Μακάριος εκείνος όστις θέλει φυλάξη και κρατήση έως τέλους την αμώμητον και αγίαν ημών Ορθόδοξον Πίστιν, την Πίστιν της Μιάς του Χριστού και Μητρός ημών Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, και υπομείνει τας διαφόρους θλίψεις, φυλακάς ή και εξορίας και λοιπάς κακώσεις. Ο τοιούτος θέλει στεφανωθή και συναριθμηθή μετά των Ομολογητών και Μαρτύρων. ( Βρεσθένης Ματθαίος νουθετική επιστολή 1936) ΟΙ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΟΥ.
Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Τρίτη 27 Μαΐου 2025
Ἐμφανίσεις τοῦ ἁγ. Μεγαλομάρτυρος Μηνᾶ κατά τήν ἵδρυση τῆς Μονῆς Παναγίας (1927)
Ἐμφανίσεις τοῦ ἁγ. Μεγαλομάρτυρος Μηνᾶ
κατά τήν ἵδρυση τῆς Μονῆς Παναγίας (1927)
Ἀπό τίς πρῶτες προτεραιότητες τοῦ ἁγ. Ματθαίου, ἀμέσως μετά τήν ὁριστική ἔξοδό του στόν κόσμο (1926), γιά τήν στήριξη τοῦ Ἀγῶνος τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστια-νῶν, ἦταν ἡ ἴδρυσις μονῶν. Ἤδη ἀπό τόν καιρό τῶν ἐξοριῶν του (1910 καί 1922) καί κυρίως τῆς ἐφημερίας του στό Σιμωνοπετρίτικο Μετόχι τῆς Ἀναλήψεως Βύρωνος (1917 - 1923) , εἶχε δημιουργηθεῖ γύρω του μία πνευματική ὁμήγυρις φιλομονάχων ψυχῶν, ἀνδρῶν καί γυναικῶν.
Μέ τήν ἄφιξή του στήν Ἀθήνα ὁ ἀοίδημος Πατήρ ἐγκαταστάθηκε στήν οἰκία τῆς τότε δοκίμου Μαρίνας Σουλακιώτου (ἔπειτα Γεροντίσσης Μαριάμ), ἐπί τῆς ὁδοῦ Μεγ. Ἀλεξάνδρου 71 (ὅπου ἔκτοτε δημιουργήθηκε τό ἱστορικό Μετόχι τῆς Μονῆς Παναγίας), μαζί μέ τήν μικρή συνοδεία του. Ἡ ἀνεύρεση τῆς καταλλήλου τοποθεσίας γιά τήν ἵδρυση μονῆς ἀνατέθηκε στήν τότε δόκιμη Εἰρήνη Μενδρινοῦ (ἔπειτα Γερόντισσα Εὐφροσύνη).
«Μετά ἀπό πολλάς καί δεινάς ταλαιπωρίας - γράφει ὁ Πρωθιερεύς Εὐγένιος - ἐξῆλθε τῆς Ἀττικῆς μετά συνοδείας τινός, ἐξαντλήσασα ταύτην ἕως περάτων καί περιῆλθε τάς νήσους (Σπέτσας, Ὕδραν, Ἄνδρον, Σπετσοπούλαν), φθάσασα καί μέχρι τῆς Μεγαλοννήσου Κρήτης. Ἀλλά, θέλημα Θεοῦ ἦτο νά ὑποστρέψη ἐπί τῶν βημάτων ἡ εὐλαβής ἀνιχνεύτρια καί ἀναλάβη, ἔτι συντονωτέραν ἔρευναν, εἰς τάς τοποθεσίας τῆς Ἀττικῆς, γύρωθεν Ὑμηττοῦ καί Πεντέλης, περιχώρων Μονῆς Πετράκη, Ξυλοκερίζης, Πόρτο-Ράφτη, Πρασά, Βραώνας, Δασκαλιοῦ, Θορικοῦ, Πλάκας, κ.λ.π. Ἄφνω φωτισθεῖσα, ἔφερε τήν ζητητικήν ἔφεσιν ἕως τοῦ γραφικοῦ ὁρμίσκου τῆς Κακῆς Θαλάσσης, ἐντυπωσιασθεῖσα ἐκ τοῦ ἤρεμου τοπίου, τῆς προοπτικῆς, τοῦ δυσπροσίτου, τῆς σιγηλῆς ἐρημίας καί τῆς ὅλης συμβατότητος τοῦ μέρους πρός ἐναρμόνισιν μετά τῶν ψυχικῶν καταθυμιῶν τοῦ φιλερήμου Μοναχισμοῦ». (Πρωθ. Εὐγενίου Τόμπρου, «Ἡ Ἱ. Μ. Εἰσοδίων Θεοτόκου Πευκοβουνογια-τρίσσης Κερατέας Ἀττικῆς», 1966, σελ. 12).
Μέ τήν ἀνεύρεση τῆς τοποθεσίας τῆς μονῆς ἀπό τήν δόκιμο Εἰρήνη Μενδρινοῦ (ἔπειτα Ἡγουμένη Εὐφροσύνη), συνδέεται καί ἕνα θαυμαστό σημεῖο τῆς περί αὐτῆς προνοίας τοῦ Θεοῦ. Ἡ νεαρή Εἰρήνη μέ τήν συνοδεία της ἔφθασαν στόν τόπο μέ ζῶα ἀπό τήν τότε κώμη τῆς Κερατέας - μέσῳ ἑνός μονοπατιοῦ, διότι δέν ὑπῆρχε δρόμος - ὅμως ὁ ἀγωγιάτης ἔφυγε γιά νά ἐπιστρέψει τό ἀπόγευμα νά τίς παραλάβει. Ἡ ὥρα περνοῦσε καί ἡ νεαρή Εἰρήνη ἄρχισε νά φοβᾶται. Τότε καί ἐνῶ περίμεναν τόν ἀγωγιάτη στή θέση πού στή συνέχεια κτίσθηκε ὁ Παρθενώνας τῆς Μονῆς, ἐμφανίσθηκε ἕνας γέροντας μέ κοντά λευκά γένια καί στρατιωτικό παράστημα. Στήν ἐρώτηση τῶν νεανίδων τί κάνει μέσα στήν ἐρημιά καί ἄν χρειάζεται κάποια βοήθεια, ἐκεῖνος ἀπάντησε πώς δέν χρειάζεται τίποτα καί πώς μένει ἐκεῖ!
Οἱ ἀδελφές δέν ἔδωσαν περισσότερη σημασία καί ἐπέστρεψαν στήν Ἀθήνα. Ὅταν συνάντησαν στό Μετόχι τόν ἅγ. Ματθαῖο καί τόν ἐνημέρωσαν σχετικά μέ τήν τοποθεσία, ἐκεῖνος τίς ρώτησε ἄν συνάντησαν ἐκεῖ κανένα ἄνθρωπο. Στή θετική ἀπάντησή τους (γιά τόν ἄγνωστο γέροντα), ὁ Ἱερός Πατήρ ἁπλᾶ χαμογέλασε, χωρίς νά πεῖ τίποτα περισσότερο.
Λίγο ἀργότερα, «ὁ ἀοίδημος Πατήρ Ματθαῖος, ἐλθών εἰς τόν τόπον, ἐμαγεύθη ἐξ’ αὐτοῦ καί ἐθέλχθη σφόδρα, ἐζήτησε δέ ὅπως ἡ Ἱερά Μονή ἐκεῖ πού, εἰς τά πρανῆ τοῦ ἔναντι τῆς θαλάσσης λόφου, ἀνιδρυθῆ εἰς δόξαν Θεοῦ» (Πρωθ. Εὐγενίου αὐτ. σελ. 12).
Ὅταν ὁ μακάριος Ματθαῖος ἔφθασε στό συγκεκριμένο σημεῖο, εὐλόγησε τόν τόπο καί εἶπε: «Ἐδῶ θά φτιάξουμε τό παρεκκλήσιο τοῦ προστάτου μας ἁγ. Μηνᾶ»! Τότε ἡ δόκιμη Εἰρήνη ἔφερε στή σκέψη της τήν συνάντηση μέ τόν ἄγνωστο γέροντα καί ἔντρομη ἀναγνώρισε στό πρόσωπό του τόν Μεγαλομάρτυρα ἅγ. Μηνᾶ (!), προστάτη τῆς Κρήτης, ἀλλά καί προσωπικά τοῦ ἁγ. Ματθαίου, ἀφοῦ στό πρός τιμήν του Ἡσυχαστήριο τῆς Βίγλας Ἁγίου Ὄρους, ἔζησε ἀσκητικά καί ἡσυχαστικά, προετοιμαζόμενος γιά τήν διακονία του στόν κόσμο.
Πράγματι, στό σημεῖο αὐτό διαμορφώθηκε ἡ πρώτη κατακόμβη τοῦ Ἀγῶνος τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων καί τό πρῶτο (χρονολογικά) Παρεκκλήσιο τῆς Μονῆς, πρός τιμήν τοῦ ἁγ. Μεγαλομάρτυρος Μηνᾶ. (Προφορική μαρτυρία στόν γράφοντα τῆς Ἡγουμένης Εὐφροσύνης).
Σημειώνεται ἐδῶ, ὅτι ὁ ἅγ. Ματθαῖος ἐκτιμοῦσε ἰδιαίτερα τήν ἔπειτα Ἡγουμένη Εὐφροσύνη. «Ἄν ἡ Παναγία δέν εἶχε στείλει τήν Εὐφροσύνη - ἔλεγε στίς ἄλλες μοναχές – καμμιά σας δέν θά ἦταν ἐδῶ καί ἐγώ θά ἦμουν στό βασίλειό μου», ἐννοῶντας τήν ἀγαπημένη του ἔρημο τοῦ Ἁγίου Ὄρους. (Προφορική μαρτυρία στόν γράφοντα τῆς Ἡγουμένης Μακρίνης).
Μία δεύτερη ἐμφάνισις τοῦ ἁγ. Μηνᾶ ἔγινε ὅταν οἱ πρῶτες μοναχές μέ κάποιους ἐργάτες, ἰσοπέδωναν τό ἔδαφος γιά τήν ἀνέγερση τοῦ Παρεκκλησίου τοῦ ἁγ. Μηνᾶ. Ἐνῶ ἐργάζονταν, εἶδαν νά ἔρχεται ἀπό τήν πλευρά τοῦ Ἁγιάσματος τῆς Ζωοδ. Πηγῆς, ἕνας ἄνδρας μέ στρατιωτική ἐνδυμασία.
«Τί κάνετε ἐδῶ;» τίς ρώτησε.
«Νά, φτιάχνουμε νά μείνουμε - τοῦ ἀπάντησαν – εἴμαστε 30 κοπέλλες, θέλουμε νά ζήσουμε παρθενικά, θά κάνουμε πλεκτά».
Ὁ στρατιωτικός χαμογέλασε καί τούς εἶπε: «Νά μοῦ φτιάξετε κι ἐμένα ἕνα κελλί ἐδῶ».
Ἀνήσυχες οἱ ἀδελφές τόν ρώτησαν: «Ποιός εἶστε ἄν ἐπιτρέπετε;».
«Τό Σάββατο νά ρωτήσετε τόν πνευματικό σας - τούς ἀπάντησε - πάντως μέ λένε Μηνᾶ» καί χάθηκε. Ὅταν τό Σάββατο οἱ ἀδελφές συνάντησαν τόν ἅγ. Ματθαῖο στό ἐκκλησάκι τοῦ ἁγ. Ἰωάννη τοῦ Φρυγανᾶ, ἐκεῖνος τούς εἶπε: «Εἴχατε ἐπισκέψεις, ἐ! Ἐκεῖ θά τοῦ φτιάξουμε τήν ἐκκλησία»! (Προφορική μαρτυρία στόν γράφοντα τῆς μοναχῆς Ἰουλιανῆς).
(Από την βιογραφια του αγιου πατρος Ματθαιου συγγραφεισαν υπό Α. Μαρκου)
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου