Ἀγάπης σκαλοπάτια
«Πλὴν
ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν» (Λουκ. 6,35)
Ὑπάρχουν τριῶν εἰδῶν ἀγάπες· ἀγάπη φυσική, ἀγάπη ὑπερφυσική, καὶ ἀγάπη ἐκφυλισμένη - ἔκφυλη. Θὰ προσπαθήσω νὰ δώσω μιὰ εἰκόνα τῆς ἀγάπης ὅπως τὴν ἐννοεῖ τὸ εὐαγγέλιο.
Τί εἶνε, ἀγαπητοί μου, ἡ ἀγάπη; Εἶνε τὸ εὐγενέστερο
ἀπ᾽ ὅλα τὰ αἰσθήματα ποὺ νιώθει ἡ καρδιά. Εἶνε ἡ καλὴ διάθεσι, ἡ εὐμένεια, ἡ ἀγαθὴ
κλίσι ποὺ αἰσθάνεται κάποιος πρὸς ἕνα ἄλλο πρόσωπο ἢ πρᾶγμα. Ἡ ἀγάπη εἶνε ἡ ἀνάπαυσι
τῆς καρδιᾶς. Βλέπεις ἕνα πρόσωπο ποὺ ἀγαπᾷς κι ἀμέσως γεμίζεις χαρά, τὰ
μάτια ἀστράφτουν, ἡ ὄψι σου λάμπει, νιώθεις εὐτυχισμένος. Βλέπεις ἕνα πρόσωπο
ποὺ μισεῖς κι ἀμέσως λυπᾶσαι, σφίγγεσαι, φαρμακώνεσαι, τὸ βλέμμα γίνεται
βλοσυρό, ἡ ὄψι σκυθρωπή, νιώθεις δυστυχισμένος. Γιατί ὅταν ἀγαποῦμε αἰσθανόμαστε
χαρὰ καὶ ἀγαλλίασι, κι ὅταν μισοῦμε ἡ ψυχὴ γεμίζει πίκρα; Τί σημαίνει αὐτό;
Σημαίνει, ἀγαπητοί μου, ὅτι ἡ ἀγάπη εἶνε ἡ
φυσική μας κατάστασι. Εἶνε τὸ ὀξυγόνο τῆς ὑπάρξεως, ἡ ὑγεία τῆς ψυχῆς, ἐνῷ τὸ μῖσος
εἶνε ἐκτροπὴ ἀπὸ τὴ φύσι, νοσηρὴ κατάστασι, ἀσθένεια τῆς ψυχῆς. Ὅπως τὰ
πνευμόνια μας εἶνε πλασμένα νὰ ῥουφοῦν ὀξυγόνο κι ὅπως τὰ ψάρια εἶνε πλασμένα νὰ
κολυμποῦν στὸ νερὸ καὶ τὰ πουλιὰ νὰ πετοῦν στὸν ἀέρα, ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος εἶνε
πλασμένος γιὰ τὴν ἀγάπη. Ὁ Θεὸς μᾶς ἔπλασε ν᾽ ἀγαποῦμε, ὄχι νὰ μισοῦμε.
Ἡ ἀγάπη εἶνε ὅπως τὸ αἷμα, ποὺ ἔχει κέντρο τὴν
καρδιά, ἀλλὰ δὲν μένει ἐκεῖ· ἂν μείνῃ, θὰ γίνῃ συμφόρησι. Ἡ καρδιὰ δὲν κρατάει
τὸ αἷμα· τὸ ἐξακοντίζει σὲ ὅλο τὸ σῶμα καὶ δὲν ἀφήνει κύτταρο τοῦ ὀργανισμοῦ ἀπότιστο.
Ὅπως ἡ δεξαμενὴ δὲν κρατάει τὸ νερὸ ἀλλὰ τὸ διοχετεύει καὶ ποτίζει ὅλους ἀνεξαιρέτως,
κατὰ παρόμοιο τρόπο καὶ ἡ ἀγάπη, ὁ μεγάλος αὐτὸς θησαυρός, πρέπει νὰ μὴν
περιορίζεται σὲ λίγα πρόσωπα, ἀλλὰ νὰ προσφέρεται παντοῦ. Ἡ ἀγάπη παίρνει
διάφορα σχήματα καὶ ἔχει διαβαθμίσεις , ἀνάλογα μὲ τὸ περιβάλλον, τὰ πρόσωπα, τὶς
περιστάσεις. Ἂς δοῦμε μερικὰ σχήματά της ἀρχίζοντας ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἡλικία.
Εἶνε κανεὶς νήπιο; Τὸ περιβάλλον του εἶνε μόνο
τὸ σπίτι. Πέρα ἀπ᾽ αὐτὸ δὲν ξέρει τίποτε ἄλλο. Ἔτσι τὸν βλέπεις ν᾽ ἀγαπάῃ τὰ
παιχνίδια του, τὰ οἰκόσιτα ζῷα, τὰ ἀδερφάκια του, τὴ γιαγιά, ν᾽ ἀγαπάῃ
περισσότερο τὸν πατέρα, κι ἀκόμη περισσότερο τὴ μάνα στὴν ὁποία προσκολλᾶται
καὶ χωρὶς αὐτὴν δὲν ζῇ.
Μεγαλώνει τὸ παιδί , πάει στὸ σχολεῖο;
Τώρα βλέπει ὅτι ὑπάρχει κι ἄλλος κόσμος. Ὑπάρχουν κι ἄλλα παιδάκια, παιδιὰ
τῆς γειτονιᾶς, πλουσιώτερα καὶ φτωχότερα, διαφόρων καταστάσεων. Κάθεται κοντά
τους στὸ ἴδιο θρανίο, ἀκούει τὰ ἴδια λόγια ἀπ᾽ τὸ δάσκαλο, συνδέεται μαζί τους,
πιάνει φιλίες, ποὺ κάποτε μένουν μέχρι θανάτου. Ἀγαπάει τὸ δάσκαλό του·
κι ἂν αὐτὸς εἶνε ἄξιος τοῦ ὀνόματος, συνδέεται μαζί του περισσότερο κι ἀπ᾽
τὸν πατέρα του· μπορεῖ νὰ πῇ ὅπως ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος γιὰ τὸν Ἀριστοτέλη· «Στοὺς
γονεῖς μου ὀφείλω τὸ ζῆν , στὸ δάσκαλό μου τὸ εὖ ζεῖν». Μὲ τὸ σχολεῖο ὁ ὁρίζοντας
τῆς ἀγάπης εὐρύνεται, πλαταίνει.
Τὸ παιδὶ ἔγινε νέος , ἄφησε τὸ σχολεῖο, ἔμαθε
τέχνη ἢ σπούδασε, φτάνει στὰ εἴκοσι - εἰκοσιδυὸ χρόνια; Τότε ἡ καρδιά του
χτυπάει, ἡ καρδιὰ κάθε νέου καὶ κάθε νέας λαχταράει κάτι ἄλλο. Μέσα
του βλαστάνει ἕνα νέο αἴσθημα, ποὺ τὸ φύτεψε ὁ Θεός. Τὸ σπίτι τοῦ φαίνεται
στενό, οἱ φίλοι δὲν τὸν ἱκανοποιοῦν, θέλει νὰ δημιουργήσῃ δική του οἰκογένεια. Ἡ
ἀγάπη, ποὺ ἀρχίζει ἀπὸ ἕνα αἴσθημα - μιὰ συμπάθεια, σφοδρύνεται σὲ μία
στοργὴ κι ἕνα ἐνδιαφέρον τοῦ ἑνὸς γιὰ τὸν ἄλλον, καὶ γιγαντώνεται ὅταν πλέον γίνῃ
ὁ γάμος κι ἀκουστῇ στὸ σπίτι τὸ κλάμα παιδιοῦ. Τὴν ἀγάπη δὲν μπορεῖ νὰ ἐξαλείψῃ
οὔτε ὁ θάνατος, ἡ ἀγάπη νικᾷ καὶ τὸ θάνατο ἀκόμη· ὑπάρχουν ἀντρόγυνα τόσο ἀγαπημένα,
ποὺ οὔτε στιγμὴ δὲν κάνουν ὁ ἕνας χωρὶς τὸν ἄλλο. Ἀλλὰ τὰ εἴδη αὐτὰ τῆς ἀγάπης δὲν
εἶνε τὰ μόνα. Αὐτὰ εἶνε ἡ φυσικὴ ἀγάπη , ποὺ συναντᾷ κανεὶς στοὺς ἀνθρώπους
παντοῦ, καὶ στοὺς ἀγρίους καὶ στοὺς Ἐσκιμώους καὶ στοὺς Αἰθίοπες, ἀκόμη καὶ στὰ
ζῷα· κι ἐκεῖ ἡ μάνα ἀγαπάει τὸ παιδί της μὲ στοργή. Εἶνε ἡ φυσικὴ ἀγάπη. Αὐτὰ εἶνε
τὰ κατώτερα σκαλοπάτια τῆς ἀγάπης. Ἐρωτῶ· πρέπει νὰ σταματήσουμε ἐδῶ;
Ὑπάρχουν καὶ ἀνώτερα. Ποιά εἶνε τὰ ἀνώτερα σκαλοπάτια
; Θέλετε λοιπὸν νὰ βαδίσετε πιὸ ψηλά; ν᾽ ἀνεβῆτε παραπάνω ἀπὸ τὴ φιλία, τὴν οἰκογένεια,
τὴ φυσικὴ στοργή; Τὰ ἀνώτερα σκαλοπάτια μᾶς τὰ ἔδειξε ὁ Χριστὸς σήμερα στὸ εὐαγγέλιο·
Μπρὸς παιδιὰ βαπτισμένα, ποὺ κοινωνᾶτε τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα μου! Η ἀγάπη σας μὴ
περιορίζεται μόνο στὸ στενὸ περιβάλλον, ἀλλὰ προχωρεῖτε, ἀνεβαίνετε ψηλά, πιὸ
ψηλά… Ἀλλὰ δυστυχῶς ἐδῶ οἱ πολλοὶ σκοντάφτουν, πέφτουν, γκρεμίζονται, μένουν
στὸ ζῳῶδες φυσικὸ ἐπίπεδο. Τὸ ὑψηλότερο σκαλοπάτι τῆς ἀγάπης μᾶς τὸ ἔδειξε ὁ
Χριστὸς στὸ σταυρό . Γιατὶ ὁ σταυρὸς εἶνε ἡ σκάλα ποὺ ἑνώνει τὴ γῆ μὲ τὸν οὐρανό.
Ἐκεῖ ὁ Χριστὸς δὲν πατοῦσε πιὰ στὴ γῆ· ἀνέβηκε τόσο ψηλά, ὥστε νὰ εἶνε ὁρατὸς ἀπ᾽ὅλο
τὸν κόσμο. Στὸ σταυρὸ ὁ Χριστὸς ἔδειξε ὅτι αὐτὸς εἶνε ἡ ἀγάπη, ἀγάπη ὄχι μὲ τὸ
σταγονόμετρο, ἀλλὰ ἀγάπη ποταμὸς καὶ ὠκεανός. Ἀγάπησε ὅλο τὸν κόσμο· τὰ
κρίνα τοῦ ἀγροῦ, τὰ πουλάκια τοῦ οὐρανοῦ, τὰ ἀθῷα παιδιά, τὶς ταπεινὲς
γυναῖκες, τοὺς ἁπλοϊκοὺς ψαρᾶδες, τὰ τίμια φτωχαδάκια, τοὺς ἐγκαταλελειμμένους ἀρρώστους
καὶ λεπρούς, ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ἀλλ᾽ ὅταν ἀνέβηκε στὸ σταυρὸ προχώρησε
ἀκόμη παραπάνω, σὲ τέτοιο ὕψος ποὺ κανείς ἄλλος δὲν ἔφτασε. Ποιό εἶνε τὸ σημεῖο αὐτό;
Εἶνε ὅταν συγχώρησε καὶ ἀγκάλιασε κι αὐτοὺς τοὺς σταυρωτάς του καὶ εἶπε τὰ
ἀθάνατα λόγια «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. 23,34).
Αὐτὸ εἶνε τὸ ἀνώτερο εἶδος τῆς ἀγάπης. Εἶνε αὐτὸ
ποὺ λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο. Ν᾽ ἀγαπᾷς τὴ μάνα, τὸν πατέρα, τὸν ἀδελφό, τὸ
φίλο, τὸ δάσκαλο, τὸν παπᾶ, τὴν κοινωνία, τὴν πατρίδα, τὴν ἀνθρωπότητα, ἀλλὰ νὰ
ἔχῃς διάθεσι ν᾽ ἀγαπήσῃς κι αὐτοὺς ἀκόμα τοὺς ἐχθρούς σου· «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς
ὑμῶν» (Λουκ. 6,35).
Ἰδού, ἀγαπητοί μου, σὲ ποιό ὕψος ἀγάπης ὡδήγησε
ὁ Χριστὸς τὸν κόσμο. Ἀλλὰ δυστυχῶς ἀπὸ τὸ οὐράνιο αὐτὸ ὕψος ὁ ἄνθρωπος ἔπεσε στὴν
ἄβυσσο τοῦ μίσους καὶ τῆς ἔχθρας, στὴν κόλασι· διότι ἂν ἡ ἀγάπη εἶνε ὁ παράδεισος,
τὸ μῖσος εἶνε κόλασι καὶ ᾅδης . Καὶ σήμερα ὁ κόσμος, παρ᾽ ὅλα τὰ κομφόρ, δὲν ζῇ
παράδεισο.
Ἡ ἀγάπη εἶνε φυτὸ οὐράνιο, τὸ ὁποῖο
πότισε μὲ τὸ αἷμα του ὁ Χριστός, ἔγινε δέντρο, καὶ στὴ σκιά του ἀναπαύθηκαν
οἱ ἄνθρωποι. Ἀλλὰ σήμερα τὸ δέντρο αὐτὸ ξηραίνεται . Ἐκεῖ ποὺ ὁ Χριστὸς μὲ τὸ αἷμα
του ἔγραψε «Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» καὶ «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν» (Ἰω.13,34·
15,12,17. Λουκ. ἔ.ἀ.) , ὁ διάβολος ἔσπειρε τὸ μῖσος κι ὁ καθένας (δεξιός, ἀριστερός,
μαῦρος, κεντρῷος) τρέφει μῖσος ἐναντίον τῶν ἄλλων. Τρίζουν τὰ δόντια, σφίγγουν
τὶς γροθιές, καὶ μὲ γομμολάστιχες διαφόρων χρωμάτων ποὺ τοὺς ἔδωσε ὁ διάβολος,
θέλουν νὰ σβήσουν ἀπὸ τὶς καρδιὲς τὸ «Ἀγαπᾶτε» καὶ νὰ γράψουν τὸ σύνθημα τοῦ ᾅδου
«μισεῖτε καὶ πάλι μισεῖτε» .Τὸ εἶπε, τὸ προεφήτευσε ὁ Χριστός. Θὰ ἔρθῃ ἡ
συντέλεια τοῦ κόσμου. Καὶ ποιά σημάδια θὰ δείχνουν ὅτι πλησιάζει; Εἶνε πολλά, ἀλλὰ τὸ
σπουδαιότερο σημεῖο εἶνε ὅτι θά 'ρθουν χρόνια ποὺ «ἡ ἀγάπη θὰ ψυγῇ» , θὰ παγώσῃ
ἡ ἀγάπη (Ματθ. 24,12) · οἱ καρδιὲς θὰ γίνουν ψυγεῖα,
μπούζι, Βόρειος Πόλος· κι ὅταν οἱ καρδιὲς ψυχρανθοῦν καὶ κυριαρχήσῃ τὸ μῖσος, «τότε
ἥξει τὸ τέλος» τοῦ κόσμου (ἔ.ἀ. 24,14) . Ἐκεῖ φθάσαμε.
Δὲν ὑπάρχει ἀγάπη. Εἴμεθα ψευτοχριστιανοί.
Σήμερα ποὺ ἀκούσαμε τὰ οὐράνια λόγια τοῦ Χριστοῦ
«Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν», καθένας ἂς «πειράσῃ ἑαυτόν» (Β΄ Κορ. 13,5) , ἂς ἐξετάσῃ ἂν εἶνε Χριστιανός. Κι ἂς
παρακαλέσουμε νὰ ἔρθῃ ὁ καιρὸς ποὺ ὅλος ὁ κόσμος θὰ γίνῃ μία ποίμνη ὑπὸ
ἕνα ποιμένα (βλ. Ἰω. 10,16) , ἐκεῖνον ποὺ κήρυξε καὶ ἐφήρμοσε
τὸ «Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου