Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 6 Οκτωβρίου 2021

ΑΓΙΟΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΤΡΕΙΣ ΦΑΝΕΝΤΕΣ

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΦΑΝΕΝΤΕΣ Οι ομολογητές άγιοι της Κεφαλονιάς Γρηγόριος - Θεόδωρος - Λέων Φορητή εικόνα των Αγίων Γρηγορίου, Θεοδώρου και Λέοντος δια χειρός Χριστίνας Παπαθέου-Δουληγέρη Κεφαλονιά: το μεγαλύτερο νησί του Ιονίου, που προσελκύει τους παραθεριστές με τις απαράμιλλες φυσικές του ομορφιές, αλλά ταυτόχρονα προσφέρει και στους φιλάγιους επισκέπτες πολύτιμους πνευματικούς θησαυρούς, αφού είναι πλουσιοπάροχα ευλογημένο από τον Θεό. Στο αγιοστόλιστο νησί του Ιονίου η χάρις του Θεού ανέδειξε φωτεινές πνευματικές μορφές, που καταλαμπρύνουν την Ορθόδοξη Εκκλησία και αποτελούν καύχημα και σημείο ευλαβικής αναφοράς για τους κατοίκους του νησιού, αλλά και για τους πολυπληθείς προσκυνητές, που το επισκέπτονται. Στις δυτικές ακτές της Κεφαλονιάς έφτασε ως ναυαγός ο Απόστολος των Εθνών Παύλος και κήρυξε στο νησί το Ευαγγέλιο του Χριστού, ενώ το 1555 έφτασε στην Κεφαλονιά ο θαυματουργός προστάτης των Ορθοδόξων και πολιούχος του νησιού, ο Άγιος Γεράσιμος ο Νοταράς (1509 - 1579), του οποίου το ιερό σκήνωμα παραμένει άφθαρτο και θαυματουργεί αδιαλείπτως. Στο όμορφο Ληξούρι της Κεφαλονιάς γεννήθηκαν και εκοιμήθηκαν οσιακώς ο Όσιος Άνθιμος ο Κουρούκλης (1727 - 1782), ο και επονομαζόμενος τυφλός ιεραπόστολος του Αιγαίου και πολιούχος της νήσου Αστυπαλαίας, και ο ταπεινός ιερέας Άγιος Παναγής ο Μπασιάς (1801 - 1888), που διακρίθηκε για τον ένθεο ζήλο και το διορατικό του χάρισμα. Σημαντική υπήρξε η παρουσία στο νησί του φλογερού ισαποστόλου και διδασκάλου του Γένους, του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού (1714-1779), που έφτασε το 1777 στην Κεφαλονιά και πραγματοποίησε ιεραποστολική περιοδεία στο νησί, αλλά και η καρποφόρα παραμονή του Γενάρχη του Φιλοκαλισμού, του Αγίου Μακαρίου του Νοταρά Αρχιεπισκόπου Κορίνθου (1731 - 1805), που ήρθε στο νησί το 1771 για να προσκυνήσει το χαριτόβρυτο λείψανο του συγγενούς και συντοπίτου του, του Αγίου Γερασίμου, και διέμεινε στο μοναστήρι των Ομαλών συλλέγοντας παραινέσεις και υποδείγματα οσίων Πατέρων. Αλλά και κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες η αγιοστόλιστη Κεφαλονιά έχει να προσφέρει φωτεινά παραδείγματα ομολογητών και αγωνιστών της πίστεως. Έτσι στο ανατολικό τμήμα του νησιού και συγκεκριμένα στην περιοχή της Σάμης έζησαν και εκοιμήθηκαν οσιακώς οι ομολογητές Άγιοι Γρηγόριος, Θεόδωρος και Λέων, οι οποίοι είναι περισσότερο γνωστοί με την προσωνυμία «Άγιοι Φανέντες», που τους δόθηκε λόγω της θαυματουργικής φανέρωσης των ιερών λειψάνων τους και της ανάδειξής τους από την αφάνεια. Η μαρμάρινη λειψανοθήκη με τα λείψανα των Αγίων Φανέντων στο ναό του Προφήτου Ζαχαρία στη Βενετία. Σύμφωνα με τα δύο λατινικά συναξάρια, τα οποία επιβεβαιώνουν τόσο την προφορική παράδοση της Κεφαλονιάς όσο και τα αρχαιολογικά ευρήματα, που υπάρχουν στην περιοχή της Σάμης, οι Άγιοι Γρηγόριος, Θεόδωρος και Λέων κατάγονταν από το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και υπηρετούσαν ως στρατιωτικοί στον αυτοκρατορικό στρατό. Διακρίνονταν για τις πολλές τους αρετές και τη βαθιά τους πίστη στον Θεό. Την εποχή όμως εκείνη βρισκόταν σε μεγάλη εξάπλωση η φοβερή αίρεση του Αρειανισμού και ο αιρετικός αυτοκράτορας Κωνστάντιος εξέδωσε διάταγμα, που όριζε, ότι όλοι οι υπήκοοι του κράτους έπρεπε να ασπασθούν αυτή την ανόσια αίρεση. Τότε οι τρεις Άγιοι φοβούμενοι μήπως και αναγκασθούν να ασπασθούν την αίρεση του Αρείου, εγκατέλειψαν μαζί με άλλους έλληνες στρατιώτες τη Σικελία, όπου βρίσκονταν, και κατέφυγαν στην Κεφαλονιά. Αργότερα προτίμησαν να αποχωριστούν από τους υπόλοιπους στρατιώτες και να αφιερωθούν στον Θεό. Γι' αυτό και αναζήτησαν κατάλληλο τόπο για άσκηση και προσευχή. Μια κοιλάδα, που ονομάζεται Σάμη (Samos κατά τη λατινική γραφή) και βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα της Κεφαλονιάς απέναντι από την Ιθάκη, αποτέλεσε τον ιδανικό τόπο για να ζήσουν το υπόλοιπο της ζωής τους. Στον τόπο αυτό, όπου ανακάλυψαν μέσα σε πυκνό δάσος από χαμηλά δένδρα και θάμνους τα ερείπια ενός μισοκαταστρεμμένου ναού, εγκαταστάθηκαν προσευχόμενοι αδιάλειπτα στον Θεό και αγωνιζόμενοι ως γνήσιοι στρατιώτες Χριστού. Κάποια ημέρα γονάτισαν και προσευχήθηκαν και ύστερα από λίγο παρέδωσαν τις ψυχές τους στον Πανάγαθο Θεό που τόσο αγαπούσαν. Το θαυμαστό αυτό γεγονός συνέβη στις 24 Αυγούστου. Η παλαιά εφέστια εικόνα των Αγίων Φανέντων. Φιλοτεχνήθηκε το 1654 και φυλάσσεται στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Σάμης Κεφαλληνίας. Τα σώματα των τριών Αγίων έμειναν για πάρα πολλά χρόνια άγνωστα μέχρι που κάποτε κάποιος επιφανής και πλούσιος κάτοικος του νησιού με το όνομα Μιχαήλ έπασχε από μια μορφή λέπρας, την ελεφαντίαση. Ο Μιχαήλ απευθύνθηκε στους γιατρούς, αλλά δεν βρήκε πουθενά θεραπεία. Τότε αποφάσισε να εναποθέσει τις ελπίδες του στον Θεό. Κάποιο βράδυ εμφανίστηκαν σε όραμα στον ύπνο του, τρεις άνδρες με μορφές αγγέλων και του είπαν, ότι θα θεραπευτεί μόνο, εάν βρει τα άταφα σώματά τους. Όταν ο Μιχαήλ ξύπνησε, δεν γνώριζε ούτε τα ονόματα των Αγίων, ούτε και τον τόπο, όπου αυτά βρίσκονταν. Συνάντησε όμως έναν βοσκό, ο οποίος του διηγήθηκε, ότι ακολουθώντας έναν χοίρο, που είχε απομακρυνθεί από το υπόλοιπο κοπάδι, μπήκε σ’ ένα πυκνό δάσος και αντίκρισε τρία άταφα και άφθορα σώματα, από τα οποία αναδίδονταν μια υπέροχη ευωδία. Τότε ο Μιχαήλ κατάλαβε, ότι πρόκειται για τους τρεις Αγίους, που είχε δει στον ύπνο του και με οδηγό τον βοσκό κατευθύνθηκε με το άλογό του προς το δάσος, όπου βρίσκονταν τα τρία ιερά λείψανα μέσα σε άπλετο φως. Αφού προσευχήθηκε και παρεκάλεσε με δάκρυα τους τρεις Αγίους, η λέπρα εξαφανίστηκε αμέσως. Μερική άποψη της Ιεράς Μονής Αγίων Φανέντων Στον τόπο της θαυματουργικής ανεύρεσης των ιερών λειψάνων ανεγέρθηκε αργότερα με δική του δαπάνη ιερά μονή προς τιμήν των τριών Αγίων, η οποία διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην κοινωνική και πνευματική ζωή του νησιού και αποτέλεσε για αιώνες το κέντρο της τιμητικής προσκύνησης των τριών Αγίων. Άποψη της Ιεράς Μονής των Αγίων Φανέντων σε γκραβούρα του 1813 Η μονή των Αγίων Φανέντων είναι κτισμένη στην κορυφή της νότιας ακροπόλεως της αρχαίας Σάμης και σε υψόμετρο 226μ. Η ίδρυσή της χρονολογείται πριν το 1264 και τα σωζόμενα ερείπια ανάγονται στη μεταβυζαντινή εποχή. Μετά την κατάληψη της Κεφαλονιάς από τους Νορμανδούς το 1185 άρχισε η βαθμιαία παρακμή της μονής, που οφείλεται και στην αρπαγή των ιερών λειψάνων των Αγίων από τους Ενετούς και τη μεταφορά τους στη Βενετία, όπου φυλάσσονται μέχρι σήμερα μέσα σε μαρμάρινη λάρνακα στον μεγαλοπρεπή ναό του Προφήτου Ζαχαρία. Στα τέλη του 15ου αιώνα έχουμε την επανασύσταση της μονής, η οποία μέχρι και τον 18° αιώνα ακτινοβολεί προσελκύοντας πολλούς μοναχούς, προσκυνητές, αλλά και ξένους περιηγητές. Η θρησκευτική πολιτική των Άγγλων στα Επτάνησα οδήγησε στις αρχές του 19ου αιώνα στην ερήμωση της μονής, η οποία ολοκληρώθηκε με τους σεισμούς του 1953, που κατερείπωσαν το ιστορικό μοναστήρι. Από το τέμπλο του καθολικού της ιστορικής μονής διασώθηκε η παλαιά εφέστια εικόνα των τριών Αγίων, που χρονολογείται το 1654 και φυλάσσεται σήμερα στον περικαλλή ιερό ενοριακό ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Σάμης. Δίπλα στα ερείπια της μονής ανεγέρθηκε αργότερα παρεκκλήσιο, όπου κάθε χρόνο την Κυριακή των Αγίων Πάντων εορτάζεται πανηγυρικά η μνήμη των τριών ομολογητών και παλαιότερων Αγίων της Κεφαλονιάς. Η λειψανοθήκη με τα ιερά λείψανα των Αγίων που επέστρεψαν στην Κεφαλλονιά. Κορυφαίο πνευματικό γεγονός στην εκκλησιαστική ιστορία της Κεφαλονιάς και στη λατρευτική τιμή των Αγίων Φανέντων αποτελεί η επιστροφή μέρους των ιερών λειψάνων και των τριών Αγίων στη Σάμη στις 2 Μαΐου 2009. Ήδη από το έτος 2004 ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κεφαλληνίας κ. Σπυρίδων προέβη σε συντονισμένες κινήσεις προς τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία για να επιτραπεί η επιστημονική εξέταση του περιεχομένου της λάρνακας με τα ιερά λείψανα των Αγίων στον ναό του Προφήτου Ζαχαρία στη Βενετία. Παράλληλα υπέβαλε και το σχετικό αίτημα επιστροφής των ιερών λειψάνων των Αγίων στην Κεφαλονιά. Στις 30 Ιανουαρίου 2009 και αφού προηγήθηκε η τεκμηριωμένη επιστημονική έρευνα, η οποία διαπίστωσε ότι τα ιερά λείψανα ανήκουν στους Αγίους Γρηγόριο, Θεόδωρο και Λέοντα, ο Καρδινάλιος της Βενετίας δώρισε στην Ιερά Μητρόπολη Κεφαλληνίας μικρό μέρος των ιερών λειψάνων και των τριών ομολογητών Αγίων. Τα ιερά λείψανα φιλοξενήθηκαν επί τρεις μήνες στην ενορία του Αγίου Γεωργίου Καβουρίου Αττικής της Ιεράς Μητροπόλεως Γλυφάδας, όπου έχει καθιερωθεί κατ’ έτος πανηγυρικός εορτασμός της μνήμης τους την Κυριακή των Αγίων Πάντων. Η επιστροφή και υποδοχή των ιερών αυτών λειψάνων στη Σάμη της Κεφαλονιάς πραγματοποιήθηκε με κάθε επισημότητα και με την πρέπουσα εκκλησιαστική τάξη το Σάββατο των Μυροφόρων 2 Μαΐου 2009 παρουσία των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Κεφαλληνίας κ. Σπυρίδωνος, Λαρίσης κ. Ιγνατίου, Καστορίας κ. Σεραφείμ, Σύρου κ. Δωροθέου, Γλυφάδας κ. Παύλου και Λέρου κ. Παϊσίου, αλλά και με τη συμμετοχή πλήθους χριστιανών. Τα ιερά λείψανα των τριών ομολογητών Αγίων, οι οποίοι είναι και οι παλαιότεροι άγιοι στην εκκλησιαστική ιστορία της Κεφαλληνίας, κατατέθηκαν ως πολύτιμος πνευματικός θησαυρός προς ευλογία των κατοίκων και των ευλαβών προσκυνητών του νησιού, στον περικαλλή ιερό ενοριακό ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Σάμης, όπου φυλάσσεται και η παλαιά εφέστια εικόνα των Αγίων, η οποία και αποδίδει αριστουργηματικά τις μορφές τους. Το περίτεχνο ξυλόγλυπτο κουβούκλιο με την ασημένια λειψανοθήκη των Αγίων Φανέντων στο Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Σάμης Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος Εκπαιδευτικός Βιβλιογραφία • Αντζουλάτου Γεωργίου Φ., Πρωτοπρεσβυτέρου, Οι Άγιοι Φανέντες - Οι ομολογητές άγιοι της Κεφαλονιάς Γρηγόριος - Θεόδωρος - Λέων, Εκδοτικός Οίκος Π. Κυριακίδη Α.Ε., Αθήναι 2005. • Αντζουλάτου Γεωργίου Φ., Πρωτοπρεσβυτέρου, Δύο συναξάρια του 14ου αιώνα αναφέρονται στην Κεφαλονιά, Περιοδικό «Κυμοθόη», τεύχος 14-15, Αργοστόλι, Σεπτέμβριος 2005. • Αντζουλάτου Γεωργίου Φ., Πρωτοπρεσβυτέρου, Άγιοι της Κεφαλονιάς στη Βενετία, Εταιρεία Κεφαλληνιακών Ιστορικών Ερευνών, Αργοστόλι 2005. • Αντζουλάτου Γεωργίου Φ., Πρωτοπρεσβυτέρου,Οι προφορικές περί των Αγίων Φανέντων παραδόσεις και η τεκμηρίωσή τους, Εταιρεία Κεφαλληνιακών Ιστορικών Ερευνών, Αργοστόλι 2008. • Ασματική Ακολουθία των εν Κεφαλληνία Αγίων Φανέντων Γρηγορίου, Θεοδώρου και Λέοντος, Έκδοσις Ιεράς Μητροπόλεως Κεφαλληνίας, Αργοστόλι 2007. • Υμνολογήματα Αγίων Φανέντων, Έκδοσις Ιεράς Μητροπόλεως Γλυφάδας, Αθήναι 2010. κατά τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό», Θεολογία 752 (2004) 593-609.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου