γεωμέτραι δύνανται να τα εννοήσωσι κατά τέχνην, αν και αυτοί δεν μένωσιν έκθαμβοι .
Βλέπει όμως πανταχού τινάς μίαν παράδοξον προσαρμογήν , το μήκος οπού έχει προς το πλάτος, και το βάθος προς το ύψος , συμπληρούσι τον ναόν με μετριότητα θαυμασίαν. Αλλά και αυτά τα τέσσαρα στοιχεία, ερίζοντα προς άλληλα έκαστον, οικειοποιείται τον ναόν. Ο μεν αιθήρ διά την πολλήν υψηλότητά του, η δε γή διά την βαθύτητα των θεμελίων του , ομοίως και ο αήρ διά την μεσαίαν του στάσιν . Το δε ύδωρ περιχεόμενον κύκλωθεν αυτού, ώσπερ τι όχημα γίνεται και τον οικειοποιείται .
Ο δε ναός διά να λύση την εν αυτοίς έριν και φιλονεικίαν , χαρίζεται εαυτόν εις τους πάντας , εις μεν τον ουρανόν έχων υψηλά την κάραν, εις δε την γήν βαίνων επ’ αυτής στερεώς, το δ’ αληθέστερον υπέρ κατάληψιν ο ναός επ’ ουδενός εδραιζόμενος, ει μη εις την του Θεού παλάμην, ού και τω νεύματι και εκτίσθη άνωθεν, και συνέχεται έως τέλους. Και δεν σφάλλει τινάς, εάν τον καλέση στερέωμα του ουρανού , ή έσχατον όρον των καθ’ ημάς αγαθών. Και τοιαύτην καλλονήν και μεγαλειότητα έχει το θείον τούτο έργον, ώστε έκαστος και ευπορίαν και ύλην ικανήν έχει διά να επαινέση αυτόν. Αλλ’ ούτε είναι εύκολον και πρόχειρον του καθ’ ενός διά να δείξη τα μεγαλεία του.
Αλλ’ άς επανέλθωμεν εις την προτέραν διήγησιν. Από αυτής λοιπόν της βασιλευούσης των πόλεων, τα χερσαία τείχη εις ολίγον διάστημα , καθ’ ό μέρος ήτον κτισμέναι και αι χρυσαί πύλαι προς δόξαν της, είναι τόπος, απέχων σχεδόν εν στάδιον με προτερήματα αρκετά, απ’ αρχής αφιερωμένος εις την κυρίαν Θεοτόκον, και με εύκρατον αέρα περικυκλούμενος , και με διάφορα δένδρα κατακοσμούμενος . Το δε πλείστον με φυτουργίαν κυπαρίσσων και πλατάνων, ός τις έχει κύκλωθεν χορτάρια ευθαλή και απαλά με άνθη διάφορα , τόσον δια στρομνήν καθίσματος, όσον και διά τροφήν βοσκημάτων.
Εκείθεν αναβλύζουσα μία πηγή ύδατος καθαρά και ποτίμου, έφερεν είς την τοποθεσίαν μεγάλην χάριτα και νοστιμάδα . Εις το οποίον ύδωρ επισκύψασα και η θεία χάρις, το έκαμεν ενεργόν και ποιητικόν πολλών θαυμασίων . Αλλά διά την πολυκαιρίαν , και το ανεπιμέλητον του τόπου, επεσωρεύθη εκεί πηλός και λάσπη πολλή, και εκάλυψεν αυτό το ύδωρ. Ομοίως και η συνέχεια των πολλών δένδρων και θάμνων έκαμνε το ύδωρ αδιέξοδον , και εφαίνετο πόρρωθεν ο μεν τόπος λασπώδης και νοτερός , η δε πηγή εκείνη μόλις εγνωρίζετο από ολίγην τινα νοτίδα.

Θαύμα Πρώτον.

Ο Ιουστινιανός , ός τις ανακαινίσας ωκοδόμησεν ύστερον εις τιμήν της Θεοτόκου αυτόν τον ναόν υψηλότερον και περιφανέστερον , διά την ευεργεσίαν οπού έλαβε παρ’ αυτής , όταν έπασχεν αυτός ο Βασιλεύς , από μίαν υπόστασιν της πέτρας , η οποία έγινεν από μίαν σκληράν διαγωγήν και φαύλην δίαιταν , και με μεγάλον πόνον ειχε δυσουρια , και δεν εδυνήθη να θεραπευθή με την βοήθειαν των ιατρικών , αλλά το πάθος αυτό έφθασεν εις τόσην ακμήν , όπου απελπίσθη από τους ιατρούς η ζωή του , και εκινδύνευεν εις θάνατον . Διό ευρισκόμενος ο Βασιλεύς εις τοιαύτην κακήν κατάστασιν , εν ώ κατέκειτο μέσα εις την στρωμνήν του , περί μέσης της νυκτός ήκουσε μίαν φωνήν γλυκυτάτην να λέγη: "Αδύνατον είναι , ώ Βασιλεύ , να λάβης την προτέραν υγιείαν σου , εάν δεν πίνης από το εδικόν μου ύδωρ".
Ο δε Βασιλεύς μήτε την φωνήν τίνος ήτον εγνώρισε , μήτε ήξευρε το Ύδωρ αυτό εις ποίον τόπον ευρίσκεται , και ελυπείτο . Εις άλλην δε νύκτα , έξυπνος ών ο Βασιλεύς προς το ξημέρωμα , ενεφανίσθη αυτώ η κυρία Θεοτόκος με σχήμα σεμνόν και κόσμιον , και λέγει είς αυτόν : "Εγέρθητι από την κλίνην σου , και πορεύθητι παρευθύς εις την εδικήν μου πηγήν , και αμέσως πίε από το ύδωρ αυτής , και θέλεις λάβης την υγιείαν σου".
Διό ο Βασιλεύς υπακούσας , επορεύθη εις την πηγήν της Θεοτόκου , και πίνων ευθύς χορταστικά από το ύδωρ της πηγής αυτής εθεραπεύθη από το πάθος του με την βοήθειαν της Θεοτόκου . Ότι το ύδωρ αυτό εξέβαλε τον εμπαθή λίθον από τα εντόσθια του Βασιλέως συντρίβων αυτόν και διαλύων, ως θείον ύδωρ και σωτήριον .
Λοιπόν προς αμοιβήν της ευεργέτιδος Θεοτόκου , η οποία εχάρισεν εις αυτόν και την βασιλικήν εξουσίαν, ανήγειρεν επάνω εις τα πρώτα θεμέλια αυτόν τον νύν ορώμενον περικαλλή ναόν , διά να είναι υπόδειγμα και κύρηξ διαπρύσιος της μεγάλης ευεργεσίας οπού έλαβε .

Θαύμα Δευτερον

Η Θεοδώρα γυνή του Βασιλέως Ιουστινιανού του μεγάλου είχε τινά συγγενίδα Γλυκερίαν ονόματι . Αυτή έπασχεν δεινην αρωστεια , μη δυναμένη να ιατρευθή . Τούτο μεν διά το δυσίατον και σφοδρόν του πάθους της , εκινδύνευεν η κόρη είς θάνατον . Εμφανισθείσα λοιπόν η παρθένος Θεοτόκος εις αυτήν , την προστάζει διά να πίη από το ύδωρ της εδικής της πηγής , και να χρίση το πάσχον αυτής μέλος από τον εκείσε πηλόν του ύδατος . Και τούτο ποιήσασα η Γλυκερία παρευθύς ιατρεύθη από το πάθος της.

Θαύμα Τριτον.

Ούτος ο Βασιλεύς Ιουστινιανός εν ώ εκυβέρνα την βασιλείαν των Ρωμαίων είχε κάποιον αξιωματικόν ευγενή Άρχοντα , ο οποίος ασθενήσας έλαβεν ιατρικόν παρά τινός Ιατρού ήτοι εις πολλήν δόσιν , ή ανάρμοστον εις το πάθος του και αντί να τον ωφελήση , τον έβλαψε περισσότερον . Διότι ηκολούθησεν εις αυτόν μία δίψα σφοδρά , και επροξένησεν εις τα εντόσθιά του μέγιστον πυρετόν και λαύραν. Θέλων δε να ελευθερωθή από την τοιάυτην καύσιν χωρίς να ακούση πλέον τον Ιατρόν , έπινε ψυχρόν νερόν αρκετόν , το οποίον εισερχόμενον μέσα εις τας φλέβας και ανοικτούς του πόρους επροξένησε ρήξιν των αγγείων εις τόσον βαθμόν, οπού άρχισε και έτρεχεν αρκετόν αίμα από τα εντόσθιά του, και μην ευρίσκωντας Ιατρόν διά να τον θεραπεύση από το τοιούτον πάθος , επλησίαζεν εις τον θάνατον .
Η δε βασιλίς Θεοδώρα πάντοτε επαρακίνει τον άνωθεν Άρχοντα διά να προστρέξη εις το ύδωρ της ζωοδόχου πηγής , όπως λάβη την θεραπείαν του, προβάλλουσα παράδειγμα και την θεραπείαν του τε Βασιλέως , και της Γλυκερίας συγγενούς της . Καταπείθεται λοιπόν ο ασθενής , και μετ’ ευλαβείας και πίστεως προστρέχει εις την ζωοδόχον πηγήν , από το ύδωρ της οποίας πίνων, ηλευθερώθη από την ρύσιν του αίματος . Η θεραπεία αυτή ομοιάζει πως με εκείνην της εν τώ Ευαγγελίω αιμορροούσης .
Πλήν εκείνη μεν ιατρεύθη απτομένη μόνον μετά πίστεως του κρασπέδου του Ιησού , ο δε Άρχων ούτος μετά της Γλυκερίας και του Βασιλέως με την ιδίαν πίστιν , πίνοντες και από το ύδωρ απηλλάχθησαν των παθών , τουτέστι μία πηγή ζωηρά ιάτρευσε την νοσώδη πηγήν αυτών των παθών . Και ποίος νούς ανθρώπινος δεν σκοτίζεται αδυνατών να επαριθμήση τα πολλά θαυμάσια της Θεομήτορος? Δια τούτο εν αμηχανία και απορία ευρισκόμενος και εγώ, εκείνα μόνον θέλω διηγηθή όσα είναι κεφαλαιώδη και επιφανή, και δύναμαι με την βοήθειαν της Θεοτόκου να τα διαλάβω.

Θαύμα Τεταρτον.

Άς περιγράψω λοιπόν και το θαύμα οπού έγινεν υπό της κυρίας Θεοτόκου εις την Ευδοκίαν αδελφήν του Βασιλέως Μαυρικίου. Αυτή από μίαν κακοχυμίαν εύγαλεν εις το στηθος, ένα πάθος το πλέον μοχθηρόν από όλα τα πάθη , το οποίον οι Ιατροί το ονομάζουσι καρκίνον. Το πάθος αυτό κατ’ ολίγον λαβόν αύξησιν, περιεκύκλωσε τον μαστόν της , και έδιδεν εις αυτήν πόνους δριμυτάτους, ώστε να προκρίνη τον θάνατον από την ζωήν , και κατ’ ολίγον τόσον εξαπλώθη το πάθος, ωσάν τις γείτονας κακός, ώστε έμελλε να κυριεύση και το μέρος της καρδίας , και εντός ολίγου να φέρη εις αυτήν και τον θάνατον .
Και με αυτήν συνέπασχον και ο αδελφός της Βασιλεύς Μαυρίκιος , και η Βασίλισσα η σύζυγός του . Αλλ’ η οξυτάτη βοήθεια της κυρίας Θεοτόκου επρόφθασεν εις αυτούς αθυμούντας και πάσχοντας , και φαίνεται την νύκτα η Θεοτόκος εις την Βασίλισσαν, λέγουσα: "Δεν πρέπει να ήσθε εις τοιάυτην λύπην και απορίαν , μήτε ν’ απελπισθήτε διά την νόσον της Ευδοκίας. Εάν αυτή προσέλθη εις τον ναόν μου, θέλει ελευθερωθή από το πάθος της".
Η δε Βασίλισσα διϋπνησθείσα εταράχθη διά την τοιάυτην οπτασίαν , μη γνωρίσασα πόθεν ήτον το όνειρον, και ποίος ήτον ο ναός της φανείσης γυναικός . Ως τόσον εδιηγήθη το όραμα τούτο εις τας γυναίκας οπού ήτον μέσα εις τα βασίλεια . Όθεν η μία έλεγε δια τον ένα ναόν , και η άλλη δια τον άλλον , χωρίς να κάμουν καμμίαν βεβαίαν απόφασιν . Και λοίπον την ιδίαν νύκτα πάλιν ενεφάνη η κυρία Θεοτόκος εις την Βασίλισσαν , και με σφοδρότερα λόγια λέγει εις αυτήν : "Δεν σοί είπον εγώ να στείλης την αδελφήν σου εις τον ναόν μου διά να λάβη την θεραπείαν της?"
Η δε Βασίλισσα της απεκρίυθη με φωνήν πεφοβισμένην : "Δεν ηξεύρω εις ποίον από τα σκηνώματά σου Κυρία να την στείλω, διά να τελειώσω την προσταγήν σου, με το να είναι πολλοί ναοί εν τη πόλει εις τιμήν του ονόματός σου". Και η Κυρία Θεοτόκος απεκρίθη εις αυτήν : "Τα εδικά μου βασιλικά παλάτια είναι κατ’ εξαίρετον τρόπον έξω των τειχών της πόλεως, κατασκευασμένα με διάφορα πικίλματα, όπου ευρίσκεται και πηγή ύδατος νάματα ρέουσα υγιεινά και ιάσιμα , από τα οποία ευθύς οπού ήθελε πίη η άρρωστος αδελφή σου, παραχρήμα θέλει ελευθερωθή από το πάθος του καρκίνου".
Λοιπόν αμέσως η Βασίλισσα ομού με την Ευδοκίαν διά νυκτός πριν να ξημερώση, προστρέχουσιν εις τον ναόν της ζωοδόχου πηγής. Και δή η Ευδοκία έπιε με πίστιν από εκείνο το ιερόν ύδωρ , βρέχουσα με αυτό και το πάσχον μέλος της, και χρίουσα αυτό με το έλαιον της κανδήλας, και εις ολίγων ημερών διάστημα ηλευθερώθη από αυτό το πάθος τη χάριτι των ζωηρρύτων υδάτων της Θεομήτορος .
(συνεχίζεται...)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου