Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 15 Ιουνίου 2019

ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΕΡΑΦΕΙΜ


Ο Σέργιος Νείλος μετά την επανάστασιν του 1917 ζούσε κρυπτόμενος σε μεγάλη έπαυλη στα κτήματα κάποιων φίλων του κοντά στη Μόσχα. Η έπαυλις αυτή ευρίσκετο στο βάθος ενός σκιερού πάρκου. Στα επάνω διαμερίσματα της επαύλεως, ήτο Εκκλησία και το δωμάτιο ενός μεγαλόσχημου Αρχιμανδρίτου κάποτε ηγουμένου γειτονικής Μονής που διαλύθηκε από τους αθεϊστάς. Στο ισόγειο έμενε ο Σέργιος Νείλος και η σύζυγός του. Εκεί ζούσε και η αδελφή του ιδιοκτήτου της επαύλεως. Τα γράμματα του Σεργίου Νείλου και της συζύγου του δείχνουν πως περνούσαν εκεί στην έπαυλη. ''Τι υποφέραμε στο διάστημα αυτό, γράφει σε μία επιστολή του στην ανηψιά του στις 23-9-1921, μπορείς εύκολα να το υποθέσεις... Από το σημείο που κατοικούμε περνούν τα κύματα της επιδρομής των αλλοφύλων και του εμφυλίου πολέμου''. Εκεί στην έπαυλη συγκεντρωνόνταν κρυφά οι διωκόμενοι Ιερείς και τελούσαν μαζί με τον Αρχιμανδρίτη τις θείες Λειτουργίες, ήρχοντο δε και πολλοί πιστοί δια να λειτουργηθούν και να κοινωνήσουν.

Σ' αυτή την έπαυλη έζησε ο Σέργιος Νείλος 6 χρόνια, βασική του δε απασχόλησις ήταν η αλληλογραφία. Αλληλογραφία μέσω τρίτων προσώπων κυρίως με φίλους του στο εξωτερικό. Εδώ ο Θεός τον διεφύλαξε πολλάκις με θαυματουργικό τρόπο. Εδώ έγινε και ένα εντυπωσιακό θαύμα του αγίου Σεραφείμ που πρόκειται να το διηγηθούμε στη συνέχεια.   

Η έπαυλις αυτή, όπως ήταν κρυμμένη στο βάθος του πάρκου ήταν άγνωστη εις τους πολλούς. Εκεί είχαν όλα τα απαραίτητα δια να ζήσουν και δεν εχρειάζετο να εξέρχονται και να γίνονται αντιληπτοί εις τους πολλούς. Όμως ο εχθρός δεν κοιμόταν. Η διαμονή εκεί ενοχλούσε τους εκπροσώπους της τοπικής διοικήσεως, οι οποίοι έκαμαν συμβούλιο και απεφάσισαν να τους σκοτώσουν.

Μια σκοτεινή νύχτα του Νοεμβρίου του 1921 δέκα από αυτούς με αρχηγό τον πρόεδρο της τοπικής διοικήσεως οπλίσθηκαν με τουφέκια και μαχαίρια και μπήκαν στο πάρκο. Χωρίς να γίνουν από κανένα αντιληπτοί προχωρούσαν ανάμεσα στους θάμνους ερευνώντας τριγύρω την περιοχή. Είχαν σχεδιάσει να σκοτώσουν πρώτα τον υπέργηρο και μεγαλόσχημο αρχιμανδρίτη. Πλησίασαν στο σπίτι αρκετά, όμως όλο και πιο καθαρά άκουαν τον ήχο ενός ταλάντου. Βλέπουν στη συνέχεια κάποιο νυκτερινό φύλακα του σπιτιού που κρατούσε ένα χειροσήμαντρο και το χτυπούσε δυνατά περπατώντας γύρω από το σπίτι. Οι κακοποιοί σκέφτηκαν να περιμένουν μέχρις ότου φύγει ο φύλακας, γι' αυτό και κρύφτηκαν μέσα στους θάμνους και έπιναν βότκα για να ζεσταθούν γιατί έκανε κρύο και φυσούσε. Πέρασαν δύο ώρες, αλλά ο φύλακας που ήταν ένα γεροντάκι δεν έφευγε. Χτυπούσε πιο δυνατά το χειροσήμαντρο και συνέχιζε να περπατά γύρω από το σπίτι. Οι ληστές αφού ήπιαν πολύ αποκοιμήθηκαν και ξύπνησαν τα ξημερώματα, οπότε το εγχείρημά τους ήταν πολύ επικίνδυνο. Γι' αυτό το ανέβαλαν για την επομένη ημέρα. 

Ήλθαν πάλι το βράδυ. Ο καιρός ήταν θαυμαστός, η νύχτα ήταν μάλλον ζεστή, η σελήνη έλαμπε, τα πάντα γύρω ήταν βυθισμένα σε βαθύ ύπνο. Αλλά και πάλιν εθεάθη ο γέρο φύλακας, ο οποίος απτόητος συνέχιζε κι αυτή την βραδιά να περπατάει γύρω από το σπίτι και να χτυπάει πιο δυνατά αυτή τη φορά το τάλαντο, σα να καλούσε σε βοήθεια και να περιπαίζει τους κακούργους. Ξαφνικά ο αρχηγός της συμμορίας χάνοντας την υπομονή του φώναξε: ''Τι καθόμαστε  και κοιτάζουμε; Είμαστε δέκα και εκείνος είναι ένας''. Και έδωσε το σύνθημα να του επιτεθούν και να τον σκοτώσουν. Αυτοί πήραν θάρρος άρπαξαν τα τουφέκια και όρμισαν προς τον φύλακα. Όταν έφθασαν κοντά του σε απόσταση μερικών βημάτων, είδαν ένα αδύνατο και καμπουριασμένο γεροντάκι με λευκά γένια, το οποίο όμως εβάδιζε σταθερά χωρίς να φοβηθεί καθόλου στο πλησίασμά τους. Ο αρχηγός της συμμορίας διέταξε να τον αρπάξουν και σηκώνοντας ψηλά το τσεκούρι όρμησε πρώτος και τον κτύπησε στο κεφάλι. Το τσεκούρι όμως έμεινε στον αέρα, γιατί ο γέροντας είχε εξαφανιστεί, ενώ ο κακοποιός που εσήκωσε το τσεκούρι έπεσε κάτω λιπόθυμος. Οι άλλοι, οι σύντροφοί του, πλησίασαν κατατρομαγμένοι. Είδαν πως ο αρχηγός τους δεν έδειχνε σημεία ζωής. Τον σήκωσαν τότε και τον μετέφεραν στο σπίτι του.

Πέρασε κάμποσος καιρός. Κανένας από όσους έμεναν στην έπαυλη δεν είχε υποψιασθεί τι είχε συμβεί. Κανένας δεν φανταζόταν πως εσώθηκαν θαυματουργικώς. Όμως μετά από αρκετό διάστημα παρουσιάσθηκε η γυναίκα του αρχιληστού στον αρχιμανδρίτη, έπεσε στα γόνατα και διηγήθηκε με κλάματα το περιστατικό. Η δυστυχισμένη γυναίκα έλεγε: ''Ο διάβολος φταίει, αυτός παρέσυρε τον σύζυγό μου. Τώρα βρίσκεται παράλυτος στο κρεββάτι. Προσευχηθείτε στον Θεό να τον συγχωρήσει. Αν δεν ήταν ο φύλακας θα σας σκότωναν όλους. Ο φύλακας έσωσεν εσάς μεν από τον σωματικό θάνατο, τους δε κακοποιούς από τον ψυχικό θάνατο''. Ο αρχιμανδρίτης ρώτησε με απορία ποιός ήταν αυτός ο φύλακας για τον οποίον μιλούσε. Και απάντησε η γυναίκα. ''Εκείνος που όλη την νύκτα χωρίς να κλείσει μάτι περπατούσε γύρω από το σπίτι και χτυπούσε με το χειροσήμαντρο''. Ο αρχιμανδρίτης τότε με απορία λέγει στην γυναίκα. ''Για ποιόν φύλακα μιλάς. Εμείς εδώ κρυβόμαστε από τους ανθρώπους και συ μιλάς για φύλακα που χτύπαγε όλη τη νύχτα το χειροσήμαντρο. Δεν έχουμε, ούτε είχαμε κανένα φύλακα''. Και συνέχισε η γυναίκα. ''Από την ώρα που ο σύζυγός μου μετενόησε όλο τον φύλακα θυμάται και γι' αυτόν μόνο μιλάει. Μπορείτε να ρωτήσετε τον ίδιο. Βλέπει, ακούει, μιλάει και καταλαβαίνει τα πάντα. Μόνο δεν μπορεί να κουνήσει χέρια και πόδια. Είναι ξαπλωμένος σαν κούτσουρο και δεν θέλει να απομακρυνθούμε από κοντά του, δεν μας αφήνει να πάμε στην δουλειά μας''. Η γυναίκα ήταν απελπισμένη και κόντευε να πέσει σε απόγνωση. Ο αρχιμανδρίτης της είπε. ''Φέρτε τον εδώ για να εξομολογηθεί, να κοινωνήσει να προσκυνήσει την εικόνα του Αγίου Σεραφείμ και θα τον θεραπεύσει ο Θεός''.

Την ίδια εκείνη ημέρα μετέφεραν τον παράλυτο με φορείο στον Ναό της επαύλεως. Ο αρχιμανδρίτης τον πλησίασε κρατώντας την εικόνα του αγίου Σεραφείμ και του ζήτησε να την ασπασθεί. Και μόλις τα μάτια του κακοποιού συναντήθηκαν με τα καλοσυνάτα μάτια του στάρετς Σεραφείμ, ακούσθηκε μία δυνατή φωνή. ''Αυτός, αυτός ήταν ο φύλακας''. Στην μορφή του οσίου Σεραφείμ είχε αναγνωρίσει τον γέροντα φύλακα που περπατούσε με το χειροσήμαντρο γύρω από την έπαυλη. Από τα μάτια του άρχισαν να τρέχουν δάκρυα μετανοίας. Η αγάπη του Θεού όχι μόνο τον θεράπευσε αμέσως, αλλά και τον μεταμόρφωσε εντελώς. Μετά την θεία Λειτουργία, αφού μετέλαβε των αχράντων μυστηρίων, παρέμεινε στον ναό και διηγήθηκε στους πιστούς με κάθε λεπτομέρεια το θαύμα του Αγίου Σεραφείμ. Όλοι μαζί έψαλαν παράκληση και ευχαρίστησαν τον όσιο Σεραφείμ για την θαυμαστή σωτηρία των κατοίκων της επαύλεως από τον θάνατο.        

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου