Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2019

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ ΤΗΣ ΙΕΡΩΣΥΝΗΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΕΞΑΛΕΙΠΤΟΝ


Μητροπολίτου Γ.Ο.Χ. Μεσογαίας κ. ΚΗΡΥΚΟΥ

Ειναι γνωστόν, οτι σύμφωνα με την Ορθόδοξη Θεολογία, η Ιεροσύνη είναι το μυστήριο στο οποίο με την επίκληση του Αγίου Πνεύματος και την επίθεση των χεριών στον χειροτονούμενο, κατεβαίνει η θεία Χάρη, τον σφραγίζει ανεξάλειπτα και τον εγκαθιστά σε έναν από τους τρείς ιερατικούς βαθμούς, Διάκονο, Πρεσβύτερο, Επίσκοπο, κάνοντας τον άξιο λειτουργό της Εκκλησίας;
Επίσης ειναι γνωστόν, οτι ο αγιος Ανατόλιος εχειροτονηθη υπό του αιρετικου Διοσκόρου παρόντος καί του αιρετικου Ευτυχους, καί εγένετο δεκτος υπό της Δ Οικουμενικης Συνόδου βάσει μόνον της καλής του Ομολογίας, η οποία ()Συνοδος) τόν ανέδειξε καί Εξαρχον Της (Πρόεδρον). Ιδού η μαρτυρια από τα Πρακτικά της Ζ΄ Οικουμενικης Συνόδου: «Τί λέγετε περί Ανατολίου; Ουχί Έξαρχος της Αγίας τετάρτης Συνόδου εγεγόνει; Και ιδού υπό Διοσκόρου του δυσεβούς εκεχειροτόνητο, παρόντος και Ευτυχούς. Και ημείς γουν δεχόμεθα τους από αιρετικών χειροτονηθέντας, ως και Ανατόλιος εδέχθη (εγένετο δεκτός). Και αύθις αληθώς φωνή Θεού εστίν, ότι ουκ αποθανούνται τέκνα υπέρ Πατέρων, αλλ' έκαστος της ιδίας αμαρτίας αποθανείται και ότι εκ του Θεού εστίν η χειροτονία» (Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, ΜΑΝΣΙ, 12,1042).
Ο κ. Μπούμης αναφέρει: «Στο προκείμενο ζήτημα, δηλ.για το ανεξάλειπτο ή όχι της ιερωσύνης, μπορούμε να εφαρμόσουμε τους λόγους του Κυρίου:‘’Όσα εάν δήσητε επί της γης, έσται δεδεμένα εν ουρανώ’’(Ματθ. 18, 18)».
Σύμφωνα πάλι με τον ίδιο καθηγητή, η καθαίρεση δεν μπορεί να καταργήσει την Χάρη της Ιερωσύνης. Καί λέει: «Καθαίρεση,λοιπόν, μπορούμε να πούμε ότι είναι η αναστολή της ενεργείας του χαρίσματος της ιερωσύνης».
Ο ίδιος γράφει για την καθαίρεση, ότι δεν αφαιρεί την Χάρη της Ιερωσύνης: «Επειδή ακριβώς η καθαίρεση είναι αναστολή της ενεργείας του χαρίσματος της ιερωσύνης, και όχι αφαίρεση αυτού, γι’ αυτό, εάν τυχόν ένας καθηρημένος κληρικός αθωωθεί από άλλο δικαστήριο, επανέρχεται στην τάξη των κληρικών, χωρίς νέα χειροτονία».
(βλέπε:Μπούμης Ι. Παναγιώτης, «Κανονικόν Δίκαιον», σελ.203-204).
Σχετικά με τη δυνατότητα αθώωσης του κληρικού από την ποινή της καθαιρέσεως από άλλο εκκλησιαστικό όργανο, ο κανονολόγος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αμίλκας Αλιβιζάτος παραθέτει το παράδειγμα του μητροπολίτη Ευσταθίου,ο οποίος καθαιρέθηκε από τη σύνοδο της Παμφυλίας όμως η Γ΄, Τρίτη, Οικουμενική Σύνοδος (431)
«απεκατέστησεν αυτόν εις την ιερατικήν του τιμήν, επιτρέψασα εις αυτόν την ιερουργίαν».
Σε μελέτη δε τού ιδίου καθηγητή του πανεπιστημίου Αμίλκα Αλιβιζάτου, ο κ. καθηγητής διδάσκει ότι διά της καθαιρέσεως δεν αφαιρείται το θείον της Ιερωσύνης Χάρισμα (Βλ. Αμ.Αλιβιζάτου, Περί χάριτος των ποινών των κληρικών σ.19).
Σύμφωνα με τη δογματική διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας η Ιεροσύνη ανήκει στα Μυστήρια που δεν επαναλαμβάνονται και είναι έργο της Θείας Χάριτος. Η καθαίρεση είναι πειθαρχικό μέσο της Εκκλησίας, μη δυνάμενο να άρει την Χάρη του Μυστηρίου, αλλ’ απλώς αναστολή των εκδηλώσεων αυτής.
(Βλ. σχετικά: Α. Χριστοφιλοπούλου, Η οργάνωσις της Εκκλησίας της Ελλάδος σ. 41επ. Χ. Ανδρούτσου, Δογματική της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας σ. 314. Π.Τρεμπέλα, Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας τ. 3σ. Πρβλ. Πρωτ.Πατρών 467/1916. Π. Παναγιωτάκου, Η ιερωσύνη…σ.113 επ. 121 επ.Η θεία Χάρις εν τω καθαιρεθέντι παραμένει. Πρβλ. και Ευγενίου Βουλγάρεως,Κανονικαί Επιστάσεις σ. 277 επ. Βασιλείου, Μητροπολίτου Σμύρνης,Περί του κύρους χειροτονίας υπό καθηρημένου Επισκόπου σ. 18. Δ. Πετρακάκου,Τινά περί του κύρους των χειροτονιών σ. 21. Πρβλ. ωσαύτως και τας Α.Π.222/1934, 359/1934,Εφετ.Αθηνών 1356/1949. Μελετίου Μητροπολίτου Κυθήρων, Γάμος κληρικών καταχθέντων εις την τάξιν των λαϊκών ανίερος εν: ΑΕΚΔ 1964 σ. 13.επ.).
Η ΠΡΑΞΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣ
Η Τρίτη, Οικουμενική Σύνοδος δέχθηκε, όπως αναφέραμε, άνευ αναχειροτονήσεως τον Επίσκοπο Παμφυλίας Ευστάθιο που είχε καθαιρεθεί από την Σύνοδο της Παμφυλίας, που σημαίνει ότι η Τρίτη, Οικουμενική Σύνοδος αναγνώρισε το ανεξάλειπτο της Ιεροσύνης και μετά την καθαίρεση.
Και ο καθηρημένος Άγιος Μ. Αθανάσιος, που καθαιρέθηκε από την Σύνοδο της Αντιοχείας το 340 μ.Χ. αποκαταστάθηκε από την Εκκλησία άνευ αναχειροτονήσεως, που σημαίνει ότι η Εκκλησία αναγνώρισε πάλι το ανεξάλειπτο της Ιερωσύνης και μετά την καθαίρεση.
Κατά τους νεωτέρους χρόνους με αποφάσεις Πατριαρχικών και Συνοδικών στην Κωνσταντινούπολη αποκαταστάθηκαν οι καθηρημένοιχωρίς να ξαναχειροτονηθούν, όπως ο Κωνσταντινουπόλεως Ιάκωβος (Κ. Σάθα, Σχεδίασμα περί του Πατριάρχου Ιερεμίου Β’ σ.183-184.), ο Άνδρου Βενιαμίν (Γ. Καμπούρογλους, Μνημεία…Β’σ. 361.), ο Αλεξανδρείας Σαμουήλ (Καλ. Δεληκάνη, Συλλογή… Β’σ.18-21), που σημαίνει ότι η Εκκλησία αναγνώρισε πάλι το ανεξάλειπτο της Ιερωσύνης και μετά την καθαίρεση.
Στην Εκκλησία της Ελλάδος (κρατική εκκλησία) δεν υπήρξε ποτέ περίπτωση αναχειροτονήσεως κληρικών. Έτσι, έγιναν δεκτοί χωρις να ξανα χειροτονηθούν,όσοι καθαιρέθηκαναπ τη Σύνοδο: Ζαρνάτας Γαβριήλ, Ανδρουβίστης Προκόπιος, Ακαρνανίας Ιερόθεος. Αυτό σημαίνει ότι η Εκκλησία της Ελλάδος αναγνώρισε πάλι το ανεξάλειπτο της Ιερωσύνης και μετά την καθαίρεση.
(Κων/νου Οικονόμου, Τα σωζόμενα άπαντα τ. Β’ σ. 282).Ομοίως και οι Λαρίσης Αμβρόσιος, Αθηνών Θεόκλητος, Λαρίσης Αρσένιος, ως και ο Μελέτιος ο Μεταξάκης (Βασιλείου Ατέση, Μητροπολίτου πρ. Λήμνου. Επίτομος Επισκοπική Ιστορία… τ. Β’ σ. 48, 65, 149, επ.).
Σημειώνουμε,ότι η Εκκλησία της Ελλάδος συμφώνησε στην αναγνώριση των χειροτονιών που τελέστηκαν απόκαθηρημένουςαρχιερείς,κατά την διάρκεια του βουλγαρικού σχίσματος.
(Γ. Κονιδάρη, Η άρσις του βουλγαρικού σχίσματος… Αθήναι1971 σ. 109. Βασ. Στεφανίδη, Εκκλησ. Ιστορία σ.683, Αρχιμ. Εμμ. Καρπαθίου, Tο βουλγαρικόν σχίσμα εν: «Θεολογία» 1925 σ.345.επ.).
Αυτό σημαίνει ότι η Εκκλησία Ελλάδος αναγνώρισε, ως έγκυρα τα Μυστήρια που τελέσθηκαν από καθηρημένους κληρικούς.
Παρόμοια έγινε και με όσους κληρικούς καθαίρεσε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος Κοτσώνης, κατά τη διάρκεια της δικτατορίας. Αργότερα, ο διάδοχός του, Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ τους αποκατέστησε όλους, χωρίς να τους ξαναχειροτονήσει, και αναγνώρισε ως έγκυρα τα Μυστήρια που τελέσθηκαν από τους καθηρημένους Κληρικούς, που σημαίνει ότι η Εκκλησία Ελάδος,αναγνώρισε πάλι το ανεξάλειπτο της Ιεροσύνης και μετά την καθαίρεση.

(Για το ανεξάλειπτο της Ιερωσύνης, βλ.: Π. Τρεμπέλα, Η ανεξάλειπτος σφραγίς εν τοις μυστηρίοις και ιδία εν τη ιερωσύνη, εν: Επιστημονική Επετηρίς Θεολογικής σχολής1955-1956 σ. 49-63. Βλ. σχετικώς καί Γνωμ. Εισαγγελ. Α.Π. 1/1947, 27/1947 (εν:Ε.Ε.Ν. 14, 169 και 15, 142 ) Α.Π. 222/1934 (εν: ΕΕΝ 1, 471), Εφ.Αθηνών80/950και 1356/1949) .

Το ανεξάλειπτο της Ιερωσύνης το διδάσκουν και οι Αρχιεπίσκοπος και καθηγητής Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, οι Μητροπολίτες Λαρίσης Δωρόθεος,Κυθήρων Μελέτιος, πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος και οι καθηγητές κλπ. Π.Τρεμπέλας,Π. Παναγιωτάκος, Δ. Πετρακάκος,Χ. Ανδρούτσος, Δ. Ματαράγκας κ.ά.
Η ΟΡΘΌΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΊΑ, ΚΑΙ ΤΑ ΜΥΣΤΉΡΙΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΏΝ
Στην Ορθόδοξη Θεολογία και Εκκλησία θεωρούνται έγκυρα τα Μυστήρια των μη καταδικασμένων, ως αιρετικών και σχισματικών, που, πιθανόν διδάσκουν κάποιες αιρετικές απόψεις, αλλά που δεν τους καταδίκασε, ως αιρετικούς, κάποια Οικουμενική ή έστω Πανορθόδοξη Σύνοδος.
Οι Οικουμενικές Σύνοδοι της Ορθοδοξίας, αναγνώρισαν, ως έγκυρα, τα Μυστήρια των μη καταδικασμένων ως αιρετικών.
Τούτο αποφάνθηκε και η Έβδομη, Οικουμενική Σύνοδος. (Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, Μ. 12, 1042). Το ζήτημα της εγκυρότητας των Μυστηρίων των μη καταδικασμένων ως αιρετικών, συζητήθηκε πλήρως στην Ζ΄ Εβδόμη, Οικουμενική Σύνοδο και λύθηκε κάθε σχετικό πρόβλημα «έν Πνεύματι Αγίω».
Όσον αφορά στο κύρος Μυστηρίων που τέλεσαν αιρετικοί, σχισματικοί και καθηρημένοι, η Ορθόδοξη Εκκλησία, δεν έχει προχωρήσει σε δημιουργία επίσημου Κανόνα η από του οποίου απόκλιση θα έφερε χαρακτήρα αντικανονικότητας (Πρβλ.Αρχιμ. Ιερ. Κοτσώνη, Η κανονική άποψις… σ. 178 επ.).
Η διακύμανση και ταλάντευση της εκκλησιαστικής νομοθεσίας έναντι της αναγνωρίσεως ή όχι των Μυστηρίων αυτών, επιβεβαιώνει το συμπέρασμα, ότι το ζήτημα του κύρους του βαπτίσματος των αιρετικών δεν θεωρήθηκε ποτέ ως ζήτημα δογματικό. (Πρβλ. Α. Χριστοφιλοπούλου, Η εις την Ορθοδοξίαν προσέλευσις των αλλοθρήσκων και ετεροδόξων ένθ’ αν. σ. 59,Π.Μενεβίσογλου, Το Άγ. Μύρον εν τη Ορθοδόξω Ανατολική Eκκλησία σ. 206).
Η Ορθόδοξη Εκκλησία, αναγνώρισε πολλές φορές το κύρος χειροτονιών που τελέστηκαν από αιρετικούς και σχισματικούς, και δέχθηκε άνευ αναχειροτονήσεως τους χειροτονημένους από αιρετικούς. Αυτό σημαίνει ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία, αναγνώρισε ως έγκυρα τα Μυστήρια των αιρετικών και το ανεξάλειπτο της Ιερωσύνης.
Παραδείγματα υπάρχουν πάρα πολλά από την ιστορία της Εκκλησίας μας:
1) Η Πρώτη, Οικουμενική Σύνοδος δέχθηκε άνευ αναχειροτονήσεως τους αιρετικούς Κληρικούς τους λεγομένους Μελιτιανούς και τους λεγομένους Καθαρούς ως και τους λεγομένους Μιξοφυσίτες και τους λεγομένους Θεοπασχίτες. (Κανών Η’ της Α’Οικουμενικής Συνόδου. Ρ-Π,Σύνταγμα… Β’ σ.133 επ. Πρβλ. και Ζωναράν εν τη ερμηνεία του Κανόνος τούτου επαγόμενον: «…Και ει κεχειροτονημένοι εισίν εις επισκόπους ή πρεσβυτέρους ή διακόνους, οι εξ αυτών προσιόντες τη Εκκλησία,μένειν αυτούς εν τω κλήρω κατά τους οικείους βαθμούς, εάν ίσως εν ταις εκκλησίαις, εν αις εχειροτονήθησαν, ουκ εισιν έτεροι…» ενθ’ άνωτ. σ. 134.Πρβλ. και Σωκράτους, εν Εκκλ. Ιστορία Α’ 9 (Ρ. G. 67, 84).
Η Τρίτη, Οικουμενική Σύνοδος δέχθηκε τους αιρετικούς Μεσσαλιανούς Κληρικούς, ως Κληρικούς άνευ αναχειροτονήσεως,που σημαίνει ότι η Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος αναγνώρισε πάλι ως έγκυρα τα Μυστήρια των αιρετικών και το ανεξάλειπτο της Ιερωσύνης.
Η Έκτη, Οικουμενική Σύνοδος: Οι περισσότεροι από τους Επισκόπους πού συμμετείχαν στην ΣΤ’ Οικουμενική Σύνοδο Επισκόπων, ήταν χειροτονημένοι από αιρετικούς Μονοθελητές!!!… (βλ.Ταρασίου,Προέδρου της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου,Μ. 12, 1047). Έτσι, η ΣΤ’ Οικουμενική Σύνοδος της Ορθοδοξίας αναγνώρισε πάλι ως έγκυρα τα Μυστήρια των αιρετικών και το ανεξάλειπτο της Ιερωσύνης. (Σπ.Μήλια,Συνάθροισις Ιερών Κανόνων τ. Β’ σ.740).
Η Έβδομη, Οικουμενική Σύνοδος δέχθηκε ως Κληρικούς, όσους ανήκαν στην αίρεση της εικονομαχίας, που σημαίνει ότι η Οικουμενική Σύνοδος αναγνώρισε πάλι ως έγκυρα τα Μυστήρια των αιρετικών και το ανεξάλειπτο της Ιερωσύνης.(Βλ. Α’ πράξη της Ζ’Οικουμενικής Συνόδου παρά Σ. Μήλια,τ. Β’σ. 729, 731).
Η Σύνοδος της Καρθαγένης δέχθηκε άνευ αναχειροτονήσεως τους αιρετικούς Δονατιστές, γεγονός που σημαίνει ότι η Σύνοδος αναγνώρισε πάλι ως έγκυρα τα Μυστήρια των αιρετικών και το ανεξάλειπτο της Ιερωσύνης. (Βλ. Κανόνας ΞΗ’,ΟΣΤ’, ΟΗ’ της εν Καρθαγένη, εν:Ρ – Π Σύνταγμα Γ’ σ. 478, 542, Π. Τρεμπέλα,Δογματική Γ’ σ. 318, Αρχιμ. Ιερ.Κοτσώνη, Η κανονική άποψις περί της επικοινωνίας μετά των ετεροδόξων Αθήναι1957 σ. 176. Α.Θεοδώρου, Η μυστηριακή διακοινωνία (intercommunio) εξ επόψεως ορθοδ. Συμβολικής,Αθήναι 1973 σ. 5).
Ο Μ.Βασίλειος αναγνώρισε ως Κληρικούς τους αιρετικούς Κληρικούς Ζώινο και Σατουρνίνο, από την αίρεση των Εγκρατιτών, γεγονός που σημαίνει, ότι ο Μέγας Βασίλειος αναγνώρισε ως έγκυρα τα Μυστήρια των αιρετικών και το ανεξάλειπτο της Ιερωσύνης. (Ρ-Π, Σύνταγμα Γ’ σ. 91).
Το ίδιο έπραξε ο Μ. Αθανάσιος για τους αιρετικούς, αρειανούς.Δέχθηκε ως Επίσκοπο τον Επίσκοπο Σιδήριο, που είχε χειροτονηθεί από έναν μόνο Επίσκοπο και μάλιστα τον προήγαγε σε Μητροπολίτη Πτολεμαΐδος. (Βλ. ερμηνεία Νικοδήμου του Αγιορείτου εις Α’Αποστολ. Κανόνα(Πηδάλιον έκδ. Αστέρας 1957 σ.3).
Όσοι χειροτονήθηκαν ως Επίσκοποι, από τον αιρετικό μονοφυσίτη Πατριάρχη Αλεξανδρείας Πέτρο τον Γ΄ (Μογγό), έγιναν δεκτοί από την Ορθόδοξη Εκκλησία με τον βαθμό τους, γεγονός που σημαίνει ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία,αναγνώρισε πάλι ως έγκυρα τα Μυστήρια των αιρετικών και το ανεξάλειπτο της Ιερωσύνης. (Χρυσοστόμου,Αρχιεπισκόπου Αθηνών…,Ιστορία της Εκκλησίας Αλεξανδρείας, Αλεξάνδρεία 1935 σ.433).
Κατά τον Μέγα Φώτιο κανένας κληρικός δεν αναχειροτονήθηκε από τους κληρικούς του αιρετικού Επισκόπου Παύλου του Σαμοσατέως (P.G. 104, 1224). Ο Μέγας Φώτιος μάλιστα αναφέρει ως παραδείγματα, ότι παρ’ όλο που ο αιρετικός Επίσκοπος Παύλος Σαμοσατέας, ο Νεστόριος, ο Σέργιος, ο Πύρρος και ο Μακάριος ήταν καθηρημένοι χειροτόνησαν κάποιους Κληρικούς. Όλοι αυτοί οι Κληρικοί που χειροτονήθηκαν από καθηρημένους, έγιναν δεκτοί από την Εκκλησία, χωρίς να αναχειροτονηθούν,γεγονός που σημαίνει ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία, αναγνώρισε πάλι ως έγκυρα τα Μυστήρια των αιρετικών και το ανεξάλειπτο της Ιερωσύνης.
Ο άγιος Μελέτιος Αντιοχείας αν και χειροτονήθηκε από αιρετικούς, {χειροτονήθηκε παρά των τότε «καινών αιρετικών» αρειανών,(Επιφανίου Κύπρου, PG. 42, 429)}, έγινε δεκτός άνευ αναχειροτονήσεως. Αυτό σημαίνει, ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία,αναγνώρισε πάλι ως έγκυρα τα Μυστήρια των αιρετικών και το ανεξάλειπτο της Ιερωσύνης. (Επιφανίου: Περί αιρέσεων 68. Ιστέον ότι ο Βλάσταρις θεωρεί ως άθεσμον τήν δευτέραν χειροτονίαν.Ρ – Π, Σύνταγμα . ΣΤ’ σ.507).
Αυτός ο άγιος Μελέτιος βάπτισε τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο(Βίος Ι. Χρυσοστόμου έν επιτομή, PG. 47 LXXXVII) και χρημάτισε πρόεδρος της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου. Πέθανε κατά την διάρκεια των εργασιών της. Τότε ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης εξύμνησε τον Μελέτιο ως νέο Απόστολο και «ομότροπον» «αθλητήν» των αγίων (Γρηγορίου Νύσσης,PG. 46, 852). Η Ορθόδοξη Εκκλησία τον τιμά ως άγιο την12η Φεβρουαρίου.
Παρόμοια, και ο άγιος Ανατόλιος. Τον χειροτόνησε ο αιρεσιάρχης Διόσκορος, (βλ.Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, Μ. 12, 1042), η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος δέχθηκε τον Ανατόλιο ώς έξαρχό της (Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, Μ. 6, 565). Η Ορθόδοξος Εκκλησία τον τιμά ως άγιο την3η Ιουλίου.
Κατά τον γ’αιώνα ο Πάπας Ρώμης Κορνήλιος δέχθηκε τον σχισματικό,από το Ναυατιανό σχίσμα, πρεσβύτερο Μάξιμο, «άνευ αναχειροτονήσεως», που σημαίνει ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία, αναγνώρισε πάλι ως έγκυρα τα Μυστήρια των σχισματικών και το ανεξάλειπτο της Ιερωσύνης. (Ρ. L. 3, 736-737).
Το 1840 η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας, δέχθηκε «άνευ αναχειροτονίας» τους αιρετικούς ουνίτες επισκόπους, και το 1860 η Κων/λη δέχθηκε ως έγκυρες τις χειροτονίες δύο αιρετικών Μελχιτών ιερομονάχων (Πρβλ. Π. Τρεμπέλα, Δογματική,τ.3 σ. 318, Αρχιμ. Ιερ. Κοτσώνη,Η κανονική άποψις… σ. 177) .

Η Εκκλησία της Ελλάδος, αποκατάστησε στον επισκοπικό βαθμό, «άνευ αναχειροτονήσεως» τους δύο παλαιοημερολογίτες Επισκόπους Χριστιανουπόλεως και Διαυλείας και αναγνώρισε ως έγκυρα τα Μυστήρια που είχαν τελέσει.

Το ζήτημα της αναγνωρίσεως ειδικά του Μυστηρίου του Βαπτίσματος
Η Πρώτη, Οικουμενική Σύνοδος αναγνώρισε ως έγκυρο το Βάπτισμα των αιρετικών Νοβατιανών.
Η Δευτέρα, Οικουμενική Σύνοδος δέχθηκε και αναγνώρισε ως έγκυρο, το Βάπτισμα κάποιων αιρετικών και την «διά Χρίσματος»μόνο αποδοχή των αιρετικών και σχισματικών (Ζ΄ Κανόνος Β΄ Οικουμενικής Συνόδου).
Με όλα αυτά συμφωνεί και ο Μ. Βασίλειος (Α΄ Κανόνος Μ. Βασιλείου).
Η Έκτη, Οικουμενική Σύνοδος, δέχθηκε ως έγκυρο το Βάπτισμα κάποιων αιρετικών και την «διά Χρίσματος» μόνο αποδοχή των αιρετικών και σχισματικών (95ου Κανόνος ΣΤ΄ Οικουμενικής Συνόδου).
Η Σύνοδος Λαοδικείας αναγνώρισε ως έγκυρο το Βάπτισμα των Νοβατιανών και Τεσσαρασκαιδεκατιτών.
Επί πλέον, και στην Εβδόμη, Οικουμενική Σύνοδο, έγιναν δεκτοί εικονομάχοι Επίσκοποι και οι ίδιοι ομολόγησαν, ότι «έν ταύτη τη αιρέσει ημών γεννηθέντες ανετράφημεν και ηυξήθημεν» (Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, Μ.12, 1031). Δηλαδή, και βαπτίστηκαν, και χειροτόνησαν, και όλα τα Μυστήρια τα έκαναν, και η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος τα αναγνώρισε όλα τα Μυστήριά τους αυτά.
Η Οικουμενική αύτη Σύνοδος αναγνώρισε και απέδειξε, ότι «πάντες ομοφρόνως τους προσερχομένους απο οιασδήποτε αιρέσεως απεδέξαντο»,εάν δεν υφίσταται κανονικό κώλυμα Ιερωσύνης. «Η αγία Σύνοδος είπεν ούτως αληθώς έχει» (Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, Μ. 12, 1039).
Δέχθηκαν μάλιστα οι Άγιοι και τους χειροτονηθέντες Επισκόπους, Ιερείς, Διακόνους από αιρετικούς Επισκόπους. Γι’ αυτό ο Άγιος Ταράσιος ο αγιώτατος Πατριάρχης Πρόεδρος της Οικουμενικής Συνόδου είπε: «Και ημείς να δεχώμεθα τους από αιρετικών χειροτονηθέντας, ώς και Ανατόλιος εγένετο δεκτός». Διότι «αληθώς φωνή Θεού έστιν, ότι ούκ αποθανούνται τέκνα υπέρ πατέρων, άλλ’ έκαστος τη ιδία αμαρτία αποθανείται».
Και, «ότι έκ Θεού έστιν η χειροτονία» (Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, Μ. 12, 1042).
Αυτό το είχε διδάξει και ο Μ. Βασίλειος.
«ούκ έφησεν(δεν είπεν) ο πατήρ αδέκτους είναι» τους αιρετικούς (Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, Μ. 12, 1050).
Αυτό το ίδιο μαρτυρεί η στάση των Αγίων και προς τον αιρεσιάρχη Νεστόριο. Ο Νεστόριος είχε καταγγελθεί από τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας, ότι πίστευε «τά τού Αρείου» (Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Μ. 4, 1256).Δηλαδή, πίστευε και κήρυττε αίρεση καταδικασμένη από δύο Οικουμενικές Συνόδους, την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο και την Β΄ Οικουμενική Σύνοδο.Και όμως, τα Μυστήρια που τελούσε ο Νεστόριος,θεωρήθηκαν ως έγκυρα (Μ. Φώτιος PG. 104, 1224).

                            

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΙΣ: Η Εκκλησία δέν αναγνωρίζει εγκυρα μυστηρια εις τούς σχισματικούς καί αιρετικους, οταν μάλιστα παραμένουν εις τήν αμετανοησίαν. Οταν ομως οι αιρετικοί επιτρεφουν εις τήν Εκκλησίαν, εχει την δυναμι η Εκκλησία τα ακυρα μυστηρια νά τά καταστηση εγκυρα καί νά μήν τα επαναλάβει. Αυτη ειναι η οικονομία της Εκκλησίας.

1 σχόλιο:

  1. Μ. Βασίλειος στην επιστολή (199) προς τον επίσκοπο Αμφιλόχιο (περί κανόνων) γράφει για το βάπτισμα των αιρετικών: «Ου δεχόμεθα αυτούς εις την Εκκλησίαν, εάν μη βαπτισθώσιν εις το ημέτερον βάπτισμα. Μη γαρ λεγέτωσαν ότι «Εις Πατέρα και Υιόν και Άγιον Πνεύμα εβαπτίσθημεν» οί γε κακών ποιητήν υποτιθέμενοι τον Θεόν, εφαμίλλους τω Μαρκίωνι και ταις λοιπαίς αιρέσεσιν» δηλ. «δεν τους δεχόμεθα εις την εκκλησία, εάν δεν βαπτισθούν εις το ιδικόν μας βάπτισμα. Ας μη είπουν δε ότι «εις Πατέρα και Υιόν και Άγιον Πνεύμα εβαπτίσθημεν», αυτοί που εκλαμβάνουν τον Θεόν ως ποιητήν των κακών, κατά το παράδειγμα του Μαρκίωνος και των άλλων ομοίων αιρεσιαρχών».

    ΑπάντησηΔιαγραφή