|
Ο ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΕΠΕΧΕΙΡΗΣΕ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΗ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΗΝ ΟΥΝΙΑΝ
Ο ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΕΠΕΧΕΙΡΗΣΕ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΗ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΗΝ ΟΥΝΙΑ
ΠΕΡΙ
ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΗΣ ΟΥΝΙΑΣ Η ΠΕΡΙ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ
ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΠΕΡΙ ΥΠΑΓΩΓΗΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΓΟΧ ΥΠΟ ΤΟΝ ΝΕΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΣΜΟΝ
Ὡς γνωστόν ἀπό τό 1998 μέχρι καί τῆς ἱεροσύλου συμπαιγνίας περί παραιτήσεως τοῦ
Ἀρχιεπισκόπου Ἀνδρέου ἀπό τόν Ἀρχιεπισκοπικόν του θρόνον (2003) καί τῆς παραδόσεως
τοῦ θρόνου του εἰς τόν ἔχοντα ὑπέρ αὐτοῦ τό 54/76 Ἀπαλλακτικόν Βούλευμα
(σύμφωνα μέ τό ὀποῖον ἠθωώθη βάσει τῆς ἐπί δῆθεν σχισματικῶν χειροθεσίας)
ἐσημειώθησαν «σημεῖα καί τέρατα» μέ στόχον τήν «λύσιν τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ»
ἤτοι τήν ὑπαγωγήν τῶν ΓΟΧ ὑπό τόν νεοημερολογιτισμόν.
Οἱ ἐξωτερικοί καί ἐσωτερικοί πράκτορες τοῦ κινήματος αὐτοῦ (τό γνωστόν
παρασυνοδικόν κατεστημένον, αὐτοί οἱ ὁποῖοι καί σήμερον συνεχίζουν νά
κατευθύνουν τούς Νικολαίτας) ἔδρασαν «ἐπιτυχῶς» καί προώθησαν τό κίνημα τόσον
ὥστε κατώρθωσαν μέ δόλιον τρόπον νά παρασύρουν τούς ἄλλοτε ἀγωνιστάς Ἀρχιερεῖς
(Πειραιῶς Νικόλαον καί τόν Ἀρχιεπίσκοπον Ἀνδρέαν) ὥστε νά παίξουν
πρωταγωνιστικόν ρόλον εἰς τήν προδοσίαν.
Ἔχουν καταγραφεῖ πολλά κυρίως εἰς τήν «Ὀρθόδοξον Πνοήν» τῶν τελευταίων ἐτῶν καί
εἰς τάς ἱεραποστολικάς καί ὁμολογιακάς ἐκδόσεις τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μεσογαίας
καί Λαυρεωτικῆς, περί τῶν διαμαρτυριῶν μας, τῶν ἐνστάσεών μας, ἀλλά καί περί
τῶν διωγμῶν ἐναντίον μας, καί προπάντων διά τήν προπαγάνδα τοῦ παρασυνοδικοῦ
κατεστημένου (Μαξίμου, Κάτσουρα) ὅτι δῆθεν «δέν συμβαίνει τίποτα» καί ὅτι «ὅλα
αὐτά εἶναι εἰς τήν φαντασίαν τοῦ Γκουτζίδη καί τοῦ Κηρύκου».
Ἔφθασαν μάλιστα εἰς τό σημεῖο νά λένε: «Σιγά θά ἀσχοληθεῖ μαζί μας ὁ
Χριστόδουλος!!!».
Μέχρι πού φθάσαμε εἰς τήν δήλωσιν τοῦ Χριστοδούλου ὅτι «τό θέμα τοῦ διαλόγου
μετά τῶν παλαιοημερολογιτῶν δέν προχωρεῖ διότι φέρνουν ἐμπόδια ὁ Κήρυκος καί ὁ
Γκουτζίδης».
Ἐδῶ δέν θά πῶ ἄν ἠσχολήθη μαζί μας ὁ Χριστόδουλος τήν συγκεκριμένη περίοδο,
ἀλλά θά παραθέσω τό ὄγδον κεφάλαιον τῆς διατριβῆς τοῦ Χριστοδούλου περί τῶν
Παλαιοημερολογιτῶν, ἤτοι τό «περί Διοικητικῆς υπαγωγῆς παλαιοημερολογιτικού
κλήρου και λαού εις την Εκκλησίαν της Ελλάδος υπό κανονικόν παλαιομερολογίτην
Επίσκοπον έχοντα την αναφοράν εις την Ι. Σύνοδον της Εκκλησίας της Ελλάδος» καί
διά νά τό εἴπω ἐπί τό ἀκριβέστερον τό «περί παλαιοημερολογιτικῆς οὐνίας, καί
... ὁ νοῶν νοείτω. 'Από αὐτό καί μόνον τό κεφάλαιον τῆς Διατριβῆς του
ἀποδεικνύεται ὅτι ὁ Χριστόδουλος ἔθεσε σκοπόν τῆς ζωῆς του τήν ὑπαγωγήν τῶν
Γ.Ο.Χ. ὑπό τόν Νεοημερολογιτισμόν καί αὐτό ἐννοοῦσε προφανῶς, λίγας ἡμέρας πρό
τοῦ θανάτου παρεκάλεσε τόν Θεόν νά τόν ἀφήση στήν ζωή μέχρι νά τελειώση τό ἔργο
του. Οἱ δέ ἀντίχριστοι πράκτορές του εσπευσαν ἀμέσως νά πραγματοποιήσουν καί
τήν ληστρικήν ἀπόφασίν των περί δῆθεν καθαιρέσεώς μου διά νά εἴπουν εἰς τόν
λοίσθια ἐκπνέοντα Χριστόδουλον:"Κοιήσμου ἤσυχα. Τό ἔργον σου ὡλοκληρώθη.
Τό ἐμπόδιον ἔφυγε ἀπό τό μέσον. Τόν Κήρυκο τόν καθαιρέσαμε".
'Ιδού ἡ ἀπόδειξις ὅτι αὐτό ἦταν τό ἔργο καί ὁ σκοπός τῆς ζωῆς του:
"...........................
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΟΓΔΟΟΝ
ΑΙ ΠΡΟΤΑΘΕΙΣΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΙΣ ΑΥΤΩΝ
4. Διοικητική υπαγωγή παλαιοημερολογιτικού κλήρου και λαού εις την Εκκλησίαν
της Ελλάδος υπό κανονικόν παλαιομερολογίτην Επίσκοπον έχοντα την αναφοράν εις
την Ι. Σύνοδον της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Την λύσιν ταύτην φέρεται, κατά προφορικάς εγκύρους μαρτυρίας, επιδιώξας εν έτει
1951 ο Αρχιεπίσκοπος Σπυρίδων(61) ελθών προς τούτο εις διαπραγματεύσεις μετά
του «πρ. Φλωρίνης» Χρυσοστόμου, πνευματικού ηγέτου της μείζονος παρατάξεως των
εν Ελλάδι παλαιοημερολογιτών. Ειδικώτερον ο Αρχιεπ/πος Σπυρίδων εφέρετο
δίατεθειμένος όπως εισηγηθή επί Συνόδου την αναγνώρισιν του Ιεράρχου τούτου ως
τακτικού και ισοτίμου μέλους της Ι. Συνόδου της Ιεραρχίας, εμπεπιστευμένου την
πνευματικήν ηγεσίαν και καθοδήγησιν των παλαιοημερολογιτών, επιτελούντων τα της
λατρείας αυτών κατά το παλ. ημερολόγιον. Η λύσις αύτη, μη ευνοηθείσα τότε υπό
των παλαιοημερολογιτών, ηδύνατο ουχ' ήττον να συμβάλληται θετικώς εις την
επίλυσιν του προβλήματος, διότι θα ήρεν εκ μέσου το σχίσμα και θα αποκαθίστα
κανονικώς την ενότητα της Εκκλησίας. Και ναι μεν η λύσις αύτη προϋπέθετε την
διατήρησιν εντός των κόλπων της Εκκλησίας της παλαιοημερολογιτικής μειονότητος,
αλλά τούτο ουδόλως ηδύνατο να παραβλάψη την εκκλησιαστικήν ενότητα, ενώ
αντιθέτως θα ετόνιζεν επί μάλλον, λόγω της φύσεως της διαφοράς, το ευρύ πνεύμα
υφ' ούτινος διαπνέεται αείποτε η Ορθόδοςος Εκκλησία(62).
Κατά τας σχετικάς πληροφορίας ημών η πρότασις γενικώς αύτη προσέκρουσεν εις το
θέμα του «μνημοσύνου» του Επισκόπου, διότι ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Σπυρίδων
έταξεν ως απαράβατον όρον την μνημόνευσιν του ονόματος αυτού εν ταις υπό των εν
Αθήναις παλαιοημερολογιτών τελουμέναις Ι. Ακολουθίαις. Την πρότασιν ταύτην δεν
εδέχθησαν τότε οι παλαιοημερολογίται εμμείναντες εις την απόφασιν αυτών όπως
μνημονεύωσι των ιδίων αυτών «Επισκόπων». Αγνοούντες ίσως οι «Τρεις Ιεράρχαι»
τας προσπαθείας αίτινες κατεβλήθησαν υπό της Εκκλησίας προς την κατεύθυνσιν της
επιτεύξεως μιάς συμφωνίας επί της προτάσεως ταύτης, κατεμέμφοντο εν έτει 1955
των ταγών αυτής διά την ην είχαν τηρήσει έναντι του «πρ. Φλωρίνης» στάσιν,
τονίζοντες ότι η Εκκλησία «έπρεπε να τον είχε περιβάλει με κάποιο κύρος και να
του ανεγνώριζε κάποιαν εξουσίαν τότε ασφαλώς και το επικίνδυνον χάσμα μεταξύ
παλαιοημερολογιτών και κρατούσης Εκκλησίας δεν θα διηνοίγετο και αι
εγκληματικαί ακρότητες των παρανόμων χειροτονιών δεν θα απετολμώντο...,»(63).
Εν τούτοις και παρά την αποτυχούσαν προσπάθειαν υιοθετήσεως της λύσεως ταύτης,
η πρότασις επανελήφθη έκτοτε δις. Ούτως εν έτει 1957 εγένετο βολιδοσκόπησις υπό
Υπουργού φίλου της παρατάξεως του «πρ. Φλωρίνης» εάν θα εδέχετο η παράταξις
αύτη να μνημονεύη του οικείου κανονικού Μητροπολίτου της Εκκλησίας της Ελλάδος,
της προτάσεως ταύτης απορριφθείσης ως απαραδέκτου(64). Εν έτει δε 1963
δι'υπομνήματος προς την Ιεραρχίαν της Εκκλησίας .της Ελλάδος ομάς λαϊκών
παλαιοημερολογιτών και μη, υπέδειξαν ως μόνην λύσιν του παλαιοημερολογιτικού
ζητήματος, την διοικητικήν εξάρτησιν του παλαιοημερολογιτικού κλήρου από της
επισήμου Εκκλησίας διά μέσου Ιεράρχου εκ των παλαιοημερολογιτών προερχομένου
και εις την Ι. Σύνοδον υπαγομένου. «Εις τι άραγε -παρετήρουν- θα έβλαπτεν η
παρουσία ομόφρονος, ομορρύθμου, ομοτρόπου προς το (παλ/κόν) ποίμνιον Κλήρου,
εφ' όσον ούτος ο Κλήρος θα εξηρτάτο διοικητικώς κατ' έμμεσον τρόπον εκ της
Ελλαδικής Εκκλησίας ; Ιδού ότι η Παπική Εκκλησία, πλέον ευέλικτοc ψυχολογικώς
αναγνωρίζει ως αυτοφανές το δικαίωμα εις τας διαφόρους εκκλησιαστικάς ομάδας,
να έχωσιν ομόφρονα και ομόρρυθμον Κλήρον, περιοριζομένη μόνον εις την διοικητικήν
υπ' Αυτήν υπαγωγήν». Και προσέθετον: «Διά του τρόπου αυτού και η εμπιστοσύνη
των παλαιοημερολογιτών προς τήν Ελληνικήν Εκκλησίαν θα διασφαλισθή, αλλά και
μία αταξία θα αποφευχθή, του διπλού δηλονότι εορτασμού των αυτών κατ' ενιαυτόν
εορτών υπό κληρικών της Διοικούσης Εκκλησίας, υποχρεωμένων να εξυπηρετώσιν
ανθρώπους ξένους προς το φρόνημα και τας πεποιθήσεις των». Υπεδείκνυον δ' εν
συνεχεία το υπ' αυτών επιλεγέν πρόσωπον φέρον «κατ'ανεκτικήν έστω αναγνώρισιν»
το αξίωμα του Επισκόπου, όπερ εκρίνετο υπ' αυτών κατάλληλον ίνα αναλάβη τον
ρόλον τούτον. Το Υπόμνημα τούτο πρωτοκολληθέν(65) παρέμεινεν ανενέργητον έν
τοις Αρχείοις της Ι. Συνόδου, παρά τα θετικά στοιχεία, άτινα περιείχεν, ιδία εν
συναφεία προς την μέχρι του έτους εκείνου διαμεμορφωμένην εντός των κόλπων του
παλαιοημερολογιτισμού κατάστασιν(66).
Υπό τας σημερινάς συνθήκας, αίτινες επικρατούσιν εν τω παλαιοημερολογιτισμώ η
λύσις αύτη παρίσταται λίαν δυσεπίτευκτος, ένεκα του μεγάλου οπωσδήποτε αριθμού
των εν εκατέρα παλ/κή παρατάξει υφισταμένων «Επισκόπων» έστω και αν ήθελον
ούτοι υπό της Εκκλησίας θεωρηθή ως φέροντες κατ' οικονομίαν και «κατ' ανεκτικήν
ίσως αναγνώρισιν» τον βαθμόν του Επισκόπου. Η πολυπληθής χορεία των πάσης
προελεύσεως «Επισκόπων» τούτων, ων είναι ανύπαρκτος η κανονικότης της τε
χειροτονίας και υποστάσεως, καθιστά προβληματικήν την τυχόν υπαγωγήν τούτων
απάντων εις την Ιεράν Σύνοδον και την εν συνεχεία κατ' εξουσιοδότησιν αυτής
διαποίμανσιν υπ' αυτών του παλαιοημερολογιτικού ποιμνίου. Ταύτα δε πάντα υπό
την προϋπόθεσιν ότι και ούτοι θα έστεργον εις την αποδοχήν της τοιαύτης λύσεως,
ή έστω το παλαιοημερολογιτικόν ποίμνιον θα απεδέχετο ταύτην απαγκιστρούμενον
απ' αυτών, τυχόν εμμενόντων εις πείσμονα άρνησιν αυτής. Εν πάση περιπτώσει
φρονούμεν, ότι η λύσις αύτη, συνδυαζομένη ενδεχομένως προς ετέρας συναφείς
προτάσεις, θα ηδύνατο, καίτοι ευνοούσα την διατήρησιν του διαμορφωθέντος παρ'
ημίν παλαιοημερολογιτικού καθεστώτος,να συμβάλληται εν μέρει εις την ορθήν υπό
τε της Εκκλησίας και της Πολιτείας αντιμετώπισιν του προβλήματος, αιρομένων εν
τω μεταξύ των ρηθέντων εμποδίων.
--------------------------------------------------------------------------------
Σημειώσεις
61. Και εν έτει 1949 είχε διαρρεύσει η είδησις ότι η Ι. Σύνοδος προύτεινεν ως
λύσιν του παλαιοημερολογιτικού την υπαγωγήν των παλαιοημερολογιτών εις αυτήν,
εφ' όσον ούτοι θα ανεγνώριζον ταύτην ως εκκλησιαστικήν αυτών Αρχήν. Οι
παλαιοημερολογίται διά του υπ' αριθμ. 235/3-16 Σεπτ. 1949 ανακοινωθέντος της
Ελληνικής Εκκλησίας των ΓΟΧ απέρριψαν την πρότασιν ταύτην, επικαλεσθέντες
λόγους συνειδήσεως, επανέλαβον δε την περί επαναφοράς του παλαιού Ημερολογίου
παλαιάν αυτών πρότασιν (Βλ. «Η Φ.Ο» 1949 φ. 72 σ. 8). Ήδη εν έτει 1950 ο «πρ.
Φλωρίνης» διετείνετο ότι «ενώ η Ιεραρχία χάριν του κύρους της Εκκλησίας και του
γοήτρου αυτής έδει να εισηγηθή εις ένα Μητροπολίτην να υποκριθή τον
Παλαιοημετολογίτην και να τεθή επί κεφαλής των Παλαιοημερολογιτών, όπως
συγκρατήση τον αγώνα εις τα όρια τα κανονικά, μόλις εξήλθον εις τον ιερόν αγώνα
ιδεολόγοι Αρχιερείς όπως κατευθύνωσιν αυτόν και συγκρατήσωσιν εις τα πλαίσια
των Ι. Κανόνων ράγδην επέπεσαν oι καινοτόμοι Αρχιερείς κατ' αυτών (Βλ. «Η Φ.Ο.»
1950 φ. 94 σ. 6). Υπέρ του υπό των παλαιοημερολογιτών μνημοσύνου των Ιεραρχών
της Εκκλησίας της Ελλάδος ετάχθη, και ο αρχιμ. Γαβριήλ Διονυσιάτης εν: «Διευκρίνησις
της θέσεως του Αγ. 'Ορους εν τω ημερολογιακώ ζητήματι» Πρβλ. «Αγιορειτικήν
Βιβλιοθήκην» 1952 σ. 5 - 7 Βλ. αντίκρουσιν εις το άρθρον τούτο υπό Ζηλωτών,
Αντιπελάργησις εν: «Η Φ.Ο.» 1952 φ. 135 σ. 5.
62. Αντίθετον άποψιν είχεν υποστηρίξει εν έτει 1937 ο «πρ. Φλωρίνης»
ισχυρισθείς ότι λόγω της ημερολογιακής διαφοράς «δεν δύνανται οι
νεοεορτολογίται και παλαιοημεροεορτολογίται, αν και έχωσιν αμφότεοοι την αυτήν
πίστιν και την αυτήν θείαν λατρείαν, να ανήκωσι πλήρως εις μίαν και την αυτήν
Εκκλησίαν, όταν ούτοι διατρέχωσιν εισέτι το στάδιον της Τεσσαρακοστής και της
μετανοίας καθ' ον χρόνον εκείνοι εορτάζουσι Χριστούγεννα και Φώτα και
ευφραίνονται» (Χρυσοστόμου Μητροπολίτου πρ. Φλωρίνης, Αναίρεσις του
«ελέγχου»... σ. 54).
63. «Οι Τρεις Ιεράρχαι»1955σ.73.
64. Βλ. «Η Φ.Ο.» 1957 φ. 260 σ. 8, φ. 261 σ. 1-2.
65. Υπ' αριθμ. Πρωτ. 2100/13-9-1963.
66. Εν έτει 1958 η παράταξις του «πρ. Φλωρίνης» προύτεινεν εις την ΙΣΙ μεταξύ
των άλλων λύσεων και την υπαγωγήν εις το Πατριαρχείον Ιεροσολύμων (Βλ. «Η Φ.Ο.»
1958 φ. 298 - 299 σ. 7 ). Προς τούτο μάλιστα μετέβη εκπρόσωτος αυτών, ομού μετά
του Π. Παναγιωτάκου, εις Ιεροσόλυμα προς συνομιλίας. Η κίνησις όμως απέτυχε
καίτοι ενεστερνίσθη ταύτην κατ' αρχήν:και ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Δωρόθεος (Βλ,
«Η Φ.Ο.» 1959 φ..307 σ. 2-3 ).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου