Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2021

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΤΗΣ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΙΝ ΤΗΣ ΕΠΙΔΗΜΙΑΣ ΤΟΥ ΚΟΡΩΝΟΪΟΥ

ΓΝΗΣΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ Ἀριθ. Πρωτ. 3779 Ἐν Ἀθήναις τῇ 4ῃ Σεπτεμβρίου 2021 ἐκ.ἡμ. ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΤΗΣ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΙΝ ΤΗΣ ΕΠΙΔΗΜΙΑΣ ΤΟΥ ΚΟΡΩΝΟΪΟΥ ΠΡΟΣ Ἅπαν τό χριστεπώνυμον πλήρωμα Τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά καί εὐλογημένα, Πα­τέρες καί Ἀδελφοί, ὁ φωτισμός καί ἡ εὐλογία τοῦ Φιλανθρώπου Θεοῦ ἡμῶν, εἴησαν μετά πάντων ὑμῶν, εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν. «Ἐν τῷ κόσμῳ θλίψιν ἕξετε» (Ἰωάν. ιστ΄ 33) προανήγγειλε ὁ Θεάνθρω­πος Κύριος εἰς τούς Μαθητάς Του, ὀλίγον πρό τῆς σταυρικῆς Του θυσίας. Καί ὄχι μόνον θλίψιν, ἀλλά θλίψεις πολλές καί μερικές φορές πολυχρόνιες συνέ­χουν τούς ἀνθρώπους εἰς τόν κόσμον τοῦτον. Καί ὄχι μόνον θλίψεις ἀτομικές ἤ οἰκογενειακές ἤ τοπικές, ἀλλά καί θλίψεις, πού θλίβουν καί φέρουν σέ ἀγω­νία ὁλόκληρες κοινωνίες ἀνθρώπων, ὁλόκληρα ἔθνη καί μερικές φορές, θλί­ψεις παγκόσμιες καί πανανθρώπινες. Αὐτή δυστυχῶς εἶναι ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώ­που εἰς τόν κόσμον αὐτόν. «Ἐν τῷ κόσμῳ θλίψιν ἕξετε» (ἐ.ἀ.) μᾶς προειδο­ποίησε ὁ Κύριος. Μία τοιαύτη θλίψις καί ὀδυνηρή δοκιμασία εἶναι καί αὐτή ἡ ὁποία διά τῆς ἠθελημένης ἤ τῆς ἀδοκίμου ἐπεμβάσεως τῆς ἀνθρωπίνης δοκησισο­φίας ἔχει ἐνσκήψει εἰς τήν παγκόσμιον κοινωνίαν μέ τήν διασποράν ἑνός ἀπειλητικοῦ διά τήν ὑγείαν καί αὐτήν ἀκόμη τήν ζωήν τοῦ ἀνθρώπου ἰοῦ, τοῦ ὀνο­μα­σθέντος κορω­νοϊοῦ Covid-19. Καί ὡς νά μήν ἦτο ἀρκετή ἡ ἀπειλή τῆς ἀσθενείας ἐκ τοῦ κορωνοϊοῦ, ἦλθεν εἰς τήν συνέχειαν καί ἡ ἀπειλή ἐκ τῆς ἐπιβολῆς τοῦ ἐμβολίου ὡς τῆς μόνης προστασίας ἐκ τῆς ἀπειλῆς τῆς πανδημίας τοῦ κορω­νοϊοῦ. Καί οἱ ἄνθρωποι εἰς τήν πλειονότητα εὑρί­σκονται εἰς τό μέσον μίας διπλῆς ἀπειλῆς. Ὄπισθεν ἀπειλοῦνται ἐκ τῆς σο­βαρᾶς ἀσθενείας τοῦ κορω­νοϊοῦ, ἔμπροσθεν δέ ἀπειλοῦνται ἐκ τῆς ἐπιβο­λῆς ἑνός ἀγνώστου ἐν πολλοῖς ἐμβολίου, τό ὁποῖον προ­καλεῖ τόν διχασμόν τῆς κοινωνίας μέ τήν πλειονότητα τῶν ἀνθρώπων νά τό ἀποδέχεται ἐξ ἀνάγκης διά νά μήν χάση τήν ἐργασίαν ἤ τίς κοινωνικές ἀνέσεις καί συνή­θειες καί τήν μειονό­τητα νά ἀρνῆται τήν χρῆσιν τοῦ ἐμβολίου διά νά μήν χάση τήν ἐλευ­θε­ρίαν τῆς προσωπικῆς ἐπιλογῆς εἰς τά ἰατρικά καί θερα­πευτικά θέματα καί διά νά διατηρήση τίς ἠθικές ἀξίες τῆς ζωῆς. Εἰς αὐτήν τήν δοκιμασίαν εὑρισκόμενοι καί πολλοί ἐκ τῶν ἀδελφῶν ἡμῶν καί τέκνων τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀπευθύνονται εἰς τούς Ἱερεῖς ἤ καί εἰς ἡμᾶς τούς Ἀρχιερεῖς διά νά λάβουν ὑπεύθυνον ἀπάν­τησιν μέ τό ἐρώτημα τί νά πράξουν εἰς τήν παροῦσαν δοκιμασίαν. Ἡ Ἐκκλησία, ὡς φιλόστοργος Μητέρα, κατανοοῦσα καί συμμεριζομένη τήν δοκιμασίαν καί τήν ἐξ αὐτῆς ἀγωνίαν τῶν ὀρθοδόξων ἀδελφῶν, ὡς καί πολλῶν ἄλλων ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι εὑρίσκονται εἰς τήν ἰδίαν δοκιμασίαν, μέ προσευχήν καί ἐκτενῆ δέησιν πρός τόν Φιλάνθρωπον Θεόν καί Πατέρα ὅλων ἡμῶν, ἀναζητεῖ μέ ὑπομονήν καί ἐπιμονήν τήν ἁρμόζουσαν ἀπάν­τη­σιν ἐπί τοῦ ἐρωτήματος. Οὔτε διά τῆς εὐκόλου θετικῆς ἀπαντήσεως θέλει νά παρα­πλανήση τούς εὐσεβεῖς ἀδελφούς καί νά τούς καταστήση ὑπευθύ­νους ἐνώ­πιον τοῦ κριτηρίου τοῦ Δικαιοκρίτου Κυρίου καί Θεοῦ ἡμῶν, οὔτε διά τῆς δυ­σκόλου ἀρνητικῆς ἀπαντήσεως νά ἐμπλέξη αὐτούς εἰς ἐργασια­κάς, οἰκονομι­κάς καί κοινωνικάς δυσχερείας ἤ καί ἀνυπερ­βλή­τους δοκι­μασίας, χωρίς νά ὑπάρχουν οὐσιώδεις καί σοβαρές συνέπειες καί ἐπιπτώ­σεις εἰς τήν σωτηρίαν τῆς ψυχῆς των ἤ εἰς τήν σωματικήν ὑγείαν αὐτῶν ἤ ἀκόμη καί εἰς τά ἀναφαί­ρετα συνταγματικά δικαιώματα τῆς προσωπικῆς ἐλευθερίας. Καί περί μέν τῶν ἰατρικῶν θεμάτων καί τῶν συνταγματικῶν δικαιω­μά­των ἡ Ἱερά Σύνοδος δέν θά ἤθελε νά άσχοληθεῖ συγκεκριμένως, ἄν καί ὑπάρ­χουν σοβαρές ἐνδείξεις ἀφ’ ἑνός μέν ὅτι τά χρησιμοποιούμενα ἰατρικά σκευά­σματα ἔχουν ἀνεπιθύμητες παρενέργειες εἰς τήν ὑγείαν τῶν ἀνθρώ­πων, οἱ ὁποῖες διά ἀγνώστους λόγους δέν λαμβάνωνται σοβαρῶς ὑπόψιν ἀπό τούς ὑπευθύνους τῶν ἁρμοδίων ὑπηρεσιῶν, ἀφ’ ἑτέρου δέ ἐκ τῶν λαϊ­κῶν ἀντι­δράσεων εἶναι φανερόν ὅτι δέν γίνωνται σεβαστά καί δέν προστα­τεύωνται, ὅπως θά ἔπρεπε, τά προσωπικά δικαιώματα πολλῶν ἀνθρώπων, ἔστω καί ἄν ἀποτελοῦν τήν μειονότητα τοῦ συνολικοῦ πληθυσμοῦ. Ὅμως ἐπί τῶν ἠθικῶν θεμάτων τά ὁποῖα ἔχουν συνέπειες ἐπί τῆς ψυχι­κῆς ὑγείας καί πιθανές ἐπιπτώσεις ἐπί τῆς σωτηρίας τῶν ὀρθοδόξων χριστια­νῶν, λόγῳ παραβάσεως Εὐαγγελικῶν ἐντολῶν καί Ἱερῶν Κανόνων τῆς Ἐκ­κλησίας, ἡ Ἱερά Σύνοδος ἔχει ἱερόν χρέος καί εὐθύνην πνευματικήν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καί συγκεκριμένως τοῦ πιστοῦ ποιμνίου Αὐτῆς, νά ἐξετάση τό θέμα λεπτομερέστερον καί νά ἐνημερώση ἐπ’ αὐτοῦ τούς ὀρθοδόξους ἀδελφούς. Ὅθεν ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐπί σειρά συνεδριάσεων ἐξέτασε μετά προσοχῆς καί εὐαγγελικῆς ἐπιμελείας τό ἐρώτημα ἄν ὑπάρχη ἠθικόν θέμα ἐκ τῆς χρή­σεως τῶν συγκεκριμένων ἰατρικῶν σκευασμάτων. Ἔλαβεν ὑπόψιν πολλά δημοσιεύματα, θετικά καί ἀρνητικά. Ἐμελέτησε τάς ἀπόψεις πολλῶν ἐπιστη­μόνων, ἰατρῶν καί εἰδικῶν ἐρευνητῶν, καί ἐξειδικευμένων Διεθνῶν Ἰατρικῶν Ἰνστιτούτων (Charlotte Lozier Institute). Ἐν τέλει τόν παρελθόν­τα μῆνα Ἰούλιον 2021, περιῆλθεν εἰς γνῶσιν ἡμῶν, ἕνα φυλλάδιον μέ τίτλον «Πρός τόν Λαό, Ἰούλιος 2021, τεῦχος 53» καί ὑπότιτλον «Οἱ χριστιανοί μᾶς ρωτοῦν γιά τό ἐμβόλιο καί οἱ γιατροί ἀπαντοῦν». Εἰς τήν σελίδα 2 καί στή­λην 2 τοῦ φυλλαδίου αὐτοῦ εἰς τό ἐρώ­τημα «στά ἐμβόλια χρησιμοποιοῦν­ται ἐμβρυϊκά κύτταρα;» οἱ ἰατροί τῆς ἁρ­μοδίας ἐπιτροπῆς τήν ὁποίαν ἔχει συστήσει ἡ Ἑλληνική Κυβέρνησις γιά τήν ἀντιμετώ­πισιν τῆς πανδημίας, ἀπαντοῦν βε­βαιωτικά ὡς ἀκολούθως «Κανένα ἀπό τά ἐμβόλια Covid-19 πού χρησιμοποι­οῦνται στή χώρα μας δέν περιέχει ἐμβρυϊκά κύτταρα. Πιό συγκεκριμένα, ἐμ­βρυϊκές κυτ­ταρικές σειρές (ὄχι ὁ ἐμβρυϊκός ἱστός) χρησι­μοποιοῦνται μερικές φορές στή διαδικασία πα­ρασκευῆς ἐμβο­λίων, συμπε­ριλαμβανομένων τῶν ἐμβολίων ἔναντι τῆς Covid-19. Οἱ ἐμβρυϊ­κές κυττα­ρικές σειρές προέρχονται ἀπό ἱστούς ἐμβρύων ἀπό θεραπευτική διακοπή τῆς κύησης καί ἐλήφθησαν ἐδῶ καί δεκαετίες (1960, 1973, 1985). Αὐτά τά κύτταρα ἀναπαράγονται ἔκτοτε στό ἐργαστήριο καί ἀφαιροῦνται πρίν ἀπό τήν ὁλοκλήρωση τῆς παρασκευῆς τῶν ἀντίστοιχων ἐμβολίων». Ἐκ τῆς προσεκτικῆς ἀναγνώσεως τῆς ἀνωτέρω ἀπαντήσεως, παρά τήν παρελκυστική προσπάθεια μεταθέσεως τοῦ θέματος, διαπιστώνεται ὅτι διά τήν παρασκευή τῶν ἐμβολίων ἔχουν χρησιμοποιηθῆ ἐμβρυϊκές κυτ­ταρικές σειρές, δηλαδή ἀνθρώπινα κύτταρα. Ἡ πρώτη ἀπάντηση ὅτι «κα­νέ­να ἐμβόλιο δέν περιέχει ἐμβρυϊκά κύτταρα» εἶναι παρελκυστική καί μᾶλλον ἀκουσίως παγιδευτική, διότι τό ἐρώτημα δέν εἶναι ἐάν τά ἐμβόλια περιέ­χουν ἐμβρυϊκά κύτταρα, ἀλλά ἐάν στά ἐμβόλια ἔχουν χρησιμοποιηθεῖ ἐμ­βρυϊκά κύτταρα. Καί ἡ ἀπάντησις εἰς τήν συνέχειαν εἶναι βεβαιωτική, ἀλλά γίνεται προσπάθεια νά ἀμβλυνθῆ καί νά ὑποτιμηθῆ ἡ χρησιμοποίησις τῶν ἐμβρυϊκῶν κυττάρων. Εἶ­ναι ὅμως βέβαιον ὅτι διά νά χρησιμοποιηθοῦν αὐτά τά ἐμβρυϊκά κύτταρα διά τήν παρασκευήν τοῦ ἐμβολίου, ἔχει προηγη­θεῖ ἡ βιαία διακοπή τῆς φυσικῆς πορείας τῆς «ζώσης ψυχῆς» τοῦ ἐμβρύου. Καί ἡ βιαία διακοπή μίας ζωῆς λογίζεται καί εἶναι φόνος καί ὑπόκειται εἰς τήν ἀπαγορευτικήν ἐντολήν τοῦ Θεοῦ «οὐ φονεύσεις». Τό ἐάν ἔχουν χρη­σιμοποιηθεῖ εἰς τήν παρασκευήν τῶν ἐμβολίων ἐμβρυϊκά κύτταρα «μερικές φορές», ἤ ἐάν τά ἐμβρυϊκά κύττα­ρα ἔχουν ληφθεῖ «ἀπό θεραπευτική διακοπή κύησης», ἤ ἐάν ἔχουν ληφθεῖ πρό πολλῶν δεκαετιῶν, ἤ ἐάν ἔχουν ἀφαιρεθεῖ τά ἐμβρυϊκά κύτταρα ἀπό τό ἰα­τρικό σκεύασμα «πρίν ἀπό τήν ὁλοκλήρωση τῆς παρασκευῆς τῶν ἐμβολίων», δέν ἀναιροῦν τήν ἠθική εὐ­θύνη διά τήν χρῆσιν καί ἀποδοχήν προϊόντος φόνου, εἴτε ἄμεσα, εἴτε ἔμμε­σα ἐνεργουμένην. Ἡ χρῆσις καί τῶν ἐλαχίστων μορίων (κυττάρων ἤ κυττα­ρικῶν σειρῶν) ἀφαιρεθείσης βιαίως ζωῆς, ἔστω καί ἄν σώζουν πολλές ζωές ἄλλων ἀνθρώπων, δέν εἶναι ἠθικῶς ἀποδεκτή διά τήν χριστιανικήν ἠθικήν, διότι μεσολαβεῖ ἀφαίρεσις ζωῆς. Ὅσον ἀποτρό­παιος καί ἠθικῶς ἀπαράδε­κτος εἶναι ἡ ἀνθρωποθυσία, ἀλλά τόσον εἶναι ἠθικῶς ἀνεπίτρεπτος ἡ χρῆ­σις καί τῶν ἐλαχίστων μορίων βιαίως ἀφαιρε­θείσης ζωῆς διά τήν προστα­σίαν τῆς ὑγείας ἄλλων ἀνθρώπων. Κατά τήν εὐαγγελικήν καί Πατερικήν διδασκαλίαν ἡ ψυχή ἑνώνεται μέ τό σῶμα «ἐξ ἄκρας συλλήψεως» (οὔτε σώματος χωρίς ἡ ψυχή, οὔτε ψυχῆς σῶμά ποτε νοηθήσεται... Ἡ ψυχή τὸ εἶναι λαμβάνουσα κατὰ τὴν σύλλη­ψιν ἅμα τῷ σώματι πρὸς ἑνὸς ἀνθρώπου συμπλήρωσιν ἄγεται...» (Ἁγίου Μαξί­μου τοῦ ὁμολογητοῦ, «Θεωρία σύντο­μος πρὸς τοὺς λέγοντας προϋπάρχειν ἢ μεθυ­πάρχειν τῶν σωμάτων τὰς ψυχάς», P.G. 91, 1324). Ὡς ἐκ τούτου καί ἡ ἀφαίρε­σις τῆς ζωῆς ἤ ἡ οὕτω λεγομένη «διακοπή τῆς κυήσεως», εἰς οἱον­δήποτε στά­διον τῆς ζωῆς καί δι’ οἱονδήποτε λόγον καί ἄν γίνη, συνιστᾶ κατά τήν Εὐαγ­γελικήν διδασκαλίαν «ἑκούσιον ἤ ἀκούσιον φόνον» καί ὡς τοιοῦτος κανονί­ζεται κατά τούς Ἱερούς Κανόνας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλη­σίας. Διά τοῦτο καί αὐτή ἀκόμη ἡ «εὐχή εἰς γυναῖκα, ὅταν ἀποβάληται» ἀναφέρει συγκεκριμένως «τήν σήμερον ἐν ἁμαρτίαις εἰς φόνον περιπε­σοῦ­σαν» καί ἐπαναλαμβάνει κα­τωτέρω «συγχώρησον τῇ δούλῃ σου τῇ ἐν ἁμαρτίαις φόνῳ περιπεσούσῃ ἑκουσίως ἤ ἀκουσίως» (Μέγα Εὐχολόγιον, Ἔκδοσις Ἀστήρ, σελ. 125). Διά τοῦτο, ἡμεῖς οἱ Ἀρχιερεῖς, οἱ συγκροτοῦντες τήν Ἱεράν Σύνοδον τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλη­σίας τῆς Ἑλ­λάδος περί τόν Ἀρχιεπίσκοπον Ἀ­θηνῶν καί πάσης Ἑλλά­δος ΠΑΧΩΜΙΟΝ, διά τῆς παρούσης Συνοδικῆς Ἐγκυ­κλίου συν­ιστῶμεν πατρικῶς καί φιλαδέλφως εἰς τούς εὐσεβεῖς ὀρθοδόξους Ἀδελφούς, πιστά τέκνα τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, ἀφ’ ἑνός μέν μετά πολλῆς προσοχῆς καί πνευματικῆς εὐθύνης νά ἐξετάζουν καί νά χρη­σιμοποιοῦν τά παρεχόμενα ὑπό τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης σκευάσματα καί βοηθήματα, ὅταν αὐτά ἀποβλέπουν, κατά τόν λόγον τοῦ Μεγάλου Βασι­λείου, «εἰς δόξαν Θεοῦ καί τύπον τῆς τῶν ψυχῶν ἐπιμελείας» (ΕΠΕ, 8,398), ἀφ’ ἑτέρου δέ νά ἀπο­φεύ­γουν τά τοιαῦτα ἰατρικά σκευάσματα καί φαρ­μακευτικά βοηθήματα ὅταν δι’ αὐτῶν γίνεται ἤ κατά τήν προετοιμασίαν καί παρασκευήν αὐτῶν ἔχει γίνει παράβασις τῶν θείων ἐντολῶν, τάς ὁποί­ας ὁ Θεός παρέδωσεν εἰς τόν ἄνθρω­πον διά τήν ψυχικήν καί σωματικήν ὑγείαν αὐτοῦ. Ὅθεν καί τά ἀνωτέρω μνημονευθέντα ἰατρικά σκευάσματα διά τήν ἀν­τιμετώπισιν ἤ τήν προστασίαν ἐκ τῆς ἐπιδημίας τοῦ κορωνοϊοῦ (Covid-19), διά τήν παρασκευήν ἤ προετοιμασίαν τῶν ὁποίων ἔχουν χρησιμο­ποιη­θεῖ καθ’ οἱονδήποτε τρόπον ἐμβρυϊκά κύτταρα ἤ κυτταρικές σειρές, ἐκ βι­αίως ἀφαι­ρεθείσης ἀνθρωπίνης ζωῆς, συνιστῶμεν πατρικῶς καί συμβου­λευτικῶς νά ἀποφεύγωνται. Ἐάν δέ κάποιοι Ἀδελφοί ἔχουν ἤδη γίνει ἀπο­δέκτες τοιού­των ἰατρικῶν σκευασμάτων ἤ ἐξ ἀνθρωπίνης ἀδυναμίας ἤ ὀλιγωρίας μελλον­τι­κῶς θά λάβουν αὐτά αὐτοβούλως ἤ λόγῳ ἀσκηθείσης ἀμέσου ἤ ἐμμέσου πιέ­σεως, ἡ Ἐκκλησία ὡς φιλόστοργος Μητέρα καί εἰς θερα­πείαν καί διόρθω­σιν τῶν τέκνων Αὐτῆς ἀποβλέπουσα, κατά τάς κανονικάς διατάξεις τῆς Πεν­θέ­κτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου θά κανονίζη κατ’ οἰκονομίαν τούς με­τανοοῦν­τας καί προσερχομένους εὐπειθῶς εἰς τό Ἱερόν Μυστήριον τῆς Θείας Ἐξομο­λογή­σεως. Πλέον δέ τούτου ἡ Ἱερά Σύνοδος μέ τήν αὐχμηράν φωνήν ἑνός αἰωνο­βίου Ἀρχιεπισκόπου συνιστᾶ καθηκόντως ἀφ’ ἑνός εἰς τούς ἐπιστήμονας ἐρευνητάς, οἱ ὁποῖοι ἐργάζονται διά τήν ὑγείαν τοῦ ἀνθρώπου, τῆς θείας καί τελείας αὐτῆς δημιουργίας, νά μήν παραβλέπουν τάς ἐντολάς τοῦ Δημι­ουρ­γοῦ τοῦ Σύμπαντος κόσμου, Κυρίου καί Θεοῦ ἡμῶν, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἡ πηγή τῆς σοφίας καί τῆς γνώσεως, ἀλλά νά σέβωνται τάς ἐντολάς τοῦ Θεοῦ, ἰδίως αὐτήν ἡ ὁποία ἀφορᾶ τόν σεβασμόν πρός τήν ζωήν τοῦ ἀνθρώ­που, καθόσον ἡ τοιαύτη παράβασις θά ἔχῃ συνεπείας σοβαράς ὄχι μόνον εἰς τούς ἰδίους τούς ἐρευνητάς ἐπιστήμονας, ἀλλά εἰς ὅλους τούς ἀνθρώ­πους ὡς ἀποδέκτας τῶν ἔργων τῆς παραβάσεως τῆς θεϊκῆς ἐντολῆς. Ἀφ’ ἑτέρου δέ πατρικῶς συ­νιστᾶ εἰς τούς πολιτικούς Κυβερνῆτας τῶν λαῶν καί ἰδιαιτέρως τούς Κυβερ­νῆτας τῆς φιλτάτης ἡμῶν πατρίδος, τῆς ὀρθοδόξου Ἑλλάδος, νά τιμοῦν τόν λαόν τόν ὁποῖον κυβερνοῦν καί νά μήν ἐπιβάλλουν μέτρα καί ἀπα­γορεύσεις αἱ ὁποῖαι προκαλοῦν κρίσιν συνειδήσεως εἰς τούς πολίτας, οἱ ὁποῖ­οι εἶναι πρῶτον καί διηνεκῶς πολίται τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί ὀφείλουν νά τη­ροῦν τούς νόμους καί τάς ἐντολάς τοῦ οὐρανίου Κυβερνήτου τοῦ σύμ­παντος κόσμου καί δεύτερον εἶναι πολίται τῆς κο­σμικῆς Πολιτείας, τῆς ὁποί­ας κατ’ ἀρχήν θέλουν νά τηροῦν τούς νόμους, οἱ ὁποῖοι βεβαίως δέν ἀντιτί­θενται είς τούς αἰωνίους νόμους καί τάς ἀπαρα­βάτους ἀξίας, ὅπως εἶναι ὁ σεβασμός πρός τήν ἀνθρωπίνην ζωήν, ἡ ὁποία εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, εἴτε εἶναι κυοφο­ρούμενον ἔμβρυον εἴτε εἶναι γεγηρακώς καί ἀσύμφορος διά τήν οἰκονομίαν τῆς Πολιτείας ἀπερχόμενος τῆς παρούσης ζωῆς ἄνθρωπος. Διά τοῦτο ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀκολουθοῦσα καί διδάσκουσα τάς άρχάς καί τάς ἀξίας τῆς εὐαγγελικῆς διδασκαλίας καί ἰδιαιτέρως τοῦ σεβασμοῦ τῆς ἐλευθερίας τῆς βουλήσεως τοῦ ἀνθρώπου, μέ ὑπέρτερον ἀξίωμα τόν εὐαγγε­λικόν λόγον «εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν...» (Ματθ. ιστ΄ 24), θεωρεῖ τήν ἐπι­βαλλομένην ὑποχρεωτικότητα ἐπί τῶν ἰατρικῶν σκευασμάτων, ἐπιεικῶς ὡς ἀπαράδεκτον καί ἐπικίνδυνον διά μίαν εὐνομουμένην δημο­κρατικήν Πολι­τείαν, ἡ ὁποία πρέπει νά ἐργάζεται διά τήν ἐξυπη­ρέ­τησιν τῶν πολιτῶν, κατά τρόπον γενικῶς ἀποδεκτόν. Εἶναι δεῖγμα ὑποβαθμίσεως καί προσβολῆς τοῦ ἀνθρωπίνου πολιτισμοῦ ἡ ἐξαναγκαστική ἤ δελεαστική ἐπι­βολή ἰατρικῆς πράξεως, χωρίς προηγουμένην ἐλευθέραν καί ἀβίαστον συγ­κατάθεσιν τοῦ ἀνθρώπου. Ἀντιθέτως εἶναι χρέος καί εὐθύνη τῆς ἑκά­στοτε Διοικήσεως τῆς Πολιτείας νά ἐξεύρη καί νά χρησιμοποιῆ τρόπους διά τήν προστασίαν τῆς δημοσίας ὑγείας, οἱ ὁποῖοι δέν θά ἐπιβάλλονται πιε­στικῶς, οὔτε θά δημιουρ­γοῦν κρίσιν συνειδήσεως εἰς τούς πολίτας, οὔτε βεβαίως διχασμόν καί μερι­στικόν διαχωρισμόν τῶν πολι­τῶν. Ἡ προστασία τῆς ὑγεί­ας εἶναι συνταγμα­τικόν δικαίωμα τῶν Ἑλλή­νων πολιτῶν (ἄρθρον 5, παρ. 5 τοῦ Ἑλληνικοῦ Συντάγματος), ἀλλά χωρίς νά προσβάλλεται τό δικαίωμα τῆς ἐλευ­θερίας καί τῆς ἰσονομίας, οὔτε καί οἱ ἀρχές τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης. Ἀγαπητοί Ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ πνευματικά, Διερχόμεθα μίαν μεγάλην καί πο­λύπλευρον δοκιμασίαν, μέ πολλάς θλί­ψεις καί στερήσεις. Ὅμως ὡς ἀληθεῖς καί συνεπεῖς Ὀρθόδοξοι Χριστια­νοί, Ἀγαπητοί Ἀδελφοί, μή λυπεῖσθε, οὔτε νά ἀποκάμετε ἐκ τῆς τοιαύτης δοκιμα­σίας. Νά εἶσθε βέβαιοι ὅτι ἔχομε Φιλάν­θρωπον καί Πολυεύσπλαγ­χνον Θεόν καί Πατέρα, ὁ ὁποῖος βλέπει τόν ἀγῶνα καί τήν ἀγωνίαν τῶν τέ­κνων Του καί ἀκούει μετά προσοχῆς καί πατρικῆς εὐαισθησίας τάς δεήσεις καί παρακλή­σεις τῶν πιστῶν ἀνθρώπων. Διά τοῦτο εἰς αὐτήν τήν δοκιμα­σίαν ἄς κατα­φεύγωμεν μέ πίστιν καί ἐπιμονήν εἰς τήν βοήθειαν καί προ­στασίαν τοῦ Φι­λανθρώπου Θεοῦ ἡμῶν. Καί τότε ὄχι μόνον ἐλπίδα καί δύ­ναμιν θά λάβωμεν, ἀλλά καί τήν χάριν τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπό τίς θλίψεις τῆς προσκαίρου αὐτῆς δοκιμασίας θά δοκιμάσωμεν καί πνευματικά θά ἀπο­λαύσωμεν. Διότι, κατά τόν μέγαν Ἀπόστολον Παῦ­λον «καυ­χώμεθα ἐν ταῖς θλίψεσι, εἰδότες ὅτι ἡ θλί­ψις ὑπομονήν κατεργά­ζεται, ἡ δέ ὑπο­μονή δοκι­μήν, ἡ δέ δοκιμή ἐλπίδα, ἡ δέ ἐλπίς οὐ καταισχύνει, ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐκκέ­χυται ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν διά Πνεύματος Ἁγίου τοῦ δο­θέντος ἡμῖν» (Ρωμ. Ε΄ 3-5). Ἐξ ἄλλου, ὅπως παρατη­ροῦμεν, οἱ Διοι­κοῦντες κατά πρῶτον λόγον στεροῦν ἀπό τούς μή συμ­μορφουμέ­νους μέ τάς ἐντολάς των, τάς διασκε­δάσεις καί τά θεάματα. Αὐτά ὅμως δέν εἶναι δι’ ἡμᾶς τούς χριστιανούς. Εἶναι εὐκαι­ρία λοιπόν μέ τήν ἐντολήν τῶν κοσμι­κῶν κυβερνητῶν, νά τηρήσωμεν ἀρτιώ­τερον τόν νόμον τοῦ Θεοῦ. Προσέτι δέ προτρέπομεν πάντας τούς εὐσεβεῖς Ἀδελφούς καί τέκνα τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας νά ἐντείνουν τάς κατ’ ἰδίαν δεήσεις καί τάς ἱκετευτικάς παρακλήσεις πρός τόν Φιλάνθρωπον Θεόν ἡμῶν ἵνα διά τῶν πρε­σβειῶν τῆς Ὑπερευλογημένης Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί Ἀειπαρθέ­νου Μαρίας καί πάντων τῶν Ἁγίων ἀπαλλάξη πάντας ἡμᾶς ἐκ τῆς ἀπειλῆς τῆς λοιμικῆς ἀσθενείας καί τῶν θλίψεων ἐκ τῆς διπλῆς αὐτῆς δοκιμασίας, ἀφ’ ἑτέρου δέ έντελλόμεθα τούς τιμιωτάτους ἐφημερίους καί ἱεροψάλτας τῶν κατά τόπους Ἐνοριῶν, νά ψάλλουν ἅπαξ τῆς ἑβδομάδος εἰς κατάλληλον εὐκαιρίαν τόν Κανόνα εἰς τήν Ἁγίαν Τριάδα «εἰς ἀπειλήν λοιμικῆς ἀσθενείας» ἐκ τοῦ Μεγάλου Εὐχολογίου. Ἡμεῖς δέ ὡς Ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χρι­στοῦ ἀκολουθοῦντες τό παράδειγμα τοῦ Ἀρχιποίμενος Κυρίου καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀφ’ ἑνός μέν καθ’ ἑκάστην ἀτο­μικῶς καί κατ’ ἰδίαν ἀνα­πέμπομεν ἐκτενεῖς δεήσεις ὑπέρ ἐνισχύσεως καί προστασίας πάντων τῶν ἀδελφῶν καί πνευματικῶν τέ­κνων τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἀφ’ ἑτέρου δέ ἀγρύπνως καί ἐξεταστι­κῶς θά παρακολου­θοῦ­μεν μετά προσοχῆς καί διακρίσεως τάς νεωτέρας ἐξελίξεις ἐπί τοῦ θέματος τῆς διπλῆς αὐτῆς δοκι­μασίας καί θά ἐνημερώνωμεν καταλ­λήλως τά μέλη καί πνευματικά τέκνα τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας. Μετά πολλῆς πατρικῆς ἀγάπης καί ποιμαντικῆς μερίμνης, εὐχόμεθα καί προσευχόμεθα διαπύρως ὑπέρ πάντων ὑμῶν, ὅπως Κύριος ὁ Θεός καί Πατήρ πάντων ἡμῶν δώη πᾶσιν ὑμῖν σοφίαν καί δύναμιν διά τήν ἀντιμετώ­πισιν κατά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ τῆς παρούσης διπλῆς θλιβερᾶς δοκιμασίας. Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ Ὁ Πρόεδρος †Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν ΠΑΧΩΜΙΟΣ Τά Μέλη †Ὁ Μεσογαίας Λαυρεωτικῆς καί Ἀχαρνῶν ΚΗΡΥΚΟΣ †Ὁ Πατρῶν ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ †Ὁ Ἄργους ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ Ὁ Γραμματεύς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου †Ἀρχιμανδρίτης Ἀντώνιος Γκιόκας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου