Μιά
μεγάλη προσωπικότητα ἀδελφοί
μου προβάλλει ἡ
Ἐκκλησία
μας σήμερα μέ τήν Εὐαγγελική
περικοπή, παραλείποντας τό Εὐαγγέλιο
τῆς
Γ΄ Κυριακῆς
τοῦ
Ματθαίου. Ὁ
λόγος εἶναι
προφανής. 24 Ἰουνίου
γιορτάζομε τό γενέσιο τοῦ
Ἁγίου
Ἰωάννου
τοῦ
Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ.
Ὁ
Ἰωάννης,
ὁ
γιός τοῦ
Ζαχαρία καί τῆς
Ἐλισάβετ,
ὁ
ὁποῖος
γεννήθηκε μέ θαυμαστό τρόπο, σέ μεγάλη
ἡλικία
τῶν
γονέων του, ἐπρόκειτο
κατά πρόνοιαν τοῦ
Θεοῦ
νά ἀναδειχθῇ
ὁ
σπουδαιότερος ἄνθρωπος,
μετά τήν Παναγία μας πού πέρασε ἀπό
τόν κόσμον. Δέν εἶναι
ἀνθρώπινη
διαπίστωση τοῦτο.
Εἶναι
διακήρυξη ἀπό
τό ἀδιάψευστον
στόμα τοῦ
Θεανθρώπου. «Οὐκ
ἐγήγερται
ἐν
γεννητοῖς
γυναικῶν
μείζων Ἰωάννου
τοῦ
Βαπτιστοῦ».
Εἶναι
ὁ
μεγάλος Ἐρημίτης
τοῦ
Ἰορδάνου.
«Καί ἦν
ἐν
ταῖς
ἐρήμοις
ἕως
ἡμέρας
ἀναδείξεως
αὐτοῦ
πρός τόν Ἰσραήλ».
Δέν εἶναι
μόνον ὁ
Προφήτης, ἀλλά
«καί περισσότερον προφήτου», ὅπως
τόν χαρακτήρισε ἡ
Αὐτοαλήθεια.
Εἶναι
ἡ
«φωνή βοῶντος
ἐν
τῇ
ἐρήμῳ»,
ὅπως
τόν προκήρυξαν οἱ
πρό αὐτοῦ
προφῆτες.
Εἶναι
ὁ
«μείζων τῶν
προφητῶν
ἁπάντων»,
ἀφοῦ,
ὅπως
ψάλλει ἡ
Ἐκκλησία
μας, «ὅν
προεκήρυξαν οἱ
προφῆται
τοῦτον
ἐκεῖνος
ἐν
Ἰορδάνῃ
βαπτῆσαι
κατηξιώθη». Εἶναι
ὁ
Πρόδρομος τοῦ
Χριστοῦ.
Ὁ
τελευταῖος
τῆς
Παλαιᾶς
Διαθήκης καί ὁ
πρῶτος
τῆς
Καινῆς
Διαθήκης. Ἐκεῖνος
ὁ
ὁποῖος
προετοίμασε τόν λαό, νά δεχθῆ
τό Σωτῆρα,
πότε μέ τόν ἁπαλό
συμβουλευτικό του λόγο καί πότε μέ τό
αὐστηρό
καί ἐλεγκτικό
κήρυγμα τῆς
μετανοίας. «Μετανοεῖτε,
ἤγγικε
γάρ ἡ
Βασιλεία τῶν
Οὐρανῶν».
Κήρυγμα ἁπλό,
ξεκάθαρο, σύντομο, οὐσιαστικό.
Αὐτό
τό λόγο τοῦ
Βαπτιστή πρωτάκουσαν οἱ
ὄχλοι
καί ἀπό
τοῦ
Χριστοῦ
τό θεανθρώπινο στόμα. Μ’αὐτό
τό κήρυγμα ἄρχισαν
ἀργότερα
καί οἱ
Ἀπόστολοι
τό ὄργωμα
τῶν
ψυχικῶν
ἀγρῶν
τῶν
ἀνθρώπων.
Εἶναι
τέλος, ἐκεῖνος,
τόν ὁποῖον
δέν ἐτόλμησαν
νά ἀμφισβητήσουν
οἱ
πονηροί ὑποκριτές
Φαρισαῖοι,
ὅταν
ὁ
Κύριος τούς ἀπηύθυνε
τό ἀμείλικτο
ἐκεῖνο
δίλημμα: «Τό βάπτισμα Ἰωάννου
πόθεν ἦν;
ἐξ
οὐρανοῦ
ἤ
ἐξ
ἀνθρώπων;»,
φοβούμενοι τόν ὄχλον.
Αὐτός
ἦταν
ὁ
Ἰωάννης.
Καί ἦλθε
στήν καταλληλότερη γιά τήν ἀνθρωπότητα
στιγμή. Ἦταν
ἡ
ἐποχή,
πού τό ἠθικό
κακό εἶχε
κυριέψει τίς ἀνθρώπινες
καρδιές καί ὁ
κουρασμένος κόσμος ζητοῦσε
παντοῦ
ναὕρη
τή γαλήνη, μά παντοῦ
ἀντίκρυζε
τό ψέμα καί τόν πόνο. Ὅλοι
ἐπερίμεναν
μέ ἀγωνία
τοῦ
Θεοῦ
τήν ἐπίσκεψη
στή γῆ,
ὅλοι
ποθοῦσαν
τόν Ἀπεσταλμένο
Του νά ἰδοῦν,
πού θἄφερνε
τή γαλήνη στήν ταραγμένη καρδιά τοῦ
κόσμου. Γι’αὐτό
μόλις οἱ
πρῶτοι
διαβάτες ἔφεραν
τήν εἴδησι
πώς κάποιος ἄνθρωπος
ἄγνωστος
ζῇ
μέσα στίς σπηλιές τῆς
ἐρημιᾶς
τοῦ
Ἰορδάνου,
περνῶντας
τίς ἡμέρες
του μέσα στό δάσος καί ἀπό
τό στόμα του βγαίνουν λόγια τόσο δυνατά
πού φέρνουν ἀνατρίχιασμα
στό κορμί, ἔτρεξαν
ἀμέσως
ἀπό
τίς γύρω χῶρες
οἱ
ἄνθρωποι
σάν τά διψασμένα τά κοπάδια στήν πηγή
νά ζητήσουν κοντά του τή γαλήνη, μά
τρόμαξαν σάν εἶδαν
τόν ἐρημίτη
καί ἀπό
τά μάτια τους ἔτρεξαν
δάκρυα σάν ἄκουσαν
ἀπό
τό στόμα του νά βγαίνουν λόγια, πού
ἔμοιαζαν
σάν βρυχηθμοί λιονταριοῦ.
«Μετανοεῖτε...ἤγγικε
γάρ ἡ
βασιλεία τῶν
Οὐρανῶν...καί
ὄψεται
πᾶσα
σάρξ τό σωτήριον τοῦ
Θεοῦ...»
Ὁ
λόγος του ἦταν
αὐστηρός
σάν τό ἡλιοκαμένο
του κορμί, μά τραβοῦσε
τόν κόσμο, ὅπως
ὁ
μαγνήτης τραβάει τό σίδερο.
Αὐτό
τόν λόγο τῆς
μετάνοιας, ἀδελφοί
μου, ἔστω
καί αὐστηρό,
ἄς
μήν παύσωμε νά τόν ἀκοῦμε,
νά τόν ἀποδεχόμαστε
καί νά αἰσθανόμαστε
πάντα μέσα στή ψυχή μας τόν ἀντίλαλο
τοῦ
προφητικοῦ
κηρύγματος. Αὐτό
θά μᾶς
συγκρατεῖ
στό δρόμο τῆς
ζωῆς
μας, θά μᾶς
γεμίζει αὐτοπεποίθηση
καί θά μᾶς
δείχνει τά ὕψη
στά ὁποῖα
φέρνει τούς ἀνθρώπους
πάντοτε ἡ
αὐταπάρνηση
γιά κάθε ὡραῖο,
ὑψηλό
καί εὐγενικό.
Ἀμήν!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου