Πως λοιπόν αυτοί οι Επίσκοποι (οι Νεοημ/γίτες) μπορούν να κατανοήσουν τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, ο οποίος, όταν ερωτήθηκε σε ποία Εκκλησία ανήκει, την στιγμή που ήταν χωρισμένος από όλες τις τοπικές Εκκλησίες και τα Πατριαρχεία, που είχαν συμφωνήσει στην αίρεση του μονοθελητισμού, απάντησε: <<Καθολικήν Εκκλησίαν την ορθήν και σωτήριον της εις αυτόν πίστεως ομολογίαν Πέτρου μακαρίσας, εφ' οις αυτόν σαφώς ωμολόγησεν ο των όλων είναι Θεόν απεφήνατο>> (P.G. 132 AC). Δηλαδή ο άγιος Μάξιμος ως προϋπόθεση, για να είσαι μέσα στην Εκκλησία, δεν θεώρησε το να είσαι ενωμένος με τον Επίσκοπο, αλλά με την αλήθεια. Με τον Επίσκοπο επιβάλλεται να ενωθείς, εφ' όσον αυτός είναι οργανικά ενωμένος με την αλήθεια. Αν ενωθείς, ενώ ο Επίσκοπος δεν είναι ενωμένος με την αλήθεια, αλλά με την πλάνη και τον Οικουμενισμό, είναι δείγμα ότι και συ αυτομάτως βγαίνεις από την Εκκλησία, την οποία εκφράζει όχι ο Επίσκοπος, αλλά οι πατέρες, η Παράδοση και οι Κανόνες.
Εδώ πρέπει να πούμε ότι αυθαίρετα οι σημερινοί Επίσκοποι του 20ου αιώνος λένε στον λαό ότι, για να βγει κανείς από την Εκκλησία, πρέπει να αποφασίσει η Εκκλησία, εννοώντας βέβαια ως Εκκλησία, κατά τα Παπικά πάντοτε πρότυπα, την Σύνοδο, δηλαδή τους εαυτούς των. Αυτό όμως δεν συμβαίνει στην πραγματικότητα, αλλά καθένας ορθόδοξα βαπτισμένος χριστιανός τοποθετείται εντός ή εκτός της Εκκλησίας από την πίστη του και τα έργα του. Και ούτε μπορεί η σύνοδος κάποιον όντως Ορθόδοξον να τον θέσει εκτός Εκκλησίας, επειδή δεν πάει με τα νερά της, ούτε πάλι κάποιον αιρετικό ή κατά την πίστη ή κατά την ζωή να τον έχει εντός της Εκκλησίας, επειδή ταιριάζει με τα γούστα της. Αν ήταν έτσι, τότε θα ήταν εκτός Εκκλησίας, έστω και για ένα χρονικό διάστημα, ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός και τόσοι άλλοι Άγιοι της Εκκλησίας, επειδή βρέθηκε κάποια σύνοδος και τους καθήρεσε, ή τους αφόρισε ή επειδή συμφώνησαν παρανόμως να τους εκδιώξουν κάποιες τοπικές Εκκλησίες. Το σημείο αναφοράς στην Ορθοδοξία δεν είναι να συμφωνήσουμεόλοι, αλλά να συμφωνήσουμε στην αλήθεια. Δι' αυτό και ένας να μείνει έχων την αλήθεια, αυτός μαζί με τον Χριστό και τους εν ουρανοίς δικαίους αποτελούν την Εκκλησία.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα σ' αυτό το σημείο αποτελεί ο 15ος κανόνας της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, ο οποίος λέει για τους ιερείς, που χωρίζονται από τον Επίσκοπο, επειδή κηρύττει αίρεση δημόσια και γυμνή τη κεφαλή, πρίν εκδοθεί κάποια απόφαση από τη Σύνοδο, ότι δεν εχωρίστηκαν από Επισκόπους, αλλά ψευδεπισκόπους και δεν έσχισαν την Εκκλησία, αλλά με τον χωρισμό τους εγλύτωσαν την Εκκλησία από το σχίσμα. Τον Επίσκοπο, πριν βγεί απόφαση από τη σύνοδο, τον ονομάζει ο κανόνας αυτός <<καλούμενον Επίσκοπον>>, δηλαδή κατ' όνομα και όχι κατ' ουσίαν. Τον δε χωρισμόν από τον κατ' όνομα Επίσκοπο τον ονομάζει ένωση με την κατ' ουσίαν Εκκλησία, που είναι ο Χριστός, οι Απόστολοι, οι πατέρες, οι δίκαιοι, και όσοι από τους ζώντας χριστιανούς συμφωνούν με αυτούς. Άρα, λοιπόν, σύμφωνα με τους κανόνας σχίσμα στην Εκκλησία δημιουργώ, όταν εν γνώσει ή εν αγνοία ενωθώ με τους κατ' όνομα Επισκοπους. Και ένωση εις την Εκκλησία δημιουργώ, όταν χωριστώ από αυτούς. Σημείο αναφοράς είναι πάντοτε η αλήθεια και η Παράδοση και ο Επίσκοπος, εφ' όσον σύμφωνεί και ταυτίζεται με λόγια και με έργα με αυτά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου