Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 20 Ιουνίου 2024

ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΕΤΟΥΣ 2006

 

ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ

ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΕΤΟΥΣ 2006.

 

+ Ο ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ ΚΗΡΥΚΟΣ

ΤΗΣ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

Δ/ΝΣΙΣ: ΕΠΙΣΚΟΠΕΙΟΝ  ΑΓΙΑΣ  ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ

ΚΟΡΩΠΙ Τ.Κ.19400 Τ.Θ. 54 ΤΗΛ. 210.6020176, 210.2466057

 

                 

Α.Π. 57      Ἐν  Κορωπίω Μάρτιος 2008 (Ε.Η.)

    

Πρός

τά πνευματικά ἐν Κυρίω τέκνα (Μητροπολιτικοῦ Ι.Ν. Ἁγίου Δημητρίου καί Παναγίας Ἀθηνιωτίσσης Σουμελᾶ Ἀχαρνῶν, Ἁγίου Σπυρίδωνος Καρέα καί Ἁγίας Αἰκατερίνης Κορωπίου Ἀττικῆς καί ἀλλαχοῦ.

 

Τέκνα ἐν Κυρίω πνευματικά.

 

Ἠ Χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἡ πατρική ἡμῶν εὐχή εἴη μετά πάντων ὑμῶν. Εὔχομαι τήν κατ’ ἄμφω ὑγείαν καί τήν παρά Θεοῦ εὐλογίαν εἰς ὅλους ὑμᾶς καί ὑπομονήν ἐν ταῖς θλίψεσιν τοῦ παρόντος καιροῦ.

 

Τήν Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου τοῦ ἔτους 2006, ἔγραψα μίαν σύντομον προσωπικήν ἐπιστολήν πρός τέκνον ἐν Κυρίω πνευματικόν εἰς τό ἐξωτερικόν, τήν ὀποίαν ἀποστέλλω καί πρός ὑμᾶς, μέ ἀφορμήν τήν ἐφετεινήν (τοῦ 2008) Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ ἐπιστολή αὕτη ἀνεφέρετο εἰς τά βιώματα καί τά μηνύματα τῆς τότε (2006) Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας, ἔχει δέ οὕτως:

«... Χθές Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας. ἑωρτάσαμε τήν ἑορτήν τῆς Ὀρθοδοξίας καί ἀναπόλησα ὀλίγον τό πνευματικόν μεγαλεῖον καί τό βαθύτερον διαχρονικόν νόημα τῆς ἑορτῆς.

Ἦταν πραγματικά καί τό πρωί καί τό ἀπόγευμα, μιά πολύ σημαντική ἡμέρα. Ἦτο πολύ ἐκφραστικός ὁ ὕμνος: «’Αστράπτει καί λάμπει ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ». Καί τήν ἔκαμνε πιό σημαντική καί πιό λαμπρή καί ἑορτάσιμη τήν ἀτμόσφαιρα, τό γεγονός ὅτι μέσα ἀπό τήν διατράνωσι τῆς Ὁμολογίας μας, (αὐτό εἶναι τό κεντρικό νόημα τῆς ἑορτῆς) νοιώσαμε ὅλοι πιό κοντά στήν ἀλήθεια, νοιώσαμε πιό πολύ ὑπεύθυνοι, ὁ καθένας μας ξεχωριστά καί ὅλοι μαζί.

Νοιώσαμε νά εἴμαστε μέσα στήν Κιβωτό, ἔστω μέ τούς ὀλίγους, μαζί μέ ὅλους τούς ἁγίους τῆς Πίστεως, τήν στιγμή πού ἄλλοι προτίμησαν τό «ὑποβρύχιον πλῆθος», τό πλῆθος δηλαδή πού πνίγηκε μέσα στά νερά τοῦ Κατακλυσμοῦ. Καί ἐκεῖ ἐμνήσθημεν καί ὅλων τῶν ἁπανταχοῦ τῆς γῆς Ὀρθοδόξων, οἱ ὁποῖοι μέ τήν καθαράν τους Ὁμολογίαν, παρίσταντο νοερῶς εἰς ἐκείνην τήν ἑορτάσιμη ἀτμόσφαιρα. Θέλησα λοιπόν νά κρατήσω ἕνα ἀπό τά μηνύματα τῆς ἑορτῆς, νά τό καταγράψω, νά σοῦ τό στείλω, διότι καταλαβαίνω ὅτι σέ βοηθοῦν στόν ἀγῶνα τῆς ἱεραποστολῆς πού κάμνεις ἐκεῖ.

Κράτησα, λοιπόν, μία προτροπή τοῦ ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτη, πού μέ κάποια διασκευή ἀκούσθηκε στήν ἐκδήλωσί μας, σάν προτροπή καί σάν προβληματισμός γιά τήν δική μας (Κληρικῶν καί λαϊκῶν) εὐθύνη ἀπέναντι στόν Θεό, ἀπέναντι στήν Ἱστορία, ἀπέναντι στήν Ἐκκλησία, τήν εὐθύνη πού ἔχουμε ὁ καθένας ὅταν ἐπιχειρῆται ἀπό ἄλλους ἡ ἀλλοίωσις τῆς πίστεως.

Γράφει ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης: «Φυλάξατε ἔτι ἑαυτούς τῆς ψυχοφθόρου αἱρέσεως, ἧς ἡ κοινωνία ἀλλοτρίωσις Χριστοῦ» (P.G. 99, 1257 C) καί «Ὅταν ὁ λόγος εἶναι γιά τήν ἀλλοίωση τῆς πίστεως, δέν ἐπιτρέπεται νά λέη κάποιος: Ποιός εἶμαι ἐγώ; Μήπως εἶμαι ἱερεύς, ἤ ἄρχων, ἤ στρατιωτικός, ἤ γεωργός; Ἕνας πτωχός εἶμαι, πού μέ δυσκολία βγάζω τόν καθημερινόν μου ἄρτον.  Συνεπῶς δέν ὑπάρχει γιά μένα κανένας λόγος καί φροντίδα γιά τό θέμα αὐτό.  Οὐά (ἀπαντᾶ ὁ πατήρ), οἱ λίθοι θά διαμαρτυρηθοῦν καί σύ παραμένεις σιωπηλός καί ἀμέριμνος;» (PG 99, 1321 Β).

Συνεπῶς τό μήνυμα εἶναι ὅτι τώρα πού προδίδεται ἡ πίστις ὁ χριστιανός ἐπ’ ούδενί πρέπει νά μένει ἀμέριμνος καί σιωπηλός, διότι «ἡ μετά τῶν κακοδοξούτων (καί ἐμμενόντων εἰς τήν κακοδοξίαν) κοινωνία δημιουργεῖ διακοπήν τῆς μετά τοῦ Χριστοῦ κοινωνίας».

Αὐτόν ἦταν τό βασικό μήνυμα μήνυμα καί τῆς ἐφετεινῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας, τό ὁποῖον εἶναι πάντα ἐπίκαιρον καί οὐδέποτε ἀλλάζει, ἀφοῦ ὁ Χριστός, τήν εἰκόνα τοῦ Ὁποίου βασικῶς τιμῶμεν κατ’ αὐτήν τήν ἡμέραν (τό ‘Απολυτίκιον τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι: «Τήν ἄχραντον εἰκόνα Σου προσκυνοῦμεν Ἀγαθέ...) «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αῖῶνας».

Ὅμως ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἐφέτος, ἐξ’ ἀφορμῆς καί τοῦ ὅτι κατ’ ἐκείνην τήν ἡμέραν, κυρίως τό ἀπόγευμα, ἀνεφέρθημεν καί εἰς τήν μόλις κυκλοφορήσασαν Ἐγκύκλιον τῶν Νικολαϊτῶν, μέ τήν ὁποίαν οὗτοι «Συνοδικῶς» καί ἐπισήμως, ἤτοι «γυμνῆ τῆ κεφαλῆ», «ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΟΥΝ» τήν χειροθεσίαν, (ἡ ὁποία κατ’ αὐτούς ἐγένετο τό 1971καί εἰς Ἀμερικήν καί εἰς Ἑλλάδα), ἤτοι ΥΠΟΣΤΑΣΙΑΖΟΥΝ ΔΙ ΕΑΥΤΟΥΣ, τήν ἀνυπόστατον διά τήν Ἐκκλησίαν «χειροθεσίαν», καί παραδίδουν ἑαυτούς καί τό πλήρωμά των ΕΠΙΣΗΜΩΣ ΠΛΕΟΝ εἰς τήν Βαβυλώνειον αἰχμαλωσίαν καί τήν δουλείαν τοῦ Παλαιοημερολογιτικοῦ καί Νεοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, εἴχομεν καί πλέον ἐπίκαιρα μηνύματα. Τό χρέος ἡμῶν νά προσευχηθῶμεν ἐντονώτερον διά τούς ἐν πνευματικῆ αἰχμαλωσία τελοῦντας πλέον πρώην ἀδελφούς καί Πατέρας.

Πρός τοῦτο καταχωρῶ ἐνταῦθα μίαν προσευχήν τήν ὁποίαν προέτεινε εἰς τό ποίμνιόν του ὁ Ἅγιος Ἐπιφάνιος Ἐπίσκοπος Κύπρου, ὅταν ὁ λαός του ἠχμαλωστίσθη ἀπό βαρβάρους ἐχθρούς. Ἡ μόνη διαφορά ὅτι ἐκεῖνοι τότε ἠχμαλωτίσθησαν κατά τό σῶμα, οἱ δέ σημερινοί πρώην Ὀρθόδοξοι ἠχμαλωτίσθησαν καί ἐδουλώθησαν κατά τήν ψυχήν, ἐκεῖνοι ὑπό βαρβάρων κατακτητῶν, οὗτοι ὑπό τῶν πονηρῶν δαιμόνων.

Ἰδού ἡ προσευχή, ἡ ὁποία τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν δύναται νά γίνη καί δική μας προσευχή:

"…Μέ πιμονή ς προσευχηθομε γιά τούς δελφούς μας καί ς πομε στόν Χριστό: "σύ μόνος, τότε καί τώρα, γαθός Θεός καί φιλάνθρωπος Δεσπότης, πού μέ τό Πάσχα γλύτωσες τούς σραηλίτες πό τή δουλεία τς Αγύπτου καί τούς χάρισες τήν λευθερία μέ τό αμα τοῦ ἀμνο, σύ διος καί τώρα μέ τό μόλυντό Σου Σμα καί τό πολύτιμό Σου Αμα δώρησε στόν κόσμο Σου τήν λευθερία π' τήν πικρή δουλεία". σύ πού δέχτηκες μέ εμένεια τόν κλαυθμό τς μαρτωλς πόρνης, σύ δέξου καί σήμερα καί τς δικς Σου κκλησίας τόν στεναγμό διά τήν αχμαλωσίαν της.

σύ πού δέχτηκες τήν παράκληση το πιστο ληστ, δέξου καί το πιστολαο Σου τή δέηση. σύ πού δέχτηκες τή μετάνοια καί τόν στεναγμό το Πέτρου, δέξου καί τόν δικό μας κλαυθμό πού εμαστε φτωχοί. σύ πού δέν ποστράφηκες τά δάκρυα τς Χαναναίας, δέξου καί τή μικρή κκλησία νά προσεύχεται θερμά γιά τή μεγάλη αχμαλωσία, καί ποία πρός σένα τόν Θεό φωνάζει σήμερα καί λέει: Θεέ, σύ πού ναστήθηκες σέ τρες μέρες πό τούς νεκρούς, νάστησε πό τήν ποδούλωση τν χθρν τόν πιστό λαό Σου. σύ πού νέστησες τόν δάμ πό τούς νεκρούς, ψωσε τή δύναμη τν Χριστιανν. σύ πού καί τότε καί τώρα εσαι διος Θεός, πού πρες τή μορφή το δούλου, λύτρωσε πό τή δουλεία τόν ταπεινό Σου λαό. σύ πού κρινες ξιο νά γίνεις νήπιον γιά χάρη μας, σσε πό τή σφαγή τό πλθος τν νηπίων μας.

σύ, καί τότε Θεός, πού ξενιτεύθηκες μαζί μέ τή Μητέρα Σου στήν Αγυπτο, φέρε πίσω, πό τή μακροχρόνια ξενιτειά τίς μητέρες καί τά παιδιά τους. σύ, πού μέ τή θέλησή Σου πουλήθηκες πό τόν ούδα γιά χάρη πολλν, σταμάτησε τήν πώληση το λαο τν κκλησιν. σύ, πού δέχτηκες γιά χάρη μας στήν πλάτη μαστίγωμα, καί πειλές, καί πού κοπίασες γιά μς μέ τήν δοιπορία, πασε τούς κόπους καί τίς ταλαιπωρίες το λαο Σου. σύ, πού φώναξες στόν Σταυρό, Διψ, δρόσισε τίς ψυχές πού διψον καί πεινον φοβερά. σύ, πού μαζί μέ τούς νόμους καταδικάστηκες πό νόμους, γλύτωσε κι μς πό τήν πόφαση τν νόμων. σύ, πού γυμνώθηκες ς κακοργος πό τούς νόμους, καί φυλακίσθηκες πό νόμους, λευθέρωσέ τους πό τά δεσμά τς φυλακς.

σύ, πού δωσες παρηγοριά στήν μόλυντη Μητέρα Σου, πό τόν θρνο καί τόν κλαυθμό πού κανε ξ ατίας το Σταυρο, σύ διος πού τότε φώναξες στίς Μυροφόρες τό Χαρε, φώναξε διος καί τώρα στίς κκλησίες Σου τό "χαίρεται". σύ, πού καρφώθηκες μέ τά τίμια καρφιά στά χέρια καί τά πόδια, λσε τά σιδεροδεμένα χέρια καί πόδια το πλήθους. Ναί φιλάνθρωπε Δέσποτα, σύ πού επες: "Γεμάτη πό λύπη, μέχρι θανάτου, εναι ψυχή μου" λευθέρωσε τόν λαό Σου πό τή λύπη καί τόν θάνατο. σύ, πού τρυπήθηκες στήν πλευρά μέ τή λόγχη, σπάσε τήν μάχαιρα τν χθρν μέ τό παντοδύναμό Σου χέρι, καί θυμήσου, Δέσποτα, πως θυμήθηκες τόν πιστό Σου ληστή καί τόν λαό Σου.

σύ πού χυσες τό μόλυντο Αμα Σου γιά χάρη μας, σταμάτησε τό φθονο χύσιμο τοαματός μας. Κύριε, σσε τόν λαό Σου καί λυπήσου ατούς πού κληρονόμησες. "Σήκω πάνω, Γιατί κοιμσαι, Κύριε;". Γιατί δείχνεις μακροθυμία στούς χθρούς; "Γιατί γυρίζεις λλο τό πρόσωπό Σου, πό μς; Σήκω καί μή μς πωθες γιά νά μή φτάσουμε στό τέλος μας". Μή μς παραβλέπεις λότελα. Θυμήσου τόν Σταυρό Σου, θυμήσου τόν λαό Σου, θυμήσου τήν εσπλαχνία Σου.

Ἐσύ, Κύριε, πού πειράσθηκες μέ τή θέλησή Σου γιά σαράντα μέρες θυμήσου τούς πολλούς πιστούς Σου πού δοκιμάζονται σέ διάβατους καί νυδρους τόπους. Θυμήσου, γαθέ καί φιλάνθρωπε ατούς μαζί μ' μς καί πρίν πό μς. κείνους βοήθησε πρίν πό μς, σ' κείνους τρέξε, κείνους τέλος, πισκέψου. κείνους τούς πιό ξιολύπητους π' λους, κείνους τούς πιό ταπεινούς π' λους πάνω στή γ. κείνους πού τούς ξέχασαν στήν ρημο λοι ο νθρωποι, πού πό τό χέρι Σου διώχθηκαν μακρυά. Ατούς πού παιδεύτηκαν πολύ π' τόν θυμό Σου καί λέγχθηκαν πιό πολύ π' τήν ργή Σου.

 Ατούς, πού σάν νεκροί λησμονήθηκαν πό τούς νθρώπους, καί καταδικάστηκαν νά ζον μέ τά γρια θηρία. Ατούς, τν ποίων τή στενοχώρια κανένας δέν τή βλέπει παρά μόνο τό δικό Σου κοίμητο μάτι. Ατούς, πού τήν νάγκη τους, Δέσποτα, σύ γνωρίζεις καί κανένας λλος, γιατί εναι ποχωρισμένοι καί πομακρυσμένοι πό τίς πόλεις, καί χουν ξεχάσει τίς κκλησίες καί δέν γνωρίζουν τίς μέρες τν ορτν….".

 

Αὐτή ἀς εἶναι καί ἡ δική μας προσευχή διά τούς ἐν τῶ σκότει τῆς πλάνης καί τῆς σχισματοαιρέσεως πορευομένους, πρώην ἐν Χριστῶ ἀδελφούς μας.

 

Μετ’ εὐχῶν

 

+ Ὁ Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς

Κήρυκος

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου