Η συγκεκριμένη ανάρτηση γίνεται για να γνωρίσει ο οποιοσδήποτε ενδιαφερόμενος την Επιστολή που ο Σεβ/τος Μητροπολίτης Πατρών και Τοποτηρητής της Ιεράς Αρχιεπισκοπής ΓΟΧ Αυστραλίας κ. Ευστάθιος έστειλε εις την <<Ιερά Σύνοδο>> του <<Αρχιεπ/που>> κ. Στεφάνου, της οποίας τυγχάνει μέλος αλλά και Αρχιγραμματέας. Η Επιστολή με τίτλο ''Λόγος παντί τω αιτούντι" στάλθηκε τη 14 Ιανουαρίου 2015 και εις αυτήν αναλύονται δύο λίαν σοβαρά θέματα: α) Ο λόγος συντάξεως της προ τριών μηνών "Εγκυκλίου" του Σεβ/του με τα λεγόμενα 12 σημεία και β) Απάντηση - Σωστή τοποθέτηση δι' όσα συνέβησαν πριν λίγο καιρό στην Κύπρο. Ο λόγος δια τον οποίον με χαρά φιλοξενούμε εις το Blog μας αυτή την Επιστολή είναι γιατί πρόκειται περί μίας Ορθής στάσεως ενός Επισκόπου έναντι των σοβαρών Θεμάτων Ομολογίας Πίστεως και Αποστολικής Διαδοχής, την οποία στάση είμαστε υποχρεωμένοι να δεχθούμε και να διακηρύξουμε. Δια τούτο παραθέτουμε την επιστολή του Σεβ/του κ. Ευσταθίου και ευχόμαστε εις την σεπτήν Σεβασμιότητά του καλόν υπόλοιπον Ιερού Αγώνος και Ειλικρινούς Ομολογίας Πίστεως.
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΣΕΒ/ΤΟΥ ΠΑΤΡΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΟΤΗΡΗΤΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗΣ Γ.Ο.Χ. ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ κ. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ!!!
Σεβαστοί Πατέρες, αγαπητοί Αδελφοί.
Επειδή ακούσθηκαν κάποια ερωτήματα ή και αντιρρήσεις για την Αρχιερατική Εγκύκλιο περί Πίστεως την οποία είχα αποστείλει τον περασμένο Οκτώβριο 2015, σας στέλνω μία διευκρινιστική Επιστολή την οποία ονομάζω <<λόγος παντί τω αιτούντι>>, ως ένα είδος περί Ορθοδόξου Πίστεως και Ομολογίας στην Εγκύκλιο εκείνη και παρακαλώ να τη μελετήσετε με π ρ ο σ ο χ ή.
Με αγάπη Χριστού
Επίσκοπος Ευστάθιος.
ΕΚΚΛΗΣΙΑ Γ.Ο.Χ. ΕΛΛΑΔΟΣ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΤΡΩΝ
ΕΚΚΛΗΣΙΑ Γ.Ο.Χ. ΕΛΛΑΔΟΣ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΤΡΩΝ
Οδός Θεαιτήτου αρ.11, Άνθεια
263 32 ΠΑΤΡΑΙ (GREECE)
Τηλ: +(30) 2610 314250
263 32 ΠΑΤΡΑΙ (GREECE)
Τηλ: +(30) 2610 314250
Αρ. Πρωτ. 076
Εν Αθήναις, τη 14η Ιανουαρίου2016 εκ.ημ.
"Λόγος
παντί τω αιτούντι".
Ο Απόστολος Πέτρος στην Α΄ Καθολική επιστολή του γράφει: <<Και τις ο κακώσων υμάς εάν του αγαθού μιμηταί γένησθαι; άλλ' ει και πάσχοιτε δια δικαιοσύνην, μακάριοι, τον δε φόβον αυτών μη φοβηθήτε μηδέ ταραχθήτε. Κύριον δε τον Θεόν αγιάσατε εν ταις καρδίαις υμών, έτοιμοι αεί προς απολογίαν παντί τω αιτούντι υμάς λόγον περί της εν υμίν ελπίδος, μετά πραΰτητος και φόβου. συνείδησιν έχοντες αγαθήν, ίνα εν ω καταλαλούσιν υμών ως κακοποιών, καταισχυνθώσιν οι επηρεάζοντες υμών την αγαθήν εν χριστώ αναστροφήν>> (Α΄ Πέτρου, 3, 13 - 16).
Είναι επομένως αποστολική εντολή και σύστασις να δίδωμεν απάντησιν σε κάθε έναν ο οποίος μας ζητά <<λόγον>> για την πίστιν και την ελπίδα μας εις τον Θεόν. Και η εντολή αυτή του Αποστόλου Πέτρου απευθύνεται πρωτίστως και προεχόντως εις τους έχοντες την ευθύνην ορθής διδασκαλίας του λαού αλλά και διατηρήσεως της Ορθοδόξου Πίστεως καθαράς και ανοθεύτου. Και αυτήν την ευθύνην την έχουν οι Κληρικοί και κυρίως οι Επίσκοποι.
Αισθανόμενος λοιπόν αυτήν την ευθύνην, ως Επίσκοπος της Εκκλησίας του Χριστού, προ τιών μηνών περίπου έγραψα μίαν αρχιερατικήν εγκύκλιον με την οποίαν δίδω τις αναγκαίες συστάσεις και οδηγίες προς τους χριστιανούς, κυρίως για την πιστήν τήρησιν της ορθοδόξου πίστεως και ομολογίας αλλά και των άλλων πατερικών παραδόσεων, ώστε οι αδελφοί μου εν Χριστώ και πνευματικά τέκνα της Εκκλησίας, να ακολουθούν την οδό της Εκκλησιαστικής τάξεως και παραδόσεως, η οποία είναι η μοναδική οδός σωτηρίας.
Οι περισσότεροι αδελφοί, οι οποίοι εμελέτησαν την εγκύκλιον μου αυτήν, συνεφώνησαν με το περιεχόμενό της και μερικοί μάλιστα εζήτησαν να είναι γενική τάξις της Εκκλησίας, όπως ήταν και παλαιότερα. Υπήρξαν όμως και μερικοί, ελάχιστοι, οι οποίοι εξέφρασαν τις αντιρρήσεις τους, κυρίως γιατί δεν είναι εύκολον στην εποχή μας να μην έχουν συναναστροφή και επικοινωνία με σχισματικούς ή με άλλους που ακολουθούν μεν το παλαιόν ημερολόγιον αλλά δεν έχουν εκκλησιαστική επικοινωνία μζί μας. Γι' αυτούς, λοιπόν τους ελαχίστους αδελφούς, αλλά και μερικούς άλλους που αισθάνομαι ότι έχουν τις αντιρρησεις τους, αλλά δεν τις εξέφρασανευθέως προς εμέ, αλλά τις <<περιφέρουν>> ως κατηγορία και συκοφαντία εναντίον μου εις <<ευήκοα ώτα>> συμφονούντων μετ' αυτών, αισθάνομαι την αρχιερατικήν ευθύνην κατά τον λόγον του Αποστόλου Πέτρου, τον οποίον ανέφερα εις την αρχήν του κειμένου αυτού, να γράψω τον παρόντα <<λόγον παντί τω αυτούντι>>, προς απόδειξιν και βεβαίωσιν της Ορθοδόξου Πίστεως και Ομολογίας της Εκκλησίας του Χριστού.
Είναι γνωστόν ότι ο Χριστός παρέδωσεν το μυστήριον της Θείας Ευχαριστίς εις το υπερώον των Ιεροσολύμων, μόνον εις τους Μαθαητάς Του. Και αυτός ο Ιούδας ανεχώρησεν από το δείπνον πριν την παράδοση του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας κατά τους Ευαγγελιστάς Ματθαίον και Μάρκον. Και την αρχιερατικήν εξουσίαν ο Χριστός την παρέδωσεν εις τους μαθητάς Του κεκλεισμένων των θυρών εις το υπερώον της Ιερουσαλήμ μετά την ανάστασίν Του. Και οι Απόστολοι μετά την Πεντηκοστήν συνήρχοντο εις προσευχήν και ετελούσαν το μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας, μόνον με όσους είχαν γίνει μέλη της Εκκλησίας του Χριστού. Γι' αυτό και ο Απόστολος Παύλος έγγραφε στους Κορινθίους <<Μη γίνεσθε ετεροζυγούντες απίστοις τις γαρ μετοχή δικαιοσύνη και ανομία; ή τις κοινωνία φωτί προς σκότος, τις δε συμφώνησις Χριστού προς Βελίαρ, ή τις μερίς πιστώ μετά απίστου;>> (Β΄ κορ. 6,14-15).
Αυτό το πνεύμα της μη συμπροσευχής και επικοινωνίας μετά μη μελών της Εκκλησίας ήτο βασική αρχή και τάξις της πρώτης Εκκλησίας του Χριστού. Γι' αυτό και οι Απόστολοι όχι απλώς συνιστούσαν την συμπροσευχή μόνον μετά πιστών, αλλά απαγόρευαν την συμπροσευχή και πνευματική επικοινωνία μετά <<ακοινωνήτων>>, δηλαδή αυτών που δεν είχαν γίνει μέλη της Εκκλησίας ή είχαν αποκοπεί από την πνευματική κοινωνία της Εκκλησίας ή η Εκκλησία τους είχε αποκόψει από τα μέλη της Εκκλησίας για σοβαρά αμαρτήματα κυρίως περί την πίστιν.
Γι' αυτό και ο Απόστολος γράφει στους Κορινθίους, όπως προαναφέραμε <<όπως δεν μπορεί να συνυπάρχει το φως με το σκοτάδι, έτσι δεν μπορεί να έχει επικοινωνία ο πιστός με τον άπιστον>>. Και αργότερα γράφει στον μαθητή του τον Τίτον σε αυστηρότερο τόνον, <<αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού, ειδώς ότι εξίστραπται ο τοιούτος και αμαρτάνει, ων αυτοκατάκριτος>>. (τίτον 3,10). Και ο απόστολος της αγάπης, ο ευαγγελιστής Ιωάννης, γράφει σκληρότερον λόγον, ο οποίος δεν μπορεί να κατανοηθεί από πολλούς, <<ει τις έρχεται προς υμάς και ταύτην την διδαχήν ου φέρει, μη λαμβάνετε αυτόν εις οικίαν και χαίρειν αυτώ μη λέγετε. Ο λέγων γαρ αυτώ χαίρειν κοινωνείτοις έργοις αυτού τοις πονηροίς>>. (Β΄ Ιωάννου, στ. 10-11).
Αυτό το πνεύμα της αποστολικής Εκκλησίας αποτυπώνεται και εις τους αποστολικούς Κανόνες. Εις τον Ι΄ (10ον) αποστολικόν Κανόνα γράφεται <<εις τις ακοινωνήτω, καν εν οίκω συνεύξηται, ούτος αφοριζέσθω>>. (Ιερόν Πηδάλιον σελ.13). Ομοίως και ο επόμενος αποστολικός Κανών (ΙΑ) επιβάλλει ποινήν καθυαιρέσεως εις τον Κληρικόν που θα συμπροσευχηθεί με καθηρημένον Κληρικόν. Επίσης ο ΜΕ΄ (45ος) αποστολικός Κανών εντέλλεται <<Επίσκοπος ή Πρεσβύτερος ή Διάκονος αιρετικοίς συνευξάμενος, μόνον, αφοριζέσθω, ει δε επέτρεψεν αυτοίς ως Κληρικοίς ενεργήσαι τι, καθαιρείσθω>>(Ιερόν Πηδάλιον σελ. 50) Ομοίως ο ΞΕ΄ (65ος) αποστολικός Κανών προβλέπει <<Ει τις Κληρικός ή λαϊκός εισέλθοι εις συναγωγήν Ιουδαίων, ή αιρετικών προσεύξασθαι, και καθαιρείσθω και αφοριζέσθω>>. [ορθότερον ο μεν καθαιρείσθω, ο δε αφοριζέσθω] (Ιερόν Πηδάλιον, σελ. 84).
Το ίδιο πνεύμα απαγορεύσεως της συμπροσευχής μετά ακοινωνήτων επαναλαμβάνεται εις τις Τοπικές και τις Οικουμενικές Συνόδους. Εις τον Β΄ Κανόνα της εν Αντιοχεία Τοπικής Συνόδου, η οποία συνεκλήθει το 341 μ.Χ.., επαναλαμβάνεται <<μη εξείναι δε κοινωνείν τοις ακοινωνήτοις, μηδέ κατ' οίκους συνελθόντας συνεύχεσθαι τοις μη τη εκκλησία συνευχομένοις. Ει δε φανείη τις των επισκόπων ή πρεσβυτέρων ή διακόνων ή τις του κανόνος τοις ακοινωνήτοις, μηδέ κατ' οίκους συνελθόντας συνεύχεσθαι τοις μη εκκλησία συνευχομένοις. Ει δε φανείη τις των επισκόπων ή πρεσβυτέρων ή διακόνων ή τις του κανόνος τοις ακοινωνήτοις κοινωνών [της ευχής], και τούτον ακοινώνητον είναι>> (Σύνταγμα Ιερών Κανόνων, τομ.3ος, σελ. 126). Επίσης ο ΣΤ΄ Κανών της εν Λαοδικεία Τοπικής Συνόδου, η οποία συνεκλήθει το 364 μ.Χ., δεν επιτρέπει την είσοδο των αιρετικών εις τον ναόν, γράφων <<Περί του μη συγχωρείν τοις αιρετικοίς εισιέναι εις τον οίκον του Θεού, επιμένοντας τη αιρέσει>> (Ιερόν Πηδάλιον σελ. 422). Ομοίως ο ΛΓ΄ (33ος) Κανών της αυτής τοπικής Συνόδου επαναλαμβάνει <<Ότι ου δει Αιρετικοίς ή σχισματικοίς συνεύχεσθαι>> (Ιερόν Πηδάλιον σελ. 433). Ο Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας Τιμόθεος (από 379 έως 385 μ.Χ.), εις τον Θ΄ (9ον) Κανόνα από τους 18 τους οποίους με μορφή ερωταποκρίσεων συνέγραψε και επικυρώθηκαν με τον Β΄ Κανόνα της ΣΤ΄ Οικουμενικής Συνόδου, αναφέρει ότι οι αιρετικοί δεν πρέπει να παρίστανταιεις τον ναόν κατά την τέλεσιν της Θείας Ευχαριστίας (Ιερόν Πηδάλιον σελ. 670).
Το αυτό πνεύμα απαγορεύσεως της συμπροσευχής μετά των ακοινωνήτων, αιρετικών και σχισματικών, διετηρήθει σε όλους τους αιώνες ζωής της Εκκλησίας. Αυτό το πνεύμα συνείχε και οδηγούσε τις ψυχές τον Ορθοδόξων χριστιανών, Κληρικών και Λαϊκών, στις αρχές του προηγούμενου αιώνος όταν δεν εδέχθησαν και δεν ακολούθησαν την αλλαγήν του εκκλησιαστικού ημερολογίου, παρ' ότι ουδείς εκ των τότε Επισκόπων της Εκκλησίας κατενόησεν την στάσιν τους και τον αγώνα τους για την διατήρησιν της Ορθοδόξου Πίστεως και ομολογίας. Αυτό το πνεύμα της Ορθοδόξου Πίστεως και Ομολογίας εξεφράζετο και εις την Διακήρυξιν της Ορθοδόξου Ομολογίας κατά το 1935 υπό των τριών Αρχιερέων οι οποίοι επανήλθον εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν εκ του σχίσματος του νέου ημερολογίου. Αυτό το πνεύμα οδηγούσε και κατηύθηνε το 1937 τον αοίδιμον τότε επίσκοπον Βρεσθένης Ματθαίον και διεκήρυξ την ορθόδοξον ομολογίαν και την διακοπήν πνευματικής επικοινωνίας μετά των άλλων επισκόπων οι οποίοι ανεγνώριζον το σχίσμα του νέου ημερολογίου ως Εκκλησίαν. Αυτό το πνεύμα της Ορθοδόξου Πίστεως διεκηρύσσετο και εις το ομολογιακόν κείμενον με τον τίτλον <<Περί ακριβείας της Πίστεως>>, το οποίον εδημοσιεύθει εις το φύλλον 6 του <<Κήρυκος Γνησίων Ορθοδόξων>> 1- 15 Αυγούστου του έτους 1945 και ανεδημοσιεύθει εις το περιοδικόν με τον ίδιον τίτλον <<Κήρυξ Γνησίων Ορθοδόξων>> αριθμός τεύχους 89, του Μαΐου 1985.
Αυτό το πνεύμα της Ορθοδόξου Πίστεως και Ομολογίας, ήτοι της μη συμπροσευχής και πνευματικής επικοινωνίας μετά των αιρετικών και σχισματικών και γενικώς των μετά των Εκτός της Ορθοδόξου Εκκλησίας ευρισκομένων, διατηρείται και πρέπει να διατηρείται από τα μέλη της Ορθοδόξου Εκκλησίας Κληρικούς και Λαϊκούς, με πρώτιστον ευθύνην των Επισκόπων Αυτής, γιατί είναι τάξις της Αγίας του Χριστού Εκκλησίας, είναι εντολή και θέσπισις των Ιερών Κανόνων, αποστολικών και Συνοδικών, είναι όρος απαράβατος δια την διατήρησιν της Χάριτος του Παναγίου Πνεύματος εις την ζωήν της Εκκλησίας και την ζωήν των χριστιανών.
Το θέμα της Ορθοδόξου Πίστεως και Ομολογίας είναι θέμα λεπτόν και ευαίσθητον. Χρειάζεται ψυχές με λεπτά διανοήματα και αισθήματα, με καθαρότητα πνεύματος και συνέπειαν ζωής για να κατανοήσουν, αποδεχθούν και ζήσουν τις εντολές του Θεού και της Εκκλησίας. Και κατανοεί ο χριστιανός τις εντολές του Θεού όταν με υπακοή, ειλικρίνεια και συνέπεια τηρεί την παραδοθείσαν πίστιν, όπως την παρέλαβεν δια της διδασκαλίας και του καλού παραδείγματος των Αγ'ιων Πατέρων της Εκκλησίας και των ευσεβών και πιστών προκατόχων πατέρων του.
Ομιλούν πολλοί για αποστολική πίστη και αποστολική διαδοχή, αλλά δεν κατανοούν ότι η διαδοχή δεν είναι μία στιγμιαία και μονομερής ενέργεια, δηλαδή η στιγμή της μεταδόσεως της χάριτος και της αρχιερατικής εξουσίας, αλλά είναι η μετάδοσις και η μεταλαμπάδευσις ολοκλήρου του πνεύματος της Ορθοδόξου Πίστεως και ζωής, το οποίον εκφράζεται δια της Πίστεως, της προσευχής, της υπακοής, της ταπεινώσεως, της νηστείας, της αγάπης, της διακονίας, της διδασκαλίας, της διοικήσεως, της θεραπείας και εν τέλει της σωτηρίας των ψυχών.Σε όλα αυτά πρέπει να υπάρχει συνέχεια και διαδοχή.Όπως επίστευε, όπως προσηύχετο, όπως ενήστευε, όπως εδίδασκε, όπως ενουθετούσε, όπως παρηγορούσε, όπως έλεγχε και εδιόρθωνε, όπως διακονούσε και διοικούσε ο πνευματικός πατέρας και προκάτοχός σου, έτσι πρέπει να ενεργείς και συ αν θέλεις να είσαι πραγματικός διαδοχός του στην πίστιν και στην αρετή, στο αξίωμα και στην διακονία, αν θέλεις μέσω αυτού αλληλοδιαδόχως α είσαι διάδοχος και συνεχιστής του έργου των Αποστόλων. Αν ο προκάτοχός σου επίστευε εις τον Τριαδικόν Θεόν και συ δεν πιστεύεις, δεν είσαι διάδοχός του. Αν ο προκάτοχός σου επίστευε και ετήρει τις εντολές του Θεού και συ δεν τις τηρείς, δεν είσαι διάδοχός του. Αν ο προκάτοχός σου επίστευε και ετηρούσε τους αποστολικούς και Συνοδικούς Κανόνες περί μη συμπροσευχής με αιρετικούς και σισματικούς και συ δεν τους τηρείς, δεν είσαι διάδοχός του. Αν ο προκάτοχός σου ενήστευε και εδίδασκε τη νηστεία ως προετοιμασία για τη Θεία Κοινωνία, και συ δεν το τηρείς, δεν είσαι διάδοχός του και ας σε χειροτόνησε και με τα δύο χέρια.
Θα αναφέρω δύο παραδείγματα πατερικής συμπεριφοράς τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως υποδείγματα εις το θέμα της μη συμπροσευχής και πνευματικής επικοινωνίας με σχισματικούς και αιρετικούς. Στην Κωνσταντινούπολη όταν ήταν πατριάρχης ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ένας αιρετικός επίσκοπος ήθελε να συναντήσει τον πατριάρχη. Δύο φορές που έτυχε να ιδή τον Άγιο στους δρόμους της Πόλεως ο Άγιος διακριτικά και ταπεινά τον απέφυγε. Την τρίτη φορά όμως που έτυχε να συναντήσει ο αιρετικός τον πατριάρχη, τον πλησίασε και του μίλησε φιλικά και ευγενικά. Ο Άγιος όμως δεν του απάντησε. Τότε ο αιρετικός τον πλησίασε περισσότερο και του είπε: - Ε Ιωάννη δεν γνωρίζεις ποιος είμαι; Και ο Άγιος με σοβαρότητα του απάντησε: - Ναι σε γνωρίζω, είσαι ο υιός του διαβόλου. Και ο αιρετικός εγύρισε απότομα και έφυγε. Και το δεύτερο παράδειγμα. Κάποτε τρεις αιρετικοί επισκέφθηκαν έναν Όσιο στην έρημο για να μιλήσουν μαζί του. Ο Όσιος τους απάντησε. Εκείνοι συνέχισαν τις ερωτήσεις τους χωρίς να δείχνουν ότι καταλαβαίνουν τις ορθόδοξες απαντήσεις του Οσίου.Τότε ο Όσιος διέκοψε τη συζήτηση μαζί τους και εστράφει προς τους υποτακτικούς του και τους είπε: - Ετοιμάστε για τους ανθρώπους αυτούς λίγο χυλό να φάνε και να επιστρέψουν καλά στα σπίτια τους. Και έτσι ο Όσιος άφησε τους επισκέπτες και αποσύρθηκε στο κελλί του προσευχόμενος στο Θεό να φωτίσει αυτές τις ψυχές που δεν μπορούσαν να καταλάβουν την αλήθεια του Θεού στα δικά του λόγια.
Στα δύο αυτά παραδείγματα παρατηρούμε ότι αφ' ενός μεν ο φωτισμένος Ιεράρχης διακρίνοντας με την Χάριν του Αγίου Πνεύματος ότι ο αιρετικός παρέμεινεν αμετανόητος στο θανάσιμο εγωιστικό φρόνημα της αιρέσεως, ετήρησε στο ακέραιο την εντολή του ευαγγελιστού Ιωάννου <<χαίρειν αυτώ η λέγετε>> και απέφυγε και αυτήν την απλή ανταπόδοση στο φιλικό και ευγενικό χαιρετισμό του αιρετικού. Αφ' ετέρου δε στο παράδειγμα του ερημίτη ασκητή παρατηρούμε ότι ο Όσιος προσπάθησε να βοηθήσει κατά το ανθρώπινο τους αιρετικούς με την ορθή διδασκαλία, αλλά μόλις διεπίστωσε την εμμονή στην αίρεση, διέκοψε την προσπάθεια, παρέθεσε την υλική φιλοξενία και παρέδωσε το θέμα στο θέλημα του Θεού δια της προσευχής. Ούτε στη φιλοξενία παρέμεινε μαζί τους ούτε στην προσευχή τους εκάλεσε, ούτε άλλες φιλοφρονήσεις αντάλλαξε μαζί τους, αλλά την ίδια ώρα τους προέπεμψε από τη σκήτη. Ούτε το αυτόκλητο των επισκεπτών τον επηρέασε, ούτε η επερχομένη νύχτα τον εμπόδισε να τους διώξει από την μοναστική του κοινότητα.
Όλα αυτά τα γράφω ούτε γιατί θέλω να εξυπηρετήσω συμφέροντα, ούτε γιατί θέλω να <<ρίξω>> κανέναν και να πάρω τη θέση του, ούτε γιατί δεν αντιλαμβάνομαι τη δυσκολία του εγχειρήματος, ούτε γιατί έχω σκοπιμότητες επιδείξεως ή αναδείξεως προσωπικής, όπως σκοπίμως <<διαφημίζεται>> εσχάτως υπό τινων. Ένας είναι ο λόγος. Ως Επίσκοπος της αγίας του Χριστού Εκκλησίας αισθάνομαι την ευθύνην ενώπιον του Θεού και του πιστού λαού του Θεού ότι οφείλω όχι μόνον να ψάλλω μεγαλοφώνος μέσα στην Εκκλησία ενώπιον του λαού <<ευλογητός ει Κύριε, δίδαξόν με τα δικαιώματά σου>> αλλά να αγωνίζωμαι να ακούσω, να προστατεύσω, να διαφυλάξω και να διακηρύξω τα <<δικαιώματα>> του Θεού. Και πιστεύω ότι ένα από τα <<δικαιώματα>> του Θεού το οποίον πρέπει να διαφυλάξω και να συστήσω ως επίσκοπος στους αδελφούς μου να το τηρήσουν είναι και η εντολή των Αγίων Αποστόλων και Πατέρων της Εκκλησίας περί μη συμπροσευχής και πνευματικής επικοινωνίας με αιρετικούς ή σχισματικούς ή γενικώς <<ακοινωνήτους>> εις την πίστιν, όπως την περιέγραψα ανωτέρω. Ιδιαιτέρως στις ημέρες μας που η εντολή αυτή των Αγίων Αποστόλων και Πατέρων της Εκκλησίας παραβλέπεται και δεν τηρείται από τους παντός είδους σχισματικούς και αιρετικούς, οφείλομε εμείς οι Γνήσιοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, απανταχού της γης με περισσοτέραν προσοχήν και συνέπειαν να τηρούμε και να διαφυλάσσωμε. Και τότε αν από κοινού αυτό αποφασισθεί και διαφυλαχθεί, θα επέλθει η κατά Θεόν ειρήνη, αγάπη και ενότητα και προς τον Παντοκράτορα Κύριον αι Θεόν ημών και μεταξύ ημών των εν τω κόσμω αγωνιζομένων αδελφών. Και τούτο προς δόξαν Θεού και σωτηρίαν των ψυχών πάντων ημών.
Και κατακλείνω αυτόν τον <<λόγον παντί τω αιτούντι>>με μίαν αδελφικήν παράκλησιν. Αν αυτή η εντολή των Αγίων Αποστόλων και Πατέρων της Εκκλησίας περί μη συμπροσευχήν και πνευματικής επικοινωνίας με αιρετικούς ή σχισματικούς ή γενικώς <<ακοινωνήτους>> εις την πίστιν, δεν είναι ένα από τα <<δικαιώματα>> του θεού δια τα οποία θα μας ζητήσει <<λόγον>> ο Θεός, τότε παρακαλώ τους αδελφούς μου να μου υποδείξουν το λάθος και ταπεινά και με υπακοή να το διορθώσω.
Γι' αυτό και ο Απόστολος γράφει στους Κορινθίους, όπως προαναφέραμε <<όπως δεν μπορεί να συνυπάρχει το φως με το σκοτάδι, έτσι δεν μπορεί να έχει επικοινωνία ο πιστός με τον άπιστον>>. Και αργότερα γράφει στον μαθητή του τον Τίτον σε αυστηρότερο τόνον, <<αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού, ειδώς ότι εξίστραπται ο τοιούτος και αμαρτάνει, ων αυτοκατάκριτος>>. (τίτον 3,10). Και ο απόστολος της αγάπης, ο ευαγγελιστής Ιωάννης, γράφει σκληρότερον λόγον, ο οποίος δεν μπορεί να κατανοηθεί από πολλούς, <<ει τις έρχεται προς υμάς και ταύτην την διδαχήν ου φέρει, μη λαμβάνετε αυτόν εις οικίαν και χαίρειν αυτώ μη λέγετε. Ο λέγων γαρ αυτώ χαίρειν κοινωνείτοις έργοις αυτού τοις πονηροίς>>. (Β΄ Ιωάννου, στ. 10-11).
Αυτό το πνεύμα της αποστολικής Εκκλησίας αποτυπώνεται και εις τους αποστολικούς Κανόνες. Εις τον Ι΄ (10ον) αποστολικόν Κανόνα γράφεται <<εις τις ακοινωνήτω, καν εν οίκω συνεύξηται, ούτος αφοριζέσθω>>. (Ιερόν Πηδάλιον σελ.13). Ομοίως και ο επόμενος αποστολικός Κανών (ΙΑ) επιβάλλει ποινήν καθυαιρέσεως εις τον Κληρικόν που θα συμπροσευχηθεί με καθηρημένον Κληρικόν. Επίσης ο ΜΕ΄ (45ος) αποστολικός Κανών εντέλλεται <<Επίσκοπος ή Πρεσβύτερος ή Διάκονος αιρετικοίς συνευξάμενος, μόνον, αφοριζέσθω, ει δε επέτρεψεν αυτοίς ως Κληρικοίς ενεργήσαι τι, καθαιρείσθω>>(Ιερόν Πηδάλιον σελ. 50) Ομοίως ο ΞΕ΄ (65ος) αποστολικός Κανών προβλέπει <<Ει τις Κληρικός ή λαϊκός εισέλθοι εις συναγωγήν Ιουδαίων, ή αιρετικών προσεύξασθαι, και καθαιρείσθω και αφοριζέσθω>>. [ορθότερον ο μεν καθαιρείσθω, ο δε αφοριζέσθω] (Ιερόν Πηδάλιον, σελ. 84).
Το ίδιο πνεύμα απαγορεύσεως της συμπροσευχής μετά ακοινωνήτων επαναλαμβάνεται εις τις Τοπικές και τις Οικουμενικές Συνόδους. Εις τον Β΄ Κανόνα της εν Αντιοχεία Τοπικής Συνόδου, η οποία συνεκλήθει το 341 μ.Χ.., επαναλαμβάνεται <<μη εξείναι δε κοινωνείν τοις ακοινωνήτοις, μηδέ κατ' οίκους συνελθόντας συνεύχεσθαι τοις μη τη εκκλησία συνευχομένοις. Ει δε φανείη τις των επισκόπων ή πρεσβυτέρων ή διακόνων ή τις του κανόνος τοις ακοινωνήτοις, μηδέ κατ' οίκους συνελθόντας συνεύχεσθαι τοις μη εκκλησία συνευχομένοις. Ει δε φανείη τις των επισκόπων ή πρεσβυτέρων ή διακόνων ή τις του κανόνος τοις ακοινωνήτοις κοινωνών [της ευχής], και τούτον ακοινώνητον είναι>> (Σύνταγμα Ιερών Κανόνων, τομ.3ος, σελ. 126). Επίσης ο ΣΤ΄ Κανών της εν Λαοδικεία Τοπικής Συνόδου, η οποία συνεκλήθει το 364 μ.Χ., δεν επιτρέπει την είσοδο των αιρετικών εις τον ναόν, γράφων <<Περί του μη συγχωρείν τοις αιρετικοίς εισιέναι εις τον οίκον του Θεού, επιμένοντας τη αιρέσει>> (Ιερόν Πηδάλιον σελ. 422). Ομοίως ο ΛΓ΄ (33ος) Κανών της αυτής τοπικής Συνόδου επαναλαμβάνει <<Ότι ου δει Αιρετικοίς ή σχισματικοίς συνεύχεσθαι>> (Ιερόν Πηδάλιον σελ. 433). Ο Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας Τιμόθεος (από 379 έως 385 μ.Χ.), εις τον Θ΄ (9ον) Κανόνα από τους 18 τους οποίους με μορφή ερωταποκρίσεων συνέγραψε και επικυρώθηκαν με τον Β΄ Κανόνα της ΣΤ΄ Οικουμενικής Συνόδου, αναφέρει ότι οι αιρετικοί δεν πρέπει να παρίστανταιεις τον ναόν κατά την τέλεσιν της Θείας Ευχαριστίας (Ιερόν Πηδάλιον σελ. 670).
Το αυτό πνεύμα απαγορεύσεως της συμπροσευχής μετά των ακοινωνήτων, αιρετικών και σχισματικών, διετηρήθει σε όλους τους αιώνες ζωής της Εκκλησίας. Αυτό το πνεύμα συνείχε και οδηγούσε τις ψυχές τον Ορθοδόξων χριστιανών, Κληρικών και Λαϊκών, στις αρχές του προηγούμενου αιώνος όταν δεν εδέχθησαν και δεν ακολούθησαν την αλλαγήν του εκκλησιαστικού ημερολογίου, παρ' ότι ουδείς εκ των τότε Επισκόπων της Εκκλησίας κατενόησεν την στάσιν τους και τον αγώνα τους για την διατήρησιν της Ορθοδόξου Πίστεως και ομολογίας. Αυτό το πνεύμα της Ορθοδόξου Πίστεως και Ομολογίας εξεφράζετο και εις την Διακήρυξιν της Ορθοδόξου Ομολογίας κατά το 1935 υπό των τριών Αρχιερέων οι οποίοι επανήλθον εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν εκ του σχίσματος του νέου ημερολογίου. Αυτό το πνεύμα οδηγούσε και κατηύθηνε το 1937 τον αοίδιμον τότε επίσκοπον Βρεσθένης Ματθαίον και διεκήρυξ την ορθόδοξον ομολογίαν και την διακοπήν πνευματικής επικοινωνίας μετά των άλλων επισκόπων οι οποίοι ανεγνώριζον το σχίσμα του νέου ημερολογίου ως Εκκλησίαν. Αυτό το πνεύμα της Ορθοδόξου Πίστεως διεκηρύσσετο και εις το ομολογιακόν κείμενον με τον τίτλον <<Περί ακριβείας της Πίστεως>>, το οποίον εδημοσιεύθει εις το φύλλον 6 του <<Κήρυκος Γνησίων Ορθοδόξων>> 1- 15 Αυγούστου του έτους 1945 και ανεδημοσιεύθει εις το περιοδικόν με τον ίδιον τίτλον <<Κήρυξ Γνησίων Ορθοδόξων>> αριθμός τεύχους 89, του Μαΐου 1985.
Αυτό το πνεύμα της Ορθοδόξου Πίστεως και Ομολογίας, ήτοι της μη συμπροσευχής και πνευματικής επικοινωνίας μετά των αιρετικών και σχισματικών και γενικώς των μετά των Εκτός της Ορθοδόξου Εκκλησίας ευρισκομένων, διατηρείται και πρέπει να διατηρείται από τα μέλη της Ορθοδόξου Εκκλησίας Κληρικούς και Λαϊκούς, με πρώτιστον ευθύνην των Επισκόπων Αυτής, γιατί είναι τάξις της Αγίας του Χριστού Εκκλησίας, είναι εντολή και θέσπισις των Ιερών Κανόνων, αποστολικών και Συνοδικών, είναι όρος απαράβατος δια την διατήρησιν της Χάριτος του Παναγίου Πνεύματος εις την ζωήν της Εκκλησίας και την ζωήν των χριστιανών.
Το θέμα της Ορθοδόξου Πίστεως και Ομολογίας είναι θέμα λεπτόν και ευαίσθητον. Χρειάζεται ψυχές με λεπτά διανοήματα και αισθήματα, με καθαρότητα πνεύματος και συνέπειαν ζωής για να κατανοήσουν, αποδεχθούν και ζήσουν τις εντολές του Θεού και της Εκκλησίας. Και κατανοεί ο χριστιανός τις εντολές του Θεού όταν με υπακοή, ειλικρίνεια και συνέπεια τηρεί την παραδοθείσαν πίστιν, όπως την παρέλαβεν δια της διδασκαλίας και του καλού παραδείγματος των Αγ'ιων Πατέρων της Εκκλησίας και των ευσεβών και πιστών προκατόχων πατέρων του.
Ομιλούν πολλοί για αποστολική πίστη και αποστολική διαδοχή, αλλά δεν κατανοούν ότι η διαδοχή δεν είναι μία στιγμιαία και μονομερής ενέργεια, δηλαδή η στιγμή της μεταδόσεως της χάριτος και της αρχιερατικής εξουσίας, αλλά είναι η μετάδοσις και η μεταλαμπάδευσις ολοκλήρου του πνεύματος της Ορθοδόξου Πίστεως και ζωής, το οποίον εκφράζεται δια της Πίστεως, της προσευχής, της υπακοής, της ταπεινώσεως, της νηστείας, της αγάπης, της διακονίας, της διδασκαλίας, της διοικήσεως, της θεραπείας και εν τέλει της σωτηρίας των ψυχών.Σε όλα αυτά πρέπει να υπάρχει συνέχεια και διαδοχή.Όπως επίστευε, όπως προσηύχετο, όπως ενήστευε, όπως εδίδασκε, όπως ενουθετούσε, όπως παρηγορούσε, όπως έλεγχε και εδιόρθωνε, όπως διακονούσε και διοικούσε ο πνευματικός πατέρας και προκάτοχός σου, έτσι πρέπει να ενεργείς και συ αν θέλεις να είσαι πραγματικός διαδοχός του στην πίστιν και στην αρετή, στο αξίωμα και στην διακονία, αν θέλεις μέσω αυτού αλληλοδιαδόχως α είσαι διάδοχος και συνεχιστής του έργου των Αποστόλων. Αν ο προκάτοχός σου επίστευε εις τον Τριαδικόν Θεόν και συ δεν πιστεύεις, δεν είσαι διάδοχός του. Αν ο προκάτοχός σου επίστευε και ετήρει τις εντολές του Θεού και συ δεν τις τηρείς, δεν είσαι διάδοχός του. Αν ο προκάτοχός σου επίστευε και ετηρούσε τους αποστολικούς και Συνοδικούς Κανόνες περί μη συμπροσευχής με αιρετικούς και σισματικούς και συ δεν τους τηρείς, δεν είσαι διάδοχός του. Αν ο προκάτοχός σου ενήστευε και εδίδασκε τη νηστεία ως προετοιμασία για τη Θεία Κοινωνία, και συ δεν το τηρείς, δεν είσαι διάδοχός του και ας σε χειροτόνησε και με τα δύο χέρια.
Θα αναφέρω δύο παραδείγματα πατερικής συμπεριφοράς τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως υποδείγματα εις το θέμα της μη συμπροσευχής και πνευματικής επικοινωνίας με σχισματικούς και αιρετικούς. Στην Κωνσταντινούπολη όταν ήταν πατριάρχης ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ένας αιρετικός επίσκοπος ήθελε να συναντήσει τον πατριάρχη. Δύο φορές που έτυχε να ιδή τον Άγιο στους δρόμους της Πόλεως ο Άγιος διακριτικά και ταπεινά τον απέφυγε. Την τρίτη φορά όμως που έτυχε να συναντήσει ο αιρετικός τον πατριάρχη, τον πλησίασε και του μίλησε φιλικά και ευγενικά. Ο Άγιος όμως δεν του απάντησε. Τότε ο αιρετικός τον πλησίασε περισσότερο και του είπε: - Ε Ιωάννη δεν γνωρίζεις ποιος είμαι; Και ο Άγιος με σοβαρότητα του απάντησε: - Ναι σε γνωρίζω, είσαι ο υιός του διαβόλου. Και ο αιρετικός εγύρισε απότομα και έφυγε. Και το δεύτερο παράδειγμα. Κάποτε τρεις αιρετικοί επισκέφθηκαν έναν Όσιο στην έρημο για να μιλήσουν μαζί του. Ο Όσιος τους απάντησε. Εκείνοι συνέχισαν τις ερωτήσεις τους χωρίς να δείχνουν ότι καταλαβαίνουν τις ορθόδοξες απαντήσεις του Οσίου.Τότε ο Όσιος διέκοψε τη συζήτηση μαζί τους και εστράφει προς τους υποτακτικούς του και τους είπε: - Ετοιμάστε για τους ανθρώπους αυτούς λίγο χυλό να φάνε και να επιστρέψουν καλά στα σπίτια τους. Και έτσι ο Όσιος άφησε τους επισκέπτες και αποσύρθηκε στο κελλί του προσευχόμενος στο Θεό να φωτίσει αυτές τις ψυχές που δεν μπορούσαν να καταλάβουν την αλήθεια του Θεού στα δικά του λόγια.
Στα δύο αυτά παραδείγματα παρατηρούμε ότι αφ' ενός μεν ο φωτισμένος Ιεράρχης διακρίνοντας με την Χάριν του Αγίου Πνεύματος ότι ο αιρετικός παρέμεινεν αμετανόητος στο θανάσιμο εγωιστικό φρόνημα της αιρέσεως, ετήρησε στο ακέραιο την εντολή του ευαγγελιστού Ιωάννου <<χαίρειν αυτώ η λέγετε>> και απέφυγε και αυτήν την απλή ανταπόδοση στο φιλικό και ευγενικό χαιρετισμό του αιρετικού. Αφ' ετέρου δε στο παράδειγμα του ερημίτη ασκητή παρατηρούμε ότι ο Όσιος προσπάθησε να βοηθήσει κατά το ανθρώπινο τους αιρετικούς με την ορθή διδασκαλία, αλλά μόλις διεπίστωσε την εμμονή στην αίρεση, διέκοψε την προσπάθεια, παρέθεσε την υλική φιλοξενία και παρέδωσε το θέμα στο θέλημα του Θεού δια της προσευχής. Ούτε στη φιλοξενία παρέμεινε μαζί τους ούτε στην προσευχή τους εκάλεσε, ούτε άλλες φιλοφρονήσεις αντάλλαξε μαζί τους, αλλά την ίδια ώρα τους προέπεμψε από τη σκήτη. Ούτε το αυτόκλητο των επισκεπτών τον επηρέασε, ούτε η επερχομένη νύχτα τον εμπόδισε να τους διώξει από την μοναστική του κοινότητα.
Όλα αυτά τα γράφω ούτε γιατί θέλω να εξυπηρετήσω συμφέροντα, ούτε γιατί θέλω να <<ρίξω>> κανέναν και να πάρω τη θέση του, ούτε γιατί δεν αντιλαμβάνομαι τη δυσκολία του εγχειρήματος, ούτε γιατί έχω σκοπιμότητες επιδείξεως ή αναδείξεως προσωπικής, όπως σκοπίμως <<διαφημίζεται>> εσχάτως υπό τινων. Ένας είναι ο λόγος. Ως Επίσκοπος της αγίας του Χριστού Εκκλησίας αισθάνομαι την ευθύνην ενώπιον του Θεού και του πιστού λαού του Θεού ότι οφείλω όχι μόνον να ψάλλω μεγαλοφώνος μέσα στην Εκκλησία ενώπιον του λαού <<ευλογητός ει Κύριε, δίδαξόν με τα δικαιώματά σου>> αλλά να αγωνίζωμαι να ακούσω, να προστατεύσω, να διαφυλάξω και να διακηρύξω τα <<δικαιώματα>> του Θεού. Και πιστεύω ότι ένα από τα <<δικαιώματα>> του Θεού το οποίον πρέπει να διαφυλάξω και να συστήσω ως επίσκοπος στους αδελφούς μου να το τηρήσουν είναι και η εντολή των Αγίων Αποστόλων και Πατέρων της Εκκλησίας περί μη συμπροσευχής και πνευματικής επικοινωνίας με αιρετικούς ή σχισματικούς ή γενικώς <<ακοινωνήτους>> εις την πίστιν, όπως την περιέγραψα ανωτέρω. Ιδιαιτέρως στις ημέρες μας που η εντολή αυτή των Αγίων Αποστόλων και Πατέρων της Εκκλησίας παραβλέπεται και δεν τηρείται από τους παντός είδους σχισματικούς και αιρετικούς, οφείλομε εμείς οι Γνήσιοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, απανταχού της γης με περισσοτέραν προσοχήν και συνέπειαν να τηρούμε και να διαφυλάσσωμε. Και τότε αν από κοινού αυτό αποφασισθεί και διαφυλαχθεί, θα επέλθει η κατά Θεόν ειρήνη, αγάπη και ενότητα και προς τον Παντοκράτορα Κύριον αι Θεόν ημών και μεταξύ ημών των εν τω κόσμω αγωνιζομένων αδελφών. Και τούτο προς δόξαν Θεού και σωτηρίαν των ψυχών πάντων ημών.
Και κατακλείνω αυτόν τον <<λόγον παντί τω αιτούντι>>με μίαν αδελφικήν παράκλησιν. Αν αυτή η εντολή των Αγίων Αποστόλων και Πατέρων της Εκκλησίας περί μη συμπροσευχήν και πνευματικής επικοινωνίας με αιρετικούς ή σχισματικούς ή γενικώς <<ακοινωνήτους>> εις την πίστιν, δεν είναι ένα από τα <<δικαιώματα>> του θεού δια τα οποία θα μας ζητήσει <<λόγον>> ο Θεός, τότε παρακαλώ τους αδελφούς μου να μου υποδείξουν το λάθος και ταπεινά και με υπακοή να το διορθώσω.
Διατελώ ευχόμενος υπέρ πάντων των αδελφών μου
ως ελάχιστος των Επισκόπων
+ Πατρών Ευστάθιος
+Επίσκοπος Ευστάθιος
Μητροπολίτης Πατρών και
Τοποτηρητής της Ιεράς Αρχιεπισκοπής ΓΟΧ Αυστραλίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου