Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού
και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν.
ΕΓΩ ο ταπεινός αρχιερεύς Δημήτριος, μητροπολίτης Ροστώφ και Γιαροσλάβ, άκουσα τη φωνή του Κυρίου μου να λέη μέσα από το άγιο Ευαγγέλιο: <<Γίνεσθε έτοιμοι, ότι η ώρα ού δοκείτε ο υιός του ανθρώπου έρχεται>> (Ματθ. 24. 44), <<οψέ η μεσονυκτίου ή αλεκτοροφωνίας>> (Μαρκ. 13. 35-36). Ακούγοντας αυτή τη φωνή του Κυρίου, κυριεύθηκα από φόβο. Επειδή μάλιστα συχνά προσβάλλομαι από ασθενείς και μέρα με τη μέρα καταβάλλομαι σωματικά, προσδοκώ δε κάθε στιγμή την ώρα του θανάτου και ετοιμάζομαι κατά τις δυνάμεις μου για την αναχώρησι από τη ζωή αυτή, έκρινα σωστό να γράψω την παρούσα διαθήκη μου. Θέλω μ' αυτή να καταστήσω γνωστό σε όλους ότι από τότε που αξιώθηκα του αγίου μοναχικού Σχήματος (στη μονή Κυριλλόφσκυ του Κιέβου, σε ηλικία 18 ετών) και υποσχέθηκα ενώπιον του Θεού να ζήσω με εκούσια πτωχεία, δεν απέκτησα καμμιά περιουσία ούτε δέχθηκα ποτέ δώρα, εκτός από τα ιερά βιβλία. Ας μην ταλαιπωρηθή λοιπόν κανείς αναζητώντας περιουσιακά στοιχεία στο κελλί μου. Ούτε να ταλαιπωρήση τους ανθρώπους που για την αγάπη του Θεού με υπηρέτησαν, για να του αποκαλύψουν που έχω τάχα κρυμμένους θησαυρούς ή πλούτη. Από τα νεανικά μου χρόνια δεν εμάζεψα ποτέ χρυσό ή άργυρο, ούτε επέτρεψα στον εαυτό μου ν' αποκτήση περιτά ενδύματα ή οποιαδήποτε άλλα πράγματα, εκτός από τα απολύτως απαραίτητα. Προσπαθούσα πάντοτε, κατά το δυνατόν, να τηρήσω με ακρίβεια στη θεωρία και στην πράξι, τη μοναχική ακτημοσύνη. Ουδέποτε μερίμνησα για τον εαυτό μου. Εμπιστευόμουν και ακουμπούσα τα πάντα στην πρόνοια του Θεού, που ποτέ δεν μ' εγκατέλειψε. Όσες προσφορές έπαιρνα από τους ευεργέτες μου για τη συντήρησί μου, τις χρησιμοποιούσα για τις λίγες προσωπικές μου ανάγκες και για τις πολλές ανάγκες των μοναστηριών της επαρχίας μου. Όπου υπηρέτησα, είτε ως ηγούμενος είτε ως αρχιερεύς, δεν αποθησαύρισα ποτέ τις εισφορές των πιστών και των ενοριών, οι οποίες άλλωστε δεν ήσαν πολλές. Τις ξόδευα για τις ανάγκες εκείνων που είχαν ανάγκη, όπως κάθε φορά πρόσταζε ο Θεός.
Κανείς λοιπόν ας μην κοπιάση μετά τον θάνατό μου ερωτώντας ή ψάχνοντας για κάποιο περιουσιακό μου στοιχείο. Ούτε για την ταφή μου αφληνω κάτι, ούτε για τα μνημόσυνά μου. Κι αυτό, για να λάμψη η αξία της μοναχικής πτωχείας ενώπιον του Θεού, ιδιαίτερα τώρα στα τέλη μου. Πιστεύω ότι θα είμαι πιο ευάρεστος στον Θεό, αν μετά τον θάνατό μου δεν βρεθή ούτε ένα δηνάριο, παρά να βρεθή πλούτος πολύς και να μοιρασθή στους φτωχούς.
Και αν, ως πάμπτωχο, δεν θα θελήση κανείς να με κηδεύση, όπως συνήθως συμβαίνει με τους απόρους, παρακαλώ εκείνους που συλλογίζονται τα δικά τους τέλη, να σύρουν τουλάχιστον το αμαρτωλό σώμα μου μέχρι έναν απέριτο ομαδικό τάφο, και να το πετάξουν εκεί ανάμεσα στα άλλα πτώματα.
Αν πάλι προστάξη ο άρχοντας να κηδευθώ με δημόσια δαπάνη, τότε παρακαλώ τους φιλόχριστους κηδευτές μου να με ενταφιάσουν στο μοναστήρι του προστάτη μου αγίου Ιακώβου, επισκόπου Ροστώφ, σε μιά γωνία του ναού, που έχω ήδη επιλέξει. Για τον κόπο και την αγάπη τους, τους βάζω με ευγνωμοσύνη βαθειά μετάνοια.
Όσο για τα μνημόσυνά μου, αν κάποιος απαιτή αμοιβή, τον παρακαλώ, ας μη με μνημονεύη τον φτωχό. Όποιος θελήση όμως χωρίς χρήματα να θυμάται την αμαρτωλή μου ψυχή στις προσευχές του για την αγάπη του Θεού, θα θυμηθή και εκείνον ο Κύριος στη βασιλεία των ουρανών.
Ο Θεός ας αγίνηςγίνης ίλεως σε όλους μας, και πρ παντός σε μένα τον αμαρτωλό, στους αιώνες. Αμήν.
Έγραψα με το χέρι μου αυτή τη διαθήκη, στο επισκοπείο της θεόσωστης πόλεως του Ροστώφ, στις 4 Απριλίου του 1706.
+ Δημήτριος
Μητροπολίτης Ροστώφ και Γιαροσλάβ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου